Οι άνθρωποι που σημάδεψαν την κοινωνική και πνευματική ζωή του αιώνα που

φεύγει, όπως τους σκιαγραφούν ειδικοί συνεργάτες των «ΝΕΩΝ»

Ελάχιστοι Έλληνες γιατροί του αιώνα μας κατόρθωσαν να συνδέσουν το όνομά τους

με ερευνητικό έργο επιβλητικό και διεθνούς εμβέλειας. Ο Γεώργιος Ιωακείμογλου

αφήνοντας, έφηβος ακόμη, τις ακτές της Ιωνίας, ασφαλώς θα οραματιζόταν μια

λαμπρή σταδιοδρομία. Δεν θα μπορούσε, όμως, ίσως να φαντασθεί ότι θα ανερχόταν

γρήγορα όλα τα σκαλοπάτια της ακαδημαϊκής ιεραρχίας, δημιουργώντας παράλληλα

ένα έργο πρωτοποριακό στην έρευνα της φαρμακολογίας ­ ακολουθώντας τα αχνάρια

του μεγάλου αρχαίου ομότεχνου συμπατριώτη του, του Γαληνού ­ με πανευρωπαϊκή

καταξίωση και αναγνώριση, που θα τον καθιέρωνε ως τον θεμελιωτή της ελληνικής

πειραματικής φαρμακολογίας.

Γεννημένος στην πόλη Κούλα της Μ. Ασίας το 1887, γόνος αρχοντικής και εύπορης

οικογένειας, που λίγα χρόνια αργότερα εγκαταστάθηκε στην ακμάζουσα τότε

γειτονική Σμύρνη, ο Ιωακείμογλου αποφοίτησε αριστούχος από την Ευαγγελική

Σχολή. Η οικονομική ευμάρεια της οικογένειάς του ­ ο πατέρας του ησχολείτο με

το εμπόριο ­ βοήθησε τη φιλομάθεια και την ευφυΐα του νεαρού αποφοίτου, ο

οποίος μετέβη το ίδιο έτος (1905) στο Βερολίνο για ανώτερες σπουδές. Γράφτηκε

στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου, όπου μαθήτευσε κοντά σε επιφανείς

καθηγητές, όπως ο πρωτοπόρος ανατόμος W. Waldeyer, ο χειρουργός August Bier, ο

φαρμακολόγος Arthur Heffter, ο χημικός Emil Fischer (Nobel Χημείας το 1905), ο

Max Rubner κ.ά.

Απ’ αυτούς τους γίγαντες της ιατρικής τέχνης πήρε τα πρώτα μαθήματα ο νεαρός

φοιτητής. Όπως ο ίδιος θυμάται αργότερα, πρώτευσε στις εξετάσεις της Ανατομίας

και ο μέγας διδάσκαλός του, ο Waldeyer (το όνομά του φέρει τιμητικά ο γνωστός

ανατομικός δακτύλιος που περιέγραψε), αναγνώρισε από αμφιθεάτρου την επιτυχία

του: «Κύριε, είσθε ο καλύτερος, σας γνωρίζω από τις ασκήσεις ανατομίας και σας

δίδω τον ανώτατον βαθμόν». Η ίδια επιτυχημένη πορεία συνεχίσθηκε καθ’ όλη τη

διάρκεια των σπουδών του και όταν τελείωσε του δόθηκε από το υπουργείο η

ειδική άδεια να υποστεί την κρατική εξέταση (Staatsexamen), όπως οι Γερμανοί

πολίτες, αντί των διδακτορικών εξετάσεων των αλλοδαπών!

Το 1911 ο Ιωακείμογλου, νέος γιατρός πλέον, επιστρέφει στη Σμύρνη για «να

ασκήσει το λειτούργημα του ιατρού». Αναδείχθηκε σε επιτυχημένο, όπως γράφει,

γιατρό από επαγγελματικής πλευράς με πολυπληθή πελατεία, που αποδίδει στις

σωστές διαγνώσεις και στις πρωτοπόρες θεραπευτικές του αγωγές. Αυτός χορήγησε

για πρώτη φορά στη Σμύρνη τη σαλβαρσάνη, το «σωτήριο» φάρμακο για τη σύφιλη,

που ανακάλυψε ο νομπελίστας Paul Erlich. Εντούτοις όλα αυτά δεν ικανοποιούσαν

τις επιστημονικές ανησυχίες του νέου Ασκληπιάδη. Έβρισκε ότι η Σμύρνη δεν

κάλυπτε τις επιστημονικές και ερευνητικές του ανάγκες και γρήγορα επανήλθε στο

Βερολίνο για να σπουδάσει χημεία, που πάντοτε πίστευε ότι, μαζί με τη

φυσιολογία, αποτελούν απαραίτητα εφόδια για τη σταδιοδρομία ενός καλού

φαρμακολόγου. Η φαρμακολογία, θα τονίσει αργότερα, είχε μείνει μέχρι πρόσφατα

στη μεθοδολογία του Διοσκορίδη, ο οποίος με το έργο του «Περί Ύλης Ιατρικής»

περιγράφει τα φάρμακα και τις ενδείξεις τους. Η πειραματική φαρμακολογία

αναπτύσσεται στα μέσα του 19ου αιώνα. Τότε ο R. Bucheim πρότεινε την εξέταση

της ενέργειας των φαρμάκων διά πειραμάτων, ανεξαρτήτως της πρακτικής τους

εφαρμογής στη θεραπευτική. Η έρευνα όμως των αιτίων της θεραπευτικής τους

ενέργειας και ο ορισμός τού τόπου δράσεώς τους απαιτεί γνώση της χημείας. Η

φαρμακολογική ενέργεια, τονίζει ο Ιωακείμογλου, δύναται να θεωρηθεί ως

αντίδραση των χημικών ουσιών και των ζώντων κυττάρων. Όταν το 1913 κενώθηκε

θέση βοηθού του Φαρμακολογείου του Βερολίνου, ο διευθυντής καθηγητής Arthur

Heffter ζήτησε από τον Ε. Fisher να του συστήσει ένα γιατρό κάτοχο της

χημείας. Ο Fisher δεν δυσκολεύτηκε να απαντήσει ότι γνωρίζει έναν επιστήμονα

κατάλληλο, ο οποίος όμως είναι… «Grieche». Ο Heffter, ο οποίος ζητούσε έναν

ικανό συνεργάτη, χωρίς να επηρεάζεται από την εθνικότητά του, ενήργησε στο

υπουργείο και κατόρθωσε να δοθεί ειδική άδεια διορισμού στον Ιωακείμογλου, που

σημειώνει υπερήφανα στο βιογραφικό του: «τον Απρίλιον του 1913 εισέπραξα τον

πρώτο μισθό μου ως δημόσιος υπάλληλος του Πρωσσικού Κράτους».

Εκεί ασχολήθηκε με θέματα εθισμού στο αρσενικό και τη φαρμακολογία της

καμφοράς, της δακτυλίτιδος, του βενζολίου, της κινίνης κ.ά. Οι πρωτότυπες

μέθοδοί του για ανίχνευση δηλητηρίων καθιερώθηκαν στη φαρμακολογική

βιβλιογραφία και αναγνωρίσθηκαν διεθνώς.

Ο Γεώργιος Ιωακείμογλου ανάμεσα σε συνεργάτες του και ξένους καθηγητές στο

Βιοχημικό Εργαστήριο του «Ευαγγελισμού»

Τον πρώτο κιόλας χρόνο που ανέλαβε υπηρεσία, ο διευθυντής του εργαστηρίου

έφυγε για τις διακοπές των Χριστουγέννων. «Εγώ δεν εόρτασα Χριστούγεννα του

1913», παραπονείται ο Ιωακείμογλου σε αυτοβιογραφικό του σημείωμα. Μυστηριώδες

νόσημα ταλάνιζε τους εργάτες εργοστασίου αεροπλάνων, με κύριο σύμπτωμα έντονο

ίκτερο, που τους ανάγκαζε να διακομισθούν στο νοσοκομείο. Η διάγνωση ήταν

αδύνατη. Οι υποψίες των νομιάτρων στράφηκαν προς το βερνίκι με το οποίο έβαφαν

το ύφασμα των φτερών των αεροπλάνων της εποχής. Ο Ιωακείμογλου έκανε ένα

επιτυχημένο πείραμα σε σκυλιά. Τους χορήγησε σε εισπνοές την ύποπτη ουσία

τετραχλωραιθάνιο. Την επομένη τα ούρα τους περιείχαν χολοχρωστικές. Όπερ έδει

δείξαι. Η εισπνοή της τοξικής ουσίας προκαλούσε τον ίκτερο στους εργάτες. Όταν

επέστρεψε ο καθηγητής, ο Ιωακείμογλου έσπευσε περιχαρής να του ανακοινώσει τη

διάγνωσή του. Εκείνος, δύσπιστος, του απάντησε παγερά: «Κύριε δόκτωρ,

σπεύδετε». Ήταν ακόμη νέος στο εργαστήριο και δεν τον γνώριζε! Ο Ιωακείμογλου

του εξήγησε λεπτομερώς το πείραμα και ο Heffter έδειξε «με το βλέμμα» την

ικανοποίησή του. Ο Γερμανός καθηγητής, ο οποίος όπως φαίνεται διέθετε μεγάλη

διορατικότητα και κρίση, διείδε τα προσόντα του προικισμένου μαθητή του και,

παρότι ο Ιωακείμογλου δεν έτρεφε μεγάλες ελπίδες για πιθανή ακαδημαϊκή

σταδιοδρομία στη Γερμανία, όπως ομολογεί, με έκπληξή του είδε τον Heffter να

τον προτρέπει να υποβάλει υφηγεσία στην Ιατρική Σχολή του Βερολίνου (1918).

Ένα έτος αργότερα του ανέθεσε τη διδασκαλία της Φαρμακολογίας και το 1922 θα

εκλεγεί έκτακτος καθηγητής και προσωρινός διευθυντής της Φαρμακολογίας, λόγω

ασθενείας του Heffter, θέση που θα διατηρήσει μέχρι το 1927. Το 1928 θα κληθεί

ως καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (είχε εκλεγεί και

παλαιότερα, το 1923, αλλά δεν αποδέχθηκε τον διορισμό για λόγους προσωπικούς).

Τον επόμενο χρόνο θα εκλεγεί μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Από το 1935 διετέλεσε πρόεδρος του Ανωτάτου Υγειονομικού Συμβουλίου. Κατά τη

διάρκεια της μακρόχρονης θητείας του (1935-1960), η υποδειγματική λειτουργία

του Συμβουλίου συνετέλεσε στην πρόληψη των νοσημάτων και τη βελτίωση της

υγείας του λαού. Διετέλεσε προσέτι διευθυντής και καθηγητής της Υγειονομικής

Σχολής Αθηνών (1929-1939), διευθυντής της Βιοχημικού Εργαστηρίου του

θεραπευτηρίου «Ο Ευαγγελισμός» (1931-1960), αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Χημικού

Συμβουλίου και μέλος της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας.

Με τη συνεργάτιδά του διάσημη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Λονδίνου Ελεονώρα Ζαΐμη

Το πρωτότυπο και σημαντικό ερευνητικό του έργο, που επιτελέσθηκε κατά τη

διάρκεια του Μεσοπολέμου στο Βερολίνο, ήταν ήδη γνωστό πριν κληθεί στο

Πανεπιστήμιο Αθηνών και το κύρος του πανευρωπαϊκό. Οι εργασίες του στην

περιοχή της ορολογίας, μικροβιολογίας, υγιεινής, βιολογικής και τοξικολογικής

χημείας, ιατρικής φυσικής, φυσιολογίας και κυρίως της πειραματικής

φαρμακολογίας «εδημοσιεύθησαν εις τα κράτιστα ειδικά της Γερμανίας περιοδικά»,

όπως επισημαίνει η εισηγητική έκθεση για την Ακαδημία Αθηνών, που υπογράφεται

από τους διαπρεπείς καθηγητές Μ. Κατσαρά, Γ. Σκλαβούνο και Ε. Εμμανουήλ.

Ο Ιωακείμογλου ερχόμενος στην Ελλάδα, με πολλούς κόπους, υπεράνθρωπες

προσπάθειες και προσωπικές θυσίες εξοπλίζει το Φαρμακολογείο, που παρέλαβε σε

«εμβρυώδη» κατάσταση, όπως τόνισε ο καθηγητής Ιωάννης Χαραμής, κοσμήτορας της

Ιατρικής Σχολής, κατά την τελετή της Εβδομηκονταετηρίδος του. Γι’ αυτό, με

πικρία και αγανάκτηση μαζί, εξιστορεί, με την ευκαιρία της εκτύπωσης της

τρίτης έκδοσης του βιβλίου του «Φαρμακολογία και Συνταγολογία» (1946), τις

καταστροφές και τους βανδαλισμούς των χιτλερικών στρατευμάτων, που μετέτρεψαν

το Φαρμακολογείο σε «ξενοδοχείο με σφαιριστήρια»! «Ο άγριος επιδρομεύς»,

γράφει χωρίς να φείδεται, παρότι γερμανοσπουδασμένος, των δεόντων

χαρακτηρισμών για τα στρατεύματα κατοχής, «δεν εσεβάσθη ουδέ την επιστήμην…

Ελεηλάτησε τα έπιπλα και επιστημονικά όργανα μη φεισθείς ουδέ των

πειραματοζώων μας! Κόποι πολλών ετών διά την βελτίωσιν της θεωρητικής

διδασκαλίας του μαθήματός μου και των ασκήσεων των φοιτητών εχάθησαν εις την

άβυσσον της εθνικοσοσιαλιστικής παραφροσύνης. Αι δυσχέρειαι διά την εκτύπωσιν

της νέας εκδόσεως υπήρξαν μεγάλαι. Πληθωρισμός, απεργίαι, απαιτήσεις

τυπογράφων, έλλειψις φωτός και χάρτου επαρουσιάζοντο πολλάκις ως ανυπέρβλητα

εμπόδια και ηνάγκαζαν τον συγγραφέα να διακόπτη την εκτύπωσιν επί μήνας».

Άρχισε την εκτύπωση το 1942, «τας σκοτεινάς εκείνας ημέρας της δουλείας», και

οι ανυπέρβλητες δυσχέρειες είναι εμφανείς στο βιβλίο του, που περιέχει

16σέλιδα διαφόρων χρωμάτων, από του κιτρίνου έως του γαλάζιου. Παρά ταύτα το

έργο είναι επιστημονικά πλήρως ενημερωμένο μέχρι τις τελευταίες έρευνες για τα αντιβιοτικά.

Ο Ιωακείμογλου ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα εθισμού στα ναρκωτικά, σε μια

εποχή που δεν είχε ακόμη λάβει διαστάσεις μάστιγας όπως σήμερα, και

αποδείχθηκε όχι μόνο βαθύς ερευνητής των φαρμακολογικών ιδιοτήτων τους, αλλά

και διορατικός πρωτοπόρος των μελλοντικών κοινωνικών κινδύνων (από το 1929!).

Ήδη από το 1932 με σύστασή του απαγορεύεται στην Ελλάδα η χρήση της ηρωίνης,

25 χρόνια ενωρίτερα απ’ ό,τι στη Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (!), όπως

βεβαιώνει ο καθηγητής F. Eichholtz, διευθυντής του Φαρμακολογικού Ινστιτούτου

του Πανεπιστημίου της Heidelberg. Ο τελευταίος θεωρεί τον Ιωακείμογλου όχι

μόνο θεμελιωτή της ελληνικής φαρμακολογίας, αλλά και κύριο εισηγητή της

ελληνικής νομοθεσίας περί τοξικών φαρμάκων και της αρτίας και «υποδειγματικής

κρατικής υγειονομικής περίθαλψης του ελληνικού κράτους». Η βαθιά γνώση των

ναρκωτικών ουσιών και η διεθνής συμβολή του Ιωακείμογλου στην έρευνά τους

αναγνωρίσθηκε με τον διορισμό του, από το 1950, ως μόνιμου μέλους της

Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων της Παγκοσμίου Οργανώσεως Υγείας για τα φάρμακα που

προκαλούν τοξικομανία. Η παλιότερη επιτυχημένη ενασχόλησή του με τα θέματα

αυτά ­ είχε συγγράψει το κεφάλαιο περί χασίς στο σύγγραμμα τού Α. Heffter

«Handbuch der Experimentalen Pharmakologie» (Βερολίνο 1924) ­ βάρυνε ιδιαίτερα

στην επιλογή του. Η επιτυχής συνεργασία του από τη νέα του θέση στον αγώνα

κατά των ναρκωτικών εκτιμήθηκε, ώστε να προταθεί από την Παγκόσμια Οργάνωση

Υγείας ως μέλος του Οργάνου Ελέγχου Ναρκωτικών. Κατά τα έτη 1959-1962

διετέλεσε αντιπρόεδρος και από το 1963 πρόεδρος του Οργάνου, που είχε ως κύριο

έργο την παρακολούθηση της κίνησης των ναρκωτικών και την παρεμπόδιση του

λαθρεμπορίου τους διεθνώς.

Η άποψή του, σύμφωνα με την οποία το χασίς, παρότι δεν προκαλεί σημαντική

εξάρτηση, «είναι λίαν επικίνδυνο και πρέπει να ελέγχεται ως ναρκωτικό», δεν

επέτρεψε την ελεύθερη χρήση του (που ζητούσαν άλλοι επιστήμονες από τότε!) και

επιβλήθηκε διεθνώς. Οι έρευνές του επέσυραν την προσοχή του γνωστού βρετανικού

ιδρύματος Ciba Foundation, το οποίο ανέθεσε σε διεθνή ομάδα διαπρεπών

φαρμακολόγων (Study group) επιστημονικό συμπόσιο σχετικό με το χασίς. Ο τόμος

με τίτλο «Haschish: its chemistry and pharmacology» περιέλαβε τις εργασίες και

δημοσιεύθηκε από το ίδρυμα προς τιμήν του επικεφαλής του συμποσίου καθηγητού

Γ. Ιωακείμογλου (London 1965).

Στο Αχίλλειο της Κέρκυρας με φιλοξενουμένους του

Η έρευνά του για τις καρκινογόνες ουσίες του καπνού τον οδήγησε στο προφητικό

για την εποχή (1960) συμπέρασμα ότι η συνεχής αύξηση του καρκίνου των βρόγχων

οφειλόταν στο κάπνισμα και στις εξατμίσεις των αυτοκινήτων. Εξάλλου πίστευε

ότι το ελαιόλαδο είναι σημαντικό για την υγιεινή διατροφή μας.

Η πρώτη επισήμανση επίσης της βλαπτικής επίδρασης των τεχνητών χρωστικών

ουσιών ορισμένων τροφίμων οφείλεται στον ίδιο, ο οποίος (το 1947) αντέδρασε

στην εισαγωγή στη χώρα μας 18 συνθετικών χρωστικών, που εθεωρούντο αβλαβείς

στην Αμερική. Η μετέπειτα απόδειξη της καρκινογόνου δράσεως πολλών εξ αυτών

τον δικαίωσε πλήρως!

Κάθε σελίδα του συγγραφικού του έργου δείχνει τη βαθιά μόρφωσή του. Ως

πρόχειρο παράδειγμα αναφέρεται η εμπεριστατωμένη ιστορική αναδρομή σε εργασίες

του στις πληροφορίες του Ηροδότου σχετικά με τη χρήση χασίς από τους Σκύθες ή

της μήκωνος κατά τη Μινωική εποχή, που σταχυολογούνται από τα Ομηρικά έπη. Τα

ιστορικά του στοιχεία είναι σήμερα τόσο πολύτιμα όσο και το φαρμακολογικό

μέρος των μελετών του. Το βασικό του σύγγραμμα, της «Φαρμακολογίας», επίσης

διανθίζει με αποσπάσματα στίχων Λατίνων ποιητών, αρχαίων ρητών και ιστορικών

παραδειγμάτων, που αφαιρούν τη βαριά οσμή των φαρμακευτικών σκευασμάτων και το

καθιστούν ευχάριστο ανάγνωσμα, αλλά και πολύτιμη πηγή ιστορικών πληροφοριών. Η

γνώση των λατινικών, που διδάχθηκε στην Ευαγγελική Σχολή, είναι εμφανής στη

συνταγογραφία του, αλλά και στο κείμενό του.

Τον Σεπτέμβριο του 1920 ο Ιωακείμογλου προσκλήθηκε από τον μαθηματικό

Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Βερολίνου, στον οποίο

ο Ελ. Βενιζέλος είχε αναθέσει την οργάνωση Πανεπιστημίου στη Σμύρνη, σε

συνεργασία για τον σκοπό αυτό. Ο Ιωακείμογλου δέχθηκε την πρόταση, του έκανε

μάλιστα εντύπωση η επιμονή του Βενιζέλου να ιδρύσει το δεύτερο ελληνικό

Πανεπιστήμιο στη Σμύρνη ­ το διεκδικούσε πιεστικά και η Θεσσαλονίκη ­ παρά το

ότι βρισκόταν ακόμη σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία.

Στην αυτοβιογραφία του διαφαίνεται ο θαυμασμός του προς τον ιδεαλισμό του

Εθνάρχη, που ήθελε να προσφέρει και προς τον τουρκικό λαό, ιδρύοντας μαζί με

την Ιατρική, Φιλοσοφική και άλλες Σχολές και Τμήμα Ανατολικών Γλωσσών, κάτι

που δεν σκέφθηκαν ποτέ ούτε οι ίδιοι οι Τούρκοι. Ιδού πώς περιγράφει τη

συνάντησή του με τον μεγάλο πολιτικό: «Ο Καραθεοδωρής είχε κανονίσει

συνεργασίαν με τον Ελευθέριον Βενιζέλον, ο οποίος μας είχε καλέσει να

μεταβώμεν εις τας επτά την πρωίαν εις την οικίαν του, γωνίαν Αμερικής και

Πανεπιστημίου… Η οικία του Ελευθερίου Βενιζέλου ήτο επιπλωμένη πολύ πενιχρά

και ομολογώ ότι εξεπλάγην πώς ένας τόσον μεγάλος πολιτικός ζη εις τοιούτον

λιτόν περιβάλλον. Μετ’ ολίγον ο Κλέαρχος Μαρκαντωνάκης μας εκάλεσε να

περάσωμεν εις το γραφείον του Προέδρου… Ο Βενιζέλος μας ωμιλούσε με μεγάλην

ζωηρότητα, εκινούσε τον δείκτην της δεξιάς χειρός και έλεγε: Θα πάτε εις την

Σμύρνην, θα σας παράσχουν όλας τας ευκολίας, το έργον σας είναι σπουδαίον, η

Ελλάς πρέπει να εκπολιτίσει όλην την Μικράν Ασίαν. Θα έλθει μαζί σας ο

Αλέξανδρος Ζαχαρίου, διά να βοηθήσει και ετοιμασθούν τα ταχύτερον τα κτίρια

του Πανεπιστημίου.

Και άλλα πολλά μας είπε το αξέχαστο εκείνο πρωί ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ο

ενθουσιασμός μας διά τα λόγια του ήτο μεγάλος. Έπειτα, από ολίγας ημέρας, την

4ην Οκτωβρίου του 1920, ο Καραθεοδωρής, ο Ζαχαρίου και εγώ εφεύγαμε με πλοίον

του Πανταλέοντος διά Σμύρνην. Το απόγευμα της επομένης ο Καραθεοδωρής και εγώ

είχαμεν συνεργασίαν με τον Ύπατον Αρμοστήν. Ο Καραθεοδωρής τού είπε ποιος

είμαι. Η πρώτη φράση του Στεργιάδη ήτο:

­ Είσθε πολύ νέος!

Η απάντησίς μου: ­ Κύριε Αρμοστά, τούτο είναι πράγματι ένα μειονέκτημα. Να

είσθε όμως βέβαιος πως αυτό θα ελαττούται από ημέρας εις ημέραν».

Οι σχέσεις του με τον Ύπατο Αρμοστή της Σμύρνης δεν φαίνεται να βελτιώθηκαν με

τον καιρό.

Ο Ιωακείμογλου αναγνωρίσθηκε ως ο ιδρυτής της Πειραματικής Φαρμακολογίας στην

πατρίδα μας. Όπως γράφει ο καθηγητής Κ. Μοίρας, «σημαντική είναι η ερευνητική

συμβολή του και τεράστιον το διδακτικόν του έργον, το οποίον εις μεν την

Ελλάδα απετέλεσε σταθμόν, διεθνώς δε εδημιούργησε την Σχολήν Ιωακείμογλου».

Και αυτό ίσως αποτελεί το σημαντικότερο έργο του. Βοήθησε να ανδρωθεί κοντά

του πλειάδα, κατά το πρότυπό του, αρίστων μαθητών, οι οποίοι με την έρευνά

τους τίμησαν τον δάσκαλο, συνέχισαν το έργο του και άνοιξαν νέους ορίζοντες

στη φαρμακολογική έρευνα. Ο ίδιος, τιμώντας επίσης τους δασκάλους του με

ιπποκρατική αντίληψη, αποτιμά τη συμβολή του:

«Υπήρξα τυχερός με τους διδασκάλους μου. Το αυτό ισχύει και διά τους μαθητάς

μου. Αποχωρών από το Πανεπιστήμιον, μετά τριακονταετή θητείαν, αφίνω αρίστους

μηθητάς οίτινες έχουν ήδη διαπρέψει τόσον εις την ακαδημαϊκήν διδασκαλίαν όσον

και εις την επιστημονικήν έρευναν. Και ως ομότιμος καθηγητής θα είμαι

συμπαραστάτης των και θα χαίρω πάντοτε διά πάσαν επιστημονικήν των επιτυχίαν».

Μεταξύ των συνεργατών και μαθητών του καταλέγονται δεκάδες διαπρεπών

καθηγητών, όπως η Ελεονώρα Ζαΐμη στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, ο Χάρης

Αντωνιάδης (Βιοχημεία) στο Χάρβαρντ, ο Γ. Λογαράς στη Θεσσαλονίκη, ο Ν.

Κλεισιούνης σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, οι Κ. Μοίρας (Βιοχημεία) και Δ. Βαρώνος

στην Αθήνα e tutti quanti.

Η ανοδική ακαδημαϊκή πορεία του Ιωακείμογλου, από τις ακτές της Ιωνίας στο

Βερολίνο και στην ελληνική πρωτεύουσα, η ανάληψη ανωτάτων ακαδημαϊκών και

καιρίων κρατικών θέσεων και η απονομή επίζηλων τιμητικών διακρίσεων ήταν

αποτέλεσμα της επίπονης, μεθοδικής και γόνιμης φαρμακολογικής του έρευνας, η

οποία αναγνωρίσθηκε και καθιερώθηκε, λόγω της πρωτοτυπίας της, στη διεθνή

βιβλιογραφία. Πανευρωπαϊκής εμβέλειας επιστήμων, εμπνευσμένος και χαρισματικός

διδάσκαλος, με λεπτό χιούμορ και γλαφυρός συγγραφέας με ιστορικοφιλολογικές

διανθίσεις στο φαρμακολογικό του έργο, έθεσε την προσωπική του σφραγίδα στην

επιστημονική πρόοδο του αιώνα μας με τη δική του συμβολή και τη συνέχεια των

καταξιωμένων επιγόνων του.

* Ο κ. Γιάννης Λασκαράτος είναι επίκουρος καθηγητής της Ιστορίας της

Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και διδάκτωρ της

Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.