Το καλοκαίρι τελείωσε, συνοδευόμενο από την κλασική πλέον αδιόρατη απειλή για

τα δεινά που έπονται, για τα δυσεπίλυτα προβλήματα και τους κραδασμούς που θα

προκληθούν από τα βέβαια αδιέξοδα, τα οποία έχουμε συνηθίσει να προδιαγράφουμε

με μια λανθάνουσα ικανοποίηση.

Χωρίς να παραγνωρίζω το momentum που συμπίπτει ιστορικά και πολιτικά με ακόμη

μία κρίσιμη αντιστοίχηση του ΠΑΣΟΚ με τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας για

σύγχρονη προοδευτική διακυβέρνηση, πιστεύω κατ’ αρχήν ότι το καλοκαίρι δεν

αποτελεί μια χρονική έκλειψη που παραλύει τη σκέψη, τον σχεδιασμό και την

πράξη και ότι η αποφασιστική αντιμετώπιση των προκλήσεων και των προβλημάτων

γίνεται καθημερινά αντιληπτή, χωρίς κατά συνέπεια να δικαιολογείται η

τροφοδότηση ενός κλίματος απογοήτευσης ή συγκαταβατικής αποδοχής για τα

«δεινά» που περιμένουν τον τόπο.

Το ΠΑΣΟΚ σε αυτήν την πρώτη φάση της διακυβέρνησης της χώρας έχει κατά την

άποψή μου πετύχει να μεταδώσει στην ελληνική κοινωνία, με τρόπο απτό και χωρίς

διαμεσολαβήσεις, τη βεβαιότητα για την ύπαρξη συγκροτημένων και εφαρμόσιμων

πολιτικών απαντήσεων στους κρίσιμους τομείς της κυβερνητικής δράσης.

Η αναμονή, η αγωνία και η κριτική διάθεση της ελληνικής κοινωνίας, που

εξακολουθεί να βιώνει στην καθημερινότητά της ελλείμματα και δυσλειτουργίες,

είναι εύλογες και δικαιολογημένες.

Δεν αναιρούν όμως την ύπαρξη ενός σοβαρού, αξιόπιστου και άρα αποτελεσματικού

χειρισμού των προβλημάτων που απασχολούν τον τόπο.

Θα αναφερθώ ενδεικτικά σε ορισμένα κρίσιμα δείγματα γραφής αυτής της πρώτης

κυβερνητικής περιόδου, που θεωρώ ότι σηματοδοτούν και προδιαγράφουν την

πολιτική και ποιοτική διάσταση αυτής της τετραετίας.

Στο κατώφλι της τρίτης χιλιετίας η χώρα έχει πετύχει τον πολιτικό στόχο που

θέσαμε για το τέλος του 20ού αιώνα, την ένταξή μας στην Οικονομική και

Νομισματική Ένωση.

Η κυβέρνηση έχει προσδιορίσει την επόμενη στρατηγική μας επιλογή. Είναι η

συνεχής βελτίωση του μέσου βιοτικού επιπέδου του Έλληνα εργαζομένου ώστε να

προσεγγίσει τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Ο στόχος είναι μακρόπνοος και χρειάζεται

μεγάλες προσπάθειες και διαρθρωτικές αλλαγές. Αλλά είναι ένας στόχος που

υλοποιείται με πολιτικές που έχουν για τον πολίτη μετρήσιμα οφέλη.

Η ολοκλήρωση της σύγκλισης είναι το όραμα στην αρχή του νέου αιώνα, ένα όραμα

που έρχεται να ενταχθεί στις αλλαγές που συντελούνται και διαμορφώνουν με

ιλιγγιώδη ταχύτητα το νέο παγκόσμιο περιβάλλον.

Σε αυτές τις αλλαγές η Ελλάδα είναι παρούσα. Ο πολιτικός σχεδιασμός απαιτεί

την επιτάχυνση της αναπτυξιακής μας πορείας και διαρθρωτικές αλλαγές που θα

δώσουν ευελιξία και προσαρμοστικότητα στους βραχίονες της ελληνικής

οικονομίας. Απαιτεί επίσης την ανταγωνιστικότερη λειτουργία των υπαρχουσών

αγορών με ωφελημένο τον εργαζόμενο καταναλωτή.

Οι προτεραιότητες και οι στοχεύσεις αυτής της αναπτυξιακής πορείας έχουν

βεβαίως πολιτική διάσταση. Για την κυβέρνηση η απασχόληση αποτελεί κεντρική

παράμετρο και απαραίτητη προϋπόθεση κάθε επιλέξιμης δράσης. Αναφέρομαι

ενδεικτικά στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητας του υπουργείου

Ανάπτυξης στο πλαίσιο του Γ’ ΚΠΣ ύψους 2,3 τρισ. δραχμών. Απαραίτητο κριτήριο

για την υπαγωγή ενός επιχειρηματικού σχεδίου στις διαδικασίες χρηματοδότησης

του Γ’ ΚΠΣ είναι η δημιουργία νέων, μετρήσιμων και διατηρήσιμων θέσεων

εργασίας. Η ανάπτυξη δεν μπορεί παρά να συνδέεται και να καταλήγει στην αύξηση

της απασχόλησης και στην καταπολέμηση της ανεργίας.

Με αυτήν την πολιτική δέσμευση και σε αυτόν τον στρατηγικό σχεδιασμό

εντάσσονται οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες για τις εργασιακές σχέσεις και το

ασφαλιστικό.

Η κυβέρνηση δίνει το στίγμα της με εγκυρότητα και ευαισθησία: διάλογος με

όλους τους κοινωνικούς εταίρους και στη συνέχεια λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων

που θα κατοχυρώσουν το μέλλον της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας και τη

συνεκτικότητα της κοινωνίας μας.

Το όραμα της ολοκλήρωσης της σύγκλισης με τους Ευρωπαίους εταίρους μας απαιτεί

τη διαρκή αναβάθμιση των παρεχόμενων από το Δημόσιο υπηρεσιών, σε ό,τι αφορά

την εξυπηρέτηση του πολίτη αλλά και σε ό,τι αφορά τον πυρήνα του κοινωνικού

κράτους, δηλαδή τη δημόσια παιδεία και υγεία.

Η προώθηση παρεμβάσεων στους τομείς της Δημόσιας Διοίκησης, της υγείας και της

εκπαίδευσης ύστερα από συζήτηση στο Υπουργικό Συμβούλιο είναι δηλωτική των

άμεσων κυβερνητικών προτεραιοτήτων.

Και αυτό γιατί είναι αυτονόητο ότι αν οι διαρθρωτικές αλλαγές στον τομέα της

οικονομίας και οι θεσμικές παρεμβάσεις στη λειτουργία της αγοράς δεν

υποστηριχθούν από μια αποτελεσματική και ευέλικτη διοίκηση και αν οι

θεμελιώδεις παράμετροι του κοινωνικού κράτους, δηλαδή η δημόσια υγεία και η

δημόσια παιδεία, δεν αντιστοιχηθούν στις σημερινές ανάγκες και απαιτήσεις της

ελληνικής κοινωνίας η ολοκλήρωση της σύγκλισης θα καθυστερεί και η συνοχή θα

υπονομεύεται.

Η ομιλία του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ δίνει νομίζω με ευκρίνεια το στίγμα αυτής

της προσπάθειας. Μιας προσπάθειας που έχει όραμα και πρόγραμμα, μακριά από

γραφικές παροχολογίες και κορόνες που συνήθως συγκαλύπτουν την απουσία

πρόθεσης για την επίλυση ουσιαστικών ή θεσμικών ελλειμμάτων.

Είναι βέβαιο πως οι μαγικές λύσεις ή συνταγές εξαντλήθηκαν ευτυχώς από μια

άποψη, γιατί στο παρελθόν η ανθρωπότητα πλήρωσε πολλές φορές την «ευεργετική»

τους επίδραση

Στην τρίτη χιλιετία ο ενεργός, ο ενημερωμένος και όχι πλέον ανύποπτος πολίτης

παρακολουθεί με γνώση, ευαισθησία και κρίση την τοποθέτηση κάθε ψηφίδας στο

μωσαϊκό που ρυθμίζει την τύχη και το μέλλον του.

Είναι λοιπόν βέβαιο ότι η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί αδιάλειπτα κάθε μας

κίνηση, πράξη ή παράλειψη και βγάζει τα συμπεράσματά της.

Είναι επίσης βέβαιο ότι απαιτεί λύσεις στα καθημερινά της προβλήματα, λύσεις

που να διαπνέονται από κοινωνική δικαιοσύνη, ήθος και τόλμη.

Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να εγγυηθεί την ολοκλήρωση όλων εκείνων των αλλαγών για τις

οποίες πρόσφατα πήρε τη λαϊκή εντολή. Το έργο είναι δύσκολο. Βεβαίως, υπάρχουν

ατέλειες ή ελλείψεις. Είναι όμως ευδιάκριτο και σαφές για τη μεγάλη πλειοψηφία

των Ελλήνων ότι η πορεία είναι σωστή, ότι ο σχεδιασμός είναι σοβαρός, ότι

υλοποιείται με έργα και αποφάσεις και τέλος ότι ο στόχος παραμένει

αδιαπραγμάτευτος: Η ισχυρή Ελλάδα της αλληλεγγύης και της κοινωνικής συνοχής.

Η Μιλένα Αποστολάκη είναι υφυπουργός Ανάπτυξης.