Μολονότι ο όρος «μεταμοντέρνο» έχει κεντρική θέση στις συζητήσεις περί

πολιτισμού των τελευταίων δεκαετιών, δεν μπορούμε να πούμε ότι χρησιμοποιείται

με την απαιτούμενη ακρίβεια. Μερικοί εξομοιώνουν το μεταμοντέρνο με τον ακραίο

μηδενισμό, τον ανήθικο σχετικισμό ή την αναρχία· άλλοι το συνδέουν με έναν

πολιτισμό κυριαρχούμενο από την κοινοτοπία των τηλεοπτικών αναπαραστάσεων και

τις νέον επιγραφές στο στυλ του Λας Βέγκας, των οποίων η απανταχού παρουσία

υπογραμμίζει την εκτεταμένη «μακντοναλντοποίηση» ενός κατά τα άλλα ανορεξικού

κόσμου· άλλοι, ωστόσο, το περιορίζουν στην περιοχή της θεωρίας, συναρτώντας το

με την έκρηξη της μεταστρουκτουραλιστικής θεωρίας, η οποία αναδύθηκε στις

δεκαετίες του ’60 και του ’70, μέσα από τα έργα του Ντεριντά, του Λιοτάρ, του

Λακάν, του Φουκό, της Κρίστεβα, του Μποντριγιάρ, του Ντελέζ, του Σαΐντ και του

Πολ ντε Μαν, μεταξύ άλλων.

Αριστερά: Ζαν Λιοτάρ Πάνω: Φρ. Νίτσε. Δεξιά Μισέλ Φουκό

Πυρήνας της «μεταμοντέρνας κατάστασης» είναι η διαπίστωση ότι οι «μεγάλες

αφηγήσεις» της δυτικής ιστορίας και ειδικότερα του διαφωτιστικού μοντερνισμού,

κατέρρευσαν. Ο αντι-Διαφωτισμός είναι φυσικά τόσο παλιός όσο και ο ίδιος ο

Διαφωτισμός· όμως, ενώ στο παρελθόν (στη ρομαντική σκέψη του Σίλερ και του

Μπλέικ για παράδειγμα), η κριτική του λόγου συνοδευόταν από μιαν εναλλακτική

θεμελιοκρατία (της Φαντασίας), ο μεταμοντερνισμός τείνει να υποστηρίξει την

εγκατάλειψη όλων των μετα-αφηγήσεων που θα μπορούσαν να νομιμοποιήσουν τη

θεμελίωση κάποιας αλήθειας. Έχοντας βιώσει μέχρις εσχάτων τις τρομακτικές και

απάνθρωπες «αλήθειες» που παρήγαγε στην εποχή μας ο ορθός λόγος, ανακαλύψαμε

πως ούτε τις χρειαζόμαστε πια, ούτε τις επιθυμούμε. Η κατάρρευση των «μεγάλων

αφηγήσεων» του Διαφωτισμού διακηρύχθηκε μεγαλόφωνα από τον Λιοτάρ στη

Μεταμοντέρνα Κατάσταση, ανιχνεύεται όμως ήδη στη σκέψη του Νίτσε, του

Χάιντεγκερ, του Βιτγκενστάιν. Το πολιτιστικό περιβάλλον που κυοφόρησε το

βιβλίο του Λιοτάρ χαρακτηριζόταν από την παρακμή του στρουκτουραλισμού και την

ανάπτυξη μιας μεταστρουκτουραλιστικής κριτικής όσων γνωσιακών συστημάτων

θεωρούσαν δεδομένη μια σταθερή σχέση «βάθους-επιφάνειας», η οποία επέτρεπε

στον κρυμμένο «πυρήνα» της αλήθειας να αποκαλυφθεί αρχαιολογικά, μέσω των

κατάλληλων εργαλείων ανασκαφής. Στο έργο του Ντεριντά, του Λακάν και του

όψιμου Μπαρτ π.χ. το νόημα είναι ακαθόριστο, πάντοτε διαφεύγον, αφήνοντας

μονάχα «ίχνη» στον λαβύρινθο της γλώσσας, ενώ όλα τα κείμενα είναι δεμένα σε

μιαν ατέρμονη διακειμενικότητα, έτσι που δεν υφίσταται χώρος εκτός κειμένου,

ούτε ρίζα ή πηγή νοήματος.

Η θεωρία αυτή επέκρινε δραστικά την παραδοσιακή φιλοσοφία και ιδιαίτερα την

έννοια της «θεμελιοκρατίας»: την ιδέα ότι η γνώση είναι αντανάκλαση της

αλήθειας και ότι μπορούμε να ανακαλύψουμε τα σταθερά της θεμέλια στον Θεό, την

Ιστορία ή τον Λόγο. Η ιστορία (αλλά και κάθε αφήγηση) μετατρέπεται σε μια

πολλαπλότητα «νησίδων λόγου», μια σειρά μεταφορών, που δεν μπορούν να

αποσπασθούν από τη θεσμοθετημένη γλώσσα μέσα στην οποία εκφέρονται. Μ’ άλλα

λόγια, η ιστορία είναι ένα πλέγμα ανταγωνιστικών λεκτικών παιγνίων, όπου

κριτήριο επιτυχίας είναι η «παράσταση» (η ρητορική) και όχι η αλήθεια. Κατά

συνέπεια, η «αλήθεια» δεν μπορεί να διακριθεί από τη «μυθοπλασία» (Χέιντεν

Γουάιτ)· η αισθητική ορίζει τα πάντα. Οι ολιστικές θεωρίες (χεγκελιανή,

μαρξιστική κ.λπ.) εξομοιώνονται με τον ολοκληρωτισμό και την τρομοκρατία:

πρέπει να καταγγείλουμε τη νοσταλγία μας γι’ αυτές και να εγκολπωθούμε την

αισθητική απόλαυση των γλωσσικών παιγνίων, αντί της ιμπεριαλιστικής απόλαυσης

μιας θεωρίας που διεκδικεί οικουμενική ισχύ.

Ζακ Ντεριντά

Και τα ζητήματα ηθικής, τα ζητήματα δικαιοσύνης; θα ρωτούσαν οι κριτικοί του

μεταμοντερνισμού (Χάμπερμας, Ίγκλετον, Τζέιμσον). Πώς τα αντιμετωπίζεις σ’ ένα

κόσμο πολλαπλών, αντιφατικών αφηγήσεων; Η απάντηση του Λιοτάρ είναι «δεν τα

αντιμεπίζεις». Τα αφήνεις να υπάρχουν. Αφήνεις τα ερωτήματα ανοιχτά και

συνεχίζεις να τα σκέφτεσαι. Στο τελικό συμπέρασμα κάθε διαμάχης ενυπάρχει το

λάθος· η αδικία είναι η επιβολή πάνω σ’ ένα συμβάν ­ έστω και τόσο φρικτό όσο

το Άουσβιτς ­ ενός και μόνου νοήματος. Όμως το νόημα, όποιο κι αν είναι το

νόημα που εν τέλει κυριαρχεί, υπονομεύει τελικά το ίδιο το συμβάν. Το Άουσβιτς

χάνει τον αποτρόπαιο χαρακτήρα του· γιατί στη ρίζα του αποτρόπαιου βρίσκεται

το ακατονόμαστο. Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορούμε να ονομάσουμε· μπορούμε να

τα τιμήσουμε μόνο μέσω της άρνησης να τα αναπαραστήσουμε ­ μόνο μέσω της

σιωπής.

Ο Χάμπερμας (και ο Ρόρτι), επιμένοντας στις βασικές αρχές του Διαφωτισμού,

υποστηρίζει ότι δεν είναι μόνο επιθυμητό αλλά και επιβεβλημένο να οργανώσουμε

την κοινωνία με πιο ορθολογικούς όρους, μέσω ενός ευρέως αποδεκτού

«consensus»· ο Λιοτάρ, από την πλευρά του, συνδέει ανάλογες «συναινέσεις» με

το τέλος της σκέψης, τις καταγγέλει ως άκρως φορμαλιστικές και (μάλλον όπως

και ο Αντόρνο) θεωρεί ότι καλύπτουν την αδικία κάτω από ένα επίχρισμα

δικαιοσύνης. Μόνο αν τεντώσουμε ως τα άκρα τα γλωσσικά παιχνίδια και

σεβαστούμε την ετερογένειά τους, θα διασώσουμε τη δυνατότητα της σκέψης. Με

δυο λόγια μόνο διά της άρνησης της συναίνεσης και διά της αναζήτησης της

«διαφοράς» μπορούμε να συνεχίσουμε να σκεφτόμαστε.

Και για να συνοψίσουμε: ο μεταμοντερνισμός είναι το σημείο τομής ποικίλων

προβληματισμών, προερχόμενων από διαφορετικούς στοχαστές και διαφορετικούς

χώρους. Οι προβληματισμοί αυτοί περιστρέφονται γύρω από τη σχέση της τέχνης

και της θεωρίας με την πολιτική δράση και την κυρίαρχη κοινωνική τάξη, γύρω

από τη σχέση της κατάρρευσης των παραδοσιακών φιλοσοφικών θεμελίων με τη

δυνατότητα μιας κριτικής απόστασης και ταυτόχρονα μιας αποτελεσματικής

κριτικής του status quo, γύρω από τη σχέση, τέλος, μιας εικονοκρατούμενης

καταναλωτικής κοινωνίας με την καλλιτεχνική πράξη.

Η εικόνα της εικόνας

Ό λοι οι θεωρητικοί δεν διακρίνουν την απελευθερωτική διάσταση την

οποία αποδίδει στον μεταμοντερνισμό ένας Λιοτάρ. Ο Τζέιμσον π.χ. επισημαίνει

πως ό,τι χαρακτηρίζει την εποχή μας είναι η απώλεια του βάθους: δεν υπάρχει

τίποτε να αποκαλύψουμε, μόνο επιφάνειες να εποικήσουμε. Συνέπεια της συνθήκης

αυτής είναι η αποδυνάμωση της αίσθησης της ιστορικότητας, η εξαφάνιση του

ατομικού υποκειμένου, άρα και η εξαφάνιση της αυθεντικής καλλιτεχνικής

έκφρασης, ο «μαρασμός του θυμικού». Το σκοτεινότερο, ωστόσο, μεταμοντέρνο

σενάριο ανήκει στον Μποντριγιάρ. Η τεχνολογία μάλλον παρά ο καπιταλισμός (ή ο

ύστερος καπιταλισμός του Τζέιμσον) γίνεται το επίκεντρο της κριτικής του

Γάλλου φιλοσόφου. Για τον Μποντριγιάρ η κυριαρχία των σημείων, των εικόνων και

των αναπαραστάσεων είναι τέτοια ώστε το πραγματικό έχει αφανιστεί, η αλήθεια

και η αντικειμενικότητα έχουν πάψει να «υπάρχουν». Ομοιώματα αντικαθιστούν το

πραγματικό και ορίζουν το πραγματικό: η Ντίσνεϊλαντ γίνεται η Αμερική, ο

πόλεμος στον Κόλπο ένα επεισόδιο από τον Πόλεμο των Άστρων, η

«υπερπραγματικότητα» η καθημερινή πραγματικότητα. Ενώ στο παρελθόν η διάκριση

ανάμεσα στην πραγματικότητα και τις κοινωνικά παραγόμενες εικόνες της ήταν

εφικτή, στον σύγχρονο κόσμο μας κυριαρχεί το αυτάρκες «simulacrum», η

προσομοίωση, η εικόνα της εικόνας. Όλα τα πράγματα, τα σημεία, οι δράστες

έχουν απελευθερωθεί από την ιδέα τους, την έννοιά τους, την ουσία τους, την

αξία τους, την αναφορά τους, την προέλευση και τον σκοπό τους κι όμως

συνεχίζουν να λειτουργούν μέσα σε πλήρη αδιαφορία για το ίδιο τους το

περιεχόμενο.

Κενάν Εβρέν

1980 Στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία υπό τον στρατηγό Κενάν Εβρέν

ανατρέπει την κυβέρνηση Ντεμιρέλ. Πολεμική σύρραξη ξεσπά μεταξύ Ιράν και Ιράκ.

Ο Ρόναλντ Ρήγκαν εκλέγεται 40ός πρόεδρος των ΗΠΑ. Πεθαίνει ο πρόεδρος της

Γιουγκοσλαβίας Γιόσιπ Μπροζ Τίτο και εκφράζονται φόβοι για τη μελλοντική

διάλυση της χώρας.

Πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση πραγματοποιείται στον σιδηροδρομικό σταθμό της

Μπολόνια, την ευθύνη αναλαμβάνει η ακροδεξιά οργάνωση «Ένοπλες Ομάδες

Κρούσης».

Στην Πολωνία, μεγάλη απεργία παραλύει τα ναυπηγεία Λένιν στο Γκντανσκ. Κύμα

βίας ξεσπά στο Σαλβαδόρ μετά τη δολοφονία του Αρχιεπισκόπου Όσκαρ Ρομέρο.

Πεθαίνουν ο Γερμανός ψυχολόγος Έριχ Φρομ, ο Άγγλος σκηνοθέτης Άλφρεντ Χίτσκοκ,

ο Αμερικανός λογοτέχνης Χένρυ Μίλερ και ο Γάλλος διανοητής Ζαν Πολ Σαρτρ.

Το καλοκαίρι 50 χώρες σαμποτάρουν τους Ολυμπιακούς της Μόσχας λόγω

τηςσοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν. Δολοφονείται ο Τζον Λένον.

1981 Στρατιωτικός νόμος επιβάλλεται στην Πολωνία από τον στρατηγό

Βόιτσεκ Γιαρουζέλσκι και το συνδικάτο «Αλληλεγγύη» με ηγέτη τον Λεχ Βαλέσα

τίθεται εκτός νόμου.

Ο σοσιαλιστής ηγέτης Φρανσουά Μιτεράν εκλέγεται πρόεδρος της Γαλλίας.

Ο Πάπας τραυματίζεται ύστερα από απόπειρα δολοφονίας εναντίον του από τον

Τούρκο Αλί Αγκτσά.

Στην Ιρλανδία δύο κρατούμενοι, μέλη του ΙΡΑ, ο Μπόμπι Σαντς και ο Φράνσις

Χιους, πεθαίνουν ύστερα από απεργία πείνας.

Ύστερα από ομηρεία 444 ημερών το Ιράν απελευθερώνει τους Αμερικανούς ομήρους.

Δολοφονείται ο Αιγύπτιος πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ.

1982 Το Ισραήλ επιστρέφει τη Χερσόνησο του Σινά στην Αίγυπτο.

Η Αργεντινή εισβάλλει στα νησιά Φόλκλαντ. Ο βρετανικός στόλος καταφθάνει στην

περιοχή και 5.000 στρατιώτες αποβιβάζονται στα νησιά. Οι Αργεντινοί

συνθηκολογούν.

Γιούρι Αντρόποφ.

Αερομαχίες μεταξύ Σύρων και Ισραηλινών στην κοιλάδα Μπεκάα, η Βηρυτός

βομβαρδίζεται ανηλεώς. Οι Ισραηλινοί εισβάλλουν στο Νότιο Λίβανο.

Η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης εγκαταλείπει τον Λίβανο.

Ο Χέλμουτ Κολ αναδεικνύεται έκτος καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας. Πεθαίνει

ο ηγέτης της ΕΣΣΔ Λεονίντ Μπρέζνιεφ και τον αντικαθιστά ο Γιούρι Αντρόποφ.

Πρωθυπουργός της Ισπανίας ορκίζεται ο σοσιαλιστής ηγέτης Φελίπε Γκονζάλες.

Η ασθένεια του AIDS (Σύνδρομο Επίκτητης Ανοσοποιητικής Ανεπάρκειας)

προσδιορίζεται για πρώτη φορά.

Πεθαίνει ο Γερμανός σκηνοθέτης ΒέρνερΦασμπίντερ.

1983 Ο πρόεδρος Ρήγκαν χαρακτηρίζει την ΕΣΣΔ «αυτοκρατορία του κακού»

και προτείνει αμυντικό πρόγραμμα στο Διάστημα.

Οι ΗΠΑ χρηματοδοτούν τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες της Νικαράγουας.

Έκρηξη βόμβας στην αμερικανική πρεσβεία στη Βηρυτό.

Οι Αμερικανοί πραγματοποιούν εισβολή στη Γρενάδα. Οι Σοβιετικοί καταρρίπτουν

νοτιοκορεατικό τζάμπο πάνω από το νησί Σαχαλίνη.

Διεξάγεται η 7η συνάντηση κορυφής του Κινήματος των Αδεσμεύτων, στο Νέο Δελχί.

Τον Ιούλιο αίρεται ο στρατιωτικός νόμος στην Πολωνία.

Ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ Αριέλ Σαρόν εξαναγκάζεται σε παραίτηση ως

υπεύθυνος για τη σφαγή εκατοντάδων αμάχων Παλαιστίνιων προσφύγων στον Λίβανο.

Η Γαλλία επεμβαίνει στο Τσαντ.

Τεράστιες αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις στη Χιλή πνίγονται στο αίμα από τον

δικτάτορα Πινοσέτ.

Ο «χασάπης της Λυών» Κλάους Μπάρμπι συλλαμβάνεται στη Βολιβία.

Πεθαίνει ο Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας Τένεσι Ουίλιαμς.


Χάρη σ’ αυτόν, το αυτοκίνητο έγινε ένα προϊόν προσιτό στις μάζες. Ο Χένρι

Φορντ ήταν μια εκκεντρική ιδιοφυΐα με αυταρχική συμπεριφορά

Το 1905, όταν υπήρχαν περίπου 50 καινούργιες επιχειρήσεις στην

αυτοκινητοβιομηχανία, οι χρηματοδότες του στην εταιρεία Φορντ επέμεναν ότι ο

καλύτερος τρόπος να αυξήσουν τα κέρδη ήταν να φτιάξει ένα αυτοκίνητο για τους

πλούσιους. Όμως ο Φορντ καταγόταν από αγροτική οικογένεια του Μίσιγκαν. Και

πίστευε ότι αυτοί που φτιάχνουν το αυτοκίνητο θα πρέπει να μπορούν και να το

αγοράζουν ­ διαφώνησε με τους χρηματοδότες του και σταδιακά τους εξαγόρασε.

Αυτή ήταν η πρώτη από τις έξυπνες κινήσεις που θα έκαναν τον Χένρι Φορντ τον

«πατέρα» της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας όμως στον 20ό αιώναΌταν το

μαύρο μοντέλο Τ κυκλοφόρησε το 1908, χαιρετίστηκε ως το αυτοκίνητο του

καθημερινού ανθρώπου. Ο Φορντ, βασισμένος στις μελέτες του Φρέντερικ

Γουίνσλοου Τέιλορ, προχώρησε στη μαζική παραγωγή. Σκέφτηκε ότι εάν έδινε

καλούς μισθούς στους υπαλλήλους του και έφτιαχνε πιο πολλά αυτοκίνητα σε

λιγότερο χρόνο και με λιγότερα χρήματα, όλοι θα μπορούσαν να τα αγοράσουν.

Πρώτος σκέφτηκε το σύστημα franchise (δικαιοχρησία) και μέχρι το 1912 υπήρχαν

7.000 αντιπροσωπείες της Φορντ σε όλη την Αμερική.

Ο Χένρι Φορντ στο τιμόνι ενός Ford, μοντέλο Α, το 1924

Πίεσε για να δημιουργηθούν παντού βενζινάδικα και να αναπτυχθεί το οδικό

σύστημα της χώρας. Όμως η επίδρασή του ήταν πολύ μεγαλύτερη. Καθώς το

αυτοκίνητο έγινε προσιτό σε όλο και μεγαλύτερες μάζες, η πιο εύκολη μετακίνηση

συνέβαλε στην μετατόπιση του πληθυσμού προς τα μεγάλα αστικά κέντρα.

Η μεγαλύτερη καινοτομία του ήταν η αλυσίδα παραγωγής. Βασισμένος στις μεθόδους

του Φρέντερικ Γουίνσλοου Τέιλορ, ο Φορντ συνέλαβε μια άλλη προσέγγιση στον

τρόπο εργασίας. Αντί να φτιάχνουν ολόκληρο το αυτοκίνητο οι εργαζόμενοι,

οργάνωσε ομάδες που έβαζαν η κάθε μία συγκεκριμένα μέρη στο Μοντέλο Τ, καθώς

το αυτοκίνητο εκινείτο σε μια ευθεία γραμμή. Το 1914, στην πρώτη αυτόματη

αλυσίδα παραγωγής στον κόσμο, κατασκευαζόταν ένα αυτοκίνητο κάθε 93 λεπτά.

Παρ’ όλα αυτά ο Φορντ ήθελε να κυβερνά την αυτοκρατορία του με τον δικό του

τρόπο. Έδιωξε μερικά από τα μεγαλύτερα ταλέντα επειδή τόλμησαν να του

προτείνουν διαφορετικά σχέδια, έφτιαξε «κοινωνιολογικό τμήμα» ώστε οι

υπάλληλοί του να μην ξοδεύουν τους μισθούς τους σε αλκοόλ, απαγόρευσε το

κάπνισμα, αντιδρούσε στη δημιουργία άλλων μοντέλων ή ακόμα και άλλων χρωμάτων

του ίδιου μοντέλου και ήρθε σε σφοδρή σύγκρουση με τα εργατικά σωματεία. Το

δίκτυο της εταιρείας του εξαπλώθηκε σε 33 χώρες και η Φορντ ήταν η πρώτη που

έβγαλε αυτοκίνητα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πέθανε στα 83 του χρόνια,

έχοντας σχεδόν υλοποιήσει το όνειρό του: «Θα φτιάξω ένα αυτοκίνητο για τις

μάζες… σε τόσο χαμηλή τιμή, ώστε κανείς να μην μπορεί να μην το αγοράσει».