Στο Πάρκο Ελευθερίας, εκεί, δίπλα στην πρεσβεία των ΗΠΑ, όπου στη μέση του

πράσινου λοφίσκου είναι το άγαλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου, βλέπεις συχνά

παιδιά να παίζουν, χαρά Θεού. Πίσω του κρύβονται τα κτίρια του ΕΑΤ-ΕΣΑ της

δικτατορίας, κάπου εκεί και η προτομή του ταγματάρχη Σπύρου Μουστακλή που σε

μια νύχτα, στα κελιά των βασανιστηρίων, έμεινε «φυτό». Δύο μέρες πριν από την

επέτειο του πραξικοπήματος της 21ης τούτου του αγαπημένου μήνα της άνοιξης,

μαζευτήκαμε στο σπίτι του Ανδρέα, η Χριστίνα, η γυναίκα του Σπύρου, η Ναταλία,

η κόρη του, ο Φάνης, η Μαρία, η Γεωργία και άλλοι, μια φιλική σύναξη, ένα

βιβλίο στα σκαριά για τον Σπύρο, «στη μνήμη» και στο «ποτέ πια».

Θυμόμουν τη δίκη των βασανιστών στου Ρουφ, μετά την πτώση της δικτατορίας, τον

θυμό και την αηδία του συνταγματάρχη Μαμουνάκη όταν απευθύνθηκε στους

βασανιστές: «Δεν υπάρχει ανάμεσά σας ούτε ένας άνδρας να πάρει την ευθύνη; Να

πει ποιος στέρησε από το παιδί του Μουστακλή την αγκαλιά του πατέρα;».

Ο Σπύρος, η γνώμη μου είναι βέβαια, δεν οδηγήθηκε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ για «ν’

ανακριθεί» με την έσχατη ταπείνωση. Γνώριμη η πολιτεία του και αυτό το

μοναδικό χαρακτηριστικό της αποκοτιάς, της «τρέλας» που είχε εντός του. Να του

αποσπάσουν κάτι, ούτε μία στο δισεκατομμύριο. Πάνω του, λοιπόν, σαν κανίβαλοι.

Η Μίκα λέει στο βιβλίο της πως πολλοί νεαροί ΕΣΑτζήδες βασανιστές θαύμαζαν τα

θύματά τους. Μπορεί. Αλλά οι χουνταίοι αρχιβασανιστές τα μισούσαν. Και τον

Σπύρο πολύ. Γιατί ποτέ δεν θα μπορούσαν να είναι όπως αυτός ­ ακατάταχτο

είδος, ανεξέλεγκτο και απρόβλεπτο. «Λιανίστε τον, τον π…». Πάντα η μνήμη

είναι οχληρή. Γι’ αυτό και φροντίσαμε να την χτίσουμε, να την κάνουμε μνήμη

αμνήμονα.