Όταν η κατάσταση πήρε διαστάσεις, οι αρμόδιοι κάλεσαν σε «διάλογο» φορείς της

κοινωνίας των πολιτών ζητώντας τους να συμπράξουν με ήδη ειλημμένες αποφάσεις

και χωροθετήσεις».

Ποιος εξακολουθεί να πιστεύει ότι η ανάληψη της Ολυμπιάδας του 2004 θα

ανυψώσει την εθνική μας υπερηφάνεια, θα δείξει στους κουτόφραγκους τι σημαίνει

πολιτισμός και αθλητικό ιδεώδες και θα βελτιώσει τη ζωή στην Αθήνα και στην

περιφέρεια;

Πλέον όλοι καταλαβαίνουμε πως όσοι πανηγύρισαν με μεγαλόπνοες εξαγγελίες και

εξάρσεις εθνικού περιεχομένου τώρα κρατάνε στα χέρια τους αναμμένα κάρβουνα.

Γιατί μόνο με την επινίκια νηφαλιότητα μπόρεσαν να κατανοήσουν ότι η

διοργάνωση αυτού του παγκόσμιας προβολής αθλητικού γεγονότος απαιτεί τη

διάθεση ανθρώπινων και οικονομικών πόρων καθώς και πολυεπίπεδο συντονισμό σε

βαθμό πρωτόγνωρο για τα σύγχρονα ελληνικά δεδομένα. Όμως, από την αρχή ο

τρόπος χειρισμού αυτής της ιστορίας δημιουργούσε έντονους προβληματισμούς ως

προς την κοινωνική συναίνεση και συμμετοχή και ως προς την περιβαλλοντική της

διάσταση.

Ήδη από το στάδιο σχεδιασμού του φακέλου υποψηφιότητας αποκλείστηκε από τους

αρμοδίους κάθε συμμετοχή κοινωνικών φορέων και μη-κυβερνητικών οργανώσεων. Το

θέμα εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως απόρρητο και τα έργα που θα επηρεάσουν

τη ζωή όλων να σχεδιάζονται και να υλοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών.

Θεωρείται δηλαδή πλέον δεδομένη η ανικανότητα του πολίτη να κατανοήσει τι

σημαίνει ποιότητα ζωής, ανθρώπινη πόλη και εθνικό συμφέρον και να συμμετάσχει

στο σχεδιασμό της Αττικής του 2004.

Έτσι ένα σύνολο μεγάλων έργων χωροθετήθηκε με νόμο σε ελεύθερους χώρους και σε

οικολογικά σημαντικές περιοχές που αποτελούν «φιλέτα» για κάθε επίδοξο ιδιώτη

επενδυτή, όπως ο Σχινιάς και το Φαληρικό Δέλτα, δίχως να ρωτηθεί κανένας. Όσοι

τόλμησαν να εκφράσουν αντίθετη άποψη, όσοι υποστήριξαν την ανάγκη συνδυασμού

αυτών των έργων με την ανάπλαση υποβαθμισμένων περιοχών, με την προστασία του

περιβάλλοντος και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής απειλήθηκαν με στιγματισμό ως

«ανθέλληνες» και «αντιδραστικοί». Όταν η κατάσταση πήρε διαστάσεις, οι

αρμόδιοι κάλεσαν σε «διάλογο» φορείς της κοινωνίας των πολιτών, ζητώντας τους

να συμπράξουν με ήδη ειλημμένες αποφάσεις και χωροθετήσεις.

Επιπλέον, γίνεται προσπάθεια ώστε αυτά τα μεγάλα έργα να παρουσιαστούν με έναν

«πράσινο» μανδύα, σαν έργα δηλαδή που συντείνουν στην προστασία της φύσης.

Τρανταχτό παράδειγμα ο Σχινιάς όπου το κέντρο κωπηλασίας διαφημίζεται σαν έργο

που θα συμβάλει στην προστασία της φύσης. Ως απόδειξη μάλιστα της συμβατότητας

αυτού του μεγάλου έργου με την προστασία της περιοχής, το ΥΠΕΧΩΔΕ θα ιδρύσει

εθνικό πάρκο. Και βεβαίως μιλάμε για εθνικό πάρκο μόνο κατ’ όνομα, γιατί σε

περιοχή όπου επιτρέπεται η κατασκευή και λειτουργία μεγάλων αθλητικών

εγκαταστάσεων με τις απαραίτητες υποδομές για φιλοξενία αθλητών και

προσωπικοτήτων και εγκαταστάσεων αναψυχής που θα προσελκύουν χιλιάδες

επισκέπτες, ο αεροψεκασμός και η στάθμευση μέσων μαζικής μεταφοράς των

επισκεπτών, μόνο για προστασία της φύσης δεν μπορούμε να μιλάμε.

Μπορούμε όμως να μιλάμε για παρωδία κάθε έννοιας προστασίας του περιβάλλοντος

αλλά και για διακύβευση της ακεραιότητας κάθε ελληνικής προστατευόμενης

περιοχής.

Με στόχο λοιπόν τη διοργάνωση μίας Ολυμπιάδας που θα σέβεται το δικαίωμα του

πολίτη στην ποιότητα ζωής και στην προστασία της φύσης ξεκίνησε η κοινή

εκστρατεία 4 περιβαλλοντικών μη-κυβερνητικών οργανώσεων τον Μάιο του 1998. Το

WWF Ελλάς, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας

της Φύσης και η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας του Περιβάλλοντος και της

Πολιτιστικής Κληρονομιάς εστίασαν τις προσπάθειές τους στην ανάγκη αλλαγής

επιλεγμένων περιβαλλοντικά επιζήμιων, αλλά και αντι-οικονομικών ολυμπιακών

χωροθετήσεων, με αιχμή του δόρατος τον Σχινιά.

Και τίθεται λοιπόν ένα σοβαρό ερώτημα: Τελικά υπάρχει διάθεση για προώθηση

ουσιαστικών πολεοδομικών παρεμβάσεων που θα συμβάλουν στη βελτίωση της

ποιότητας ζωής στην Αθήνα; Γιατί φαίνεται πως η αποφυγή της περιβαλλοντικής

υποβάθμισης και η τόνωση της ποιότητας ζωής είναι μόνο διακηρύξεις. Τον

περασμένο Οκτώβριο η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ), κάτω από διεθνή πίεση

για βελτίωση του περιβαλλοντικού προσώπου των Ολυμπιακών Αγώνων, διοργάνωσε

«Παγκόσμιο Συνέδριο για τον Αθλητισμό και το Περιβάλλον».

Έτσι λοιπόν η αποφυγή της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και η ανάπλαση

υποβαθμισμένων περιοχών αποτελούν και επίσημα θέση της ΔΟΕ και σύσταση προς

τις υποψήφιες πόλεις.

Όμως μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει τη ΔΟΕ να ασκεί την επιρροή της προς τις

οργανωτικές επιτροπές παρά μόνο για θέματα οργανωτικά, εμπορικά και

δικαιωμάτων μετάδοσης.

Το σοβαρό δημοκρατικό έλλειμμα στη διοργάνωση αυτού του αθλητικού γεγονότος

που θα αλλάξει την όψη της πρωτεύουσας και θα απορροφήσει κρατικά και

κοινοτικά κονδύλια τελικά δεν απασχολεί μόνο όσους θα θιγούν άμεσα από τα

έργα. Η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση του πλαισίου ανάπτυξης της πόλης

τους αλλά και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για καίρια ζητήματα που θα

επηρεάσουν την ποιότητα ζωής είναι ουσιώδες συστατικό κάθε δημοκρατικής

κοινωνίας. Και ναι μεν η δημοκρατία στην Ελλάδα λειτουργεί άψογα όσον αφορά

στο κοινοβουλευτικό της σκέλος, αλλά χωλαίνει σοβαρά στο κομμάτι της

καλλιέργειας συμμετοχικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και κοινωνικού ελέγχου

της Δημόσιας Διοίκησης.

Η Ολυμπιάδα της Αθήνας όμως δεν θα μείνει στην ιστορική μνήμη της πόλης μόνο

ως άλλο ένα παράδειγμα κρατικής προχειρότητας στο χειρισμό σημαντικών θεμάτων.

Η έλλειψη ενθουσιασμού από τους κατοίκους του λεκανοπεδίου για το ολυμπιακό

ιδεώδες του 2004 αλλά και η έντονη κοινωνική κριτική που ασκείται προς τους

φορείς διοργάνωσης αυτού του τεράστιου εγχειρήματος είναι ενδείξεις μίας

ιστορικής ασυμφωνίας μεταξύ του τρόπου σχεδιασμού και περιεχομένου του φακέλου

της Ολυμπιάδας και της εξελισσόμενης ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας. Ο

φάκελος υποψηφιότητας σχεδιάστηκε με τη νοοτροπία και τη μεθοδολογία της

Ελλάδας του ’50 για να εφαρμοστεί σε μία ελληνική κοινωνία που κουτσά στραβά

απαιτεί πλέον συμμετοχή και έλεγχο της διοίκησης, αποκτά συνείδηση των εννοιών

ποιότητα ζωής και προστασία της φύσης και δεν εντυπωσιάζεται όπως τότε με τις

πομπώδεις εξαγγελίες περί επαναφοράς της αρχαιοελληνικής αίγλης στην κοιτίδα

του πολιτισμού.

Ιδιαίτερα όταν στο θυσιαστήριο αυτής της «αίγλης» βρίσκεται το μέλλον της

Αττικής αλλά και το δημοκρατικό δικαίωμα για κοινωνική συμμετοχή και έλεγχο.

Η απαιτούμενη σοβαρότητα για τη σωστή και ολοκληρωμένη διοργάνωση της

Ολυμπιάδας της Αθήνας δεν έχει ακόμα φανεί. Για να μη βρεθούμε λοιπόν τον

Σεπτέμβριο του 2004 με βαριά κληρονομιά ένα τεράστιο περιβαλλοντικό και

οικονομικό χρέος, είναι καιρός οι αρμόδιοι φορείς να προχωρήσουν άμεσα σε

επανεξέταση του φακέλου για την εξεύρεση των κατάλληλων εναλλακτικών

χωροθετήσεων, όσο ακόμα υπάρχει χρόνος.

Η Θεοδότα Νάντσου είναι Συντονίστρια των Προγραμμάτων του WWF Ελλάς