Οι συγκλονιστικές στιγμές που ακολούθησαν τον μεγάλο σεισμό της

Βορειοδυτικής Αττικής προκάλεσαν, κατ’ ανάγκην στην αρχή, καθ’ έξιν αργότερα,

ένα κύμα αμπελοφιλοσοφίας. Όπως συνήθως, στερεότυπα επαναλήφθηκαν κατά κόρον

και έγιναν «κοινός τόπος», το κατά τον Galbraith «common wisdom».

Ένα από αυτά ήταν σε γενικές γραμμές ότι «μπροστά στη δύναμη της φύσης που

αποκαλύπτει ξαφνικά την αγριότητά της ο άνθρωπος ενδεής εγκαταλείπει κάθε

εγωιστική σκέψη και προδιάθεση, κάθε πολιτική προκατάληψη, κάθε νοσηρή

κοινωνική πρακτική». Ένα μεγάλο κύμα αλληλεγγύης υποτίθεται ότι σαρώνει τα

πάντα, βελτιώνει τον κάθε ένα από εμάς και όλους μαζί συλλογικά και μας εξαγνίζει

Δεν είναι εξάλλου άσχετη με τον τρόπο αυτόν σκέψης και η αντιμετώπιση της

Εκκλησίας. Άκουσα αρχιερείς να λένε ότι ο σεισμός και οι συνεχείς επί τρεις

μέρες βροχοπτώσεις που επικεντρώθηκαν στο σημείο της καταστροφής δεν ήταν

φυσικά φαινόμενα, εξαιρετικά μεν αλλά απόλυτα εξηγήσιμα, αλλά προειδοποίηση

κατά του αμαρτάνειν και ευκαιρία εξαγοράς μέσω της φιλανθρωπίας και άλλων

θετικού χαρακτήρα συμπεριφορών.

Ηρωισμός – αυταπάρνηση

Πρόθεσή μου δεν είναι να γίνω κυνικός ούτε να αμφισβητήσω τον ηρωισμό, την

αυταπάρνηση, την υπέρβαση των φυσιολογικών δυνατοτήτων που απαιτήθηκε από

δημάρχους, ιερείς, γιατρούς, υπαλλήλους, εθελοντές, όλους όσους εν πάση

περιπτώσει πήραν από την πρώτη στιγμή τα πράγματα στα χέρια τους. Ούτε την

αξιέπαινη συμπεριφορά χιλιάδων απλών ανθρώπων του μόχθου, ιδιαίτερα των

γυναικών που με ψυχραιμία, αξιοπρέπεια που σε καθήλωνε, πείσμα και αυστηρή

αποφασιστικότητα δεν άφησαν την καταστροφή να τους καταβάλει, να διαλύσει

οικογενειακούς, γειτονικούς και άλλους ιστούς αλληλεγγύης που κράτησαν

συνοικίες και πόλεις ολόκληρες ζωντανές.

Είναι όμως ανάγκη να δούμε αυτό που μας συνέβη όπως είναι και πέρα από

απλοποιήσεις, ακρωτηριασμούς και παραποιήσεις. Και γιατί σεισμούς στην Ελλάδα

θα έχουμε συχνά. Είναι το τίμημα που πληρώνουμε γιατί ζούμε σ’ αυτό τον

μοναδικό επίγειο παράδεισο. Και γιατί καλό είναι κάθε εμπειρία να διδάσκει και

να βελτιώνει την κοινωνική συνείδηση και το συλλογικό υποσυνείδητο.

Κατ’ αρχήν η φύση δεν είναι ούτε «άγρια» ούτε «κακιά». Η φύση είναι ο εαυτός

της. Ένας σεισμός είναι απόλυτα φυσιολογικό και γι’ αυτό από καιρού εις καιρόν

αναμενόμενο φαινόμενο.

Η φύση δεν έχει προνοήσει για την τύχη οικισμών αυθαιρέτων που ορθώνονται σε

μια νύχτα μετά τη δέουσα δωροδοκία των αστυνομικών οργάνων υπό την επίβλεψη

του τοπικού βουλευτή εργολάβου. Δεν έχει προβλέψει την κατασκευή πολυκατοικιών

χωρίς το επιβαλλόμενο τσιμέντο και σίδερο από αναιδείς τοπικούς «μηχανικούς»

με ειδικές προσβάσεις στους αμαρτωλούς πολεοδομικούς μηχανισμούς της

«ομόχρωμης» Νομαρχίας. Η φύση, τέλος, στη μακαριότητά της δεν ασχολείται με

την ανέγερση βιομηχανικών συγκροτημάτων πάνω σε μπαζωμένα ρέματα, προορισμένα

για να συχνάζουν τα χελιδόνια.

Η φύση έχει τον δικό της ρυθμό. Τραβάει ένα σεισμό, ταχτοποιεί τα σωθικά της

και «όποιον πάρει ο χάρος».

Πολιτικό πρόβλημα

Οι σκηνές. «Έχει ή όχι το ελληνικό κράτος 12.000 σκηνές; Αν ναι, τότε να

δοθούν επιτέλους στους σεισμόπληκτους. Αν όχι, τότε κάποιο κεφάλι υπουργού

πρέπει να πέσει αμέσως»

Με άλλα λόγια ο αριθμός των νεκρών σε αυτή την υπόθεση είναι καθαρά πολιτικό

πρόβλημα. Πρέπει να εξαντληθεί όλη η αυστηρότητα του υπάρχοντος νομικού

πλαισίου κατά των υπευθύνων και να συζητηθεί σοβαρά από την κυβέρνηση, τη

Βουλή και το Τεχνικό Επιμελητήριο το να γίνουν αυστηρότερες οι προβλεπόμενες κυρώσεις.

Δεν είναι δυνατόν πράξεις ή παραλείψεις όπου η βαρύτατη αμέλεια αγγίζει τον

ενδεχόμενο δόλο και προκαλούν δεκάδες νεκρούς να αντιμετωπίζονται ως πλημμελήματα.

Ειδικά το Τεχνικό Επιμελητήριο θα πρέπει να αντιληφθεί ότι για να

αναγνωρίζεται το κύρος του, όπως κατά καιρούς επιδιώκει, δεν μπορεί να

λειτουργεί ως ένα ακόμη συνδικαλιστικό όργανο. Θα πρέπει να πρωτοστατήσει στη

θέσπιση δρακοντείων ποινών και στη διά παντός αποβολή από το επάγγελμα όσων

παρανομούν, ατιμάζοντας και τους υπολοίπους.

Τέλος, θα έπρεπε άμεσα να αρχίσει από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις

(πολυτελείς κατοικίες επωνύμων, γνωστές μεγάλες επιχειρήσεις) η παραδειγματική

κατεδάφιση όλων των κτισμάτων που βρίσκονται σε μπαζωμένα ρέματα, ποτάμια και

αιγιαλούς. Να εφαρμοστούν οι νόμοι.

Έτσι όταν η φύση μάς θυμίζει την παρουσία της θα είμαστε καλύτερα

προσαρμοσμένοι στις απαιτήσεις της. Δεν θα δαιμονοποιούμε τη φύση για ν’

αποφύγουμε την ουσιαστική αντιμετώπιση των προβλημάτων, των αδυναμιών και των

αμαρτιών της Πολιτείας μας.

Όταν ο Έλληνας μιλάει για την Πολιτεία, ιδίως όταν μιλάει με αγανάκτηση και

παράπονο ή για να διατυπώσει απαιτήσεις, σχεδόν πάντα εννοεί το Κράτος. Είναι

όμως φανερό, ιδιαίτερα σε στιγμές έκτακτης ανάγκης, ότι τα γεγονότα

διαμορφώνονται μόνο εν μέρει από τη δράση του Κράτους. Είναι ανάγκη να

συνδράμουν θετικά και τα δύο άλλα συστατικά στοιχεία της Πολιτείας: η

οργανωμένη κοινωνία και ιδιαίτερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση και οι ίδιοι οι πολίτες.

Ως εμπειρία και για τον φόβο ­ απευκταίο αλλά πιθανό ­ μελλοντικού σεισμού θα

πρέπει να δούμε τη λειτουργία και των τριών αυτών συστατικών της Πολιτείας,

τις ευθύνες που προκύπτουν και τις μελλοντικές βελτιώσεις που είναι δυνατό να

εισαχθούν επειγόντων στο σύστημά μας.

Εθνική ομοψυχία

Ας μου επιτραπεί μια εισαγωγική παρατήρηση. Τα τρία πρώτα εικοσιτετράωρα, όσο

κρατούσε η συγκλονιστική προσπάθεια των ηρωικών πυροσβεστών και άλλων

εθελοντών για τη διάσωση των εγκλωβισμένων, λειτούργησε μια θαυμαστή εθνική

ομοψυχία. Οι φυσικές καταστροφές και εξ αντικειμένου αλλά και γιατί η καλή

πίστη δεν είναι το πιο διαδεδομένο χαρακτηριστικό της δημόσιας ζωής μας

προσφέρονται για πολιτική εκμετάλλευση.

Είναι γνωστό ότι κάθε φορά που προκύπτει μια πλημμύρα ή χιονόπτωση ή πυρκαγιά

οι συνέπειές της γίνονται αντικείμενο ξεδιάντροπης και ξέφρενης καπηλείας από

την εκάστοτε αντιπολίτευση και εάν κάποιος τολμήσει να πει με λόγια απλά την

αλήθεια χλευάζεται και αναγκάζεται να σιωπήσει από τον ορυμαγδό των

πολιτικολογούντων (ποιος δεν θυμάται την «κουκουνάρα» του κ. Γ. Ράλλη, ενός

από τους λίγους Έλληνες πολιτικούς που τολμούσαν να έρθουν αντιμέτωποι με το

κύμα δημαγωγίας).

Το κράτος εν δράσει

Αυτήν τη φορά, οι εκπρόσωποι του πολιτικού λόγου, ιδίως οι κάμερες, έφτασαν

καταϊδρωμένες, ίσως και ελαφρώς έντρομες, με σημαντική καθυστέρηση στον τόπο

της καταστροφής και βρήκαν το Κράτος ήδη εκεί και εν δράσει. Η δράση υπέταξε

το λόγο, η πραγματικότητα τα μυθεύματα.

Μόλις όμως η ακροαματικότητα της αναμετάδοσης των απεγκλωβισμών άρχισε να

πέφτει και οι ελπίδες διάσωσης ζώντων να εξανεμίζονται, τα Μέσα και οι

πολιτικοί που κινούνται στον ρυθμό τους ανακάλυψαν τις πραγματικές διαστάσεις

της καταστροφής μας. Επισκέφτηκαν τα Λιόσια, το Μενίδι, την Ελευσίνα, τους

Θρακομακεδόνες και τη Χασιά και όλα πήραν τον παλιό γνώριμο δρόμο της

ρητορικής, της ανευθυνότητας και της καπηλείας.

Με την ιδιότητα του αυτόπτη μάρτυρα από την αρχή μέχρι την ώρα που γράφονται

αυτές οι γραμμές διεκδικώ το δικαίωμα να μιλήσω χωρίς φόβο και χωρίς πάθος, με

κύριο γνώμονα πώς θα βελτιώσουμε την τύχη των ανθρώπων που χτύπησε ο σεισμός

στο μέλλον.

Κατ’ αρχήν για το Κράτος. Εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε το θεσμικό επίπεδο από

εκείνο της εκτέλεσης. Η κυβέρνηση συνολικά λειτούργησε άψογα. Συλλογικά όργανα

και οι περισσότεροι επιμέρους υπουργοί βρέθηκαν στις θέσεις τους, αγωνίστηκαν,

πήραν έγκαιρα τις σωστές αποφάσεις, αλλά τα δύο πρώτα μέτρα που έπρεπε ήδη να

έχουν εφαρμοστεί απέτυχαν παταγωδώς.

Δύο πράγματα περίμεναν αμέσως από το Κράτος οι πληγέντες: σκηνές και το

χρηματικό βοήθημα των διακοσίων χιλιάδων δραχμών. Σάββατο απόγευμα που

γράφονται αυτές οι γραμμές και η μία και η άλλη ανάγκη δεν έχουν καλυφθεί πλήρως.

Οι ουρές για το βοήθημα

Καταρρεύσεις κτιρίων. «Πρέπει να εξαντληθεί όλη η αυστηρότητα του υπάρχοντας

νομικού πλαισίου κατά των υπευθύνων και να συζητηθεί σοβαρά το να γίνουν

αυστηρότερες οι προβλεπόμενες κυρώσεις»

Για το βοήθημα ο αρμόδιος υφυπουργός έστειλε με ανακοίνωσή του χιλιάδες

δυστυχείς σε ουρές αναμονής την Παρασκευή πρωί για να μάθει περί το μεσημέρι

από τους δημοσιογράφους ότι τα χρήματα δεν είχαν διατεθεί. Και σαν να μην

έφτανε αυτό έμπλεξε σε έναν ατυχέστατο καβγά με τις Νομαρχίες, έριξε ευθύνες

στους δημάρχους και εδημιούργησε γενικό εκνευρισμό.

Οι σκηνές από την αρχή ήταν ένα αίτημα που θα μπορούσε να ικανοποιηθεί

ταχύτερα σε μεγαλύτερο βαθμό. Υπήρξε βέβαια καθυστέρηση, αλλά ο κόσμος έδειξε

μεγάλη υπομονή που όμως άρχισε να χάνεται μόλις άρχισαν οι βροχές. Η κυβέρνηση

ακολούθησε και προσπάθησε να επιβάλει αυταρχικά τη λανθασμένη άποψη των καταυλισμών.

Έτσι στήθηκαν εκατοντάδες σκηνές που μένουν κενές σε γήπεδα και πάρκα ενώ οι

πολίτες ζητούσαν και δεν έβρισκαν μια σκηνή για να τη στήσουν μόνοι τους δίπλα

στο σπίτι τους, για να μπορούν να φυλάνε τα υπάρχοντά τους και ίσως στις

λιγότερο επικίνδυνες περιπτώσεις να χρησιμοποιούν χώρους υγιεινής, ψυγεία και άλλα.

«Να πέσει κάποιο κεφάλι»

Το ερώτημα είναι και παραμένει: Έχει ή όχι το ελληνικό κράτος δώδεκα χιλιάδες

σκηνές; γιατί τόσες περίπου απαιτούνται. Αν ναι, τότε να δοθούν επιτέλους

στους σεισμόπληκτους που σε λίγο θα συμπληρώσουν μία εβδομάδα στο ύπαιθρο και

ας αφήσουμε τους σχεδιασμούς και τις θεωρητικές συζητήσεις για αργότερα. Αν

όχι, τότε κάποιο κεφάλι πρέπει να πέσει αμέσως και για να μην υπάρχει καμιά

αμφιβολία εξηγώ ότι εννοώ υπουργικό κεφάλι, τίποτε λιγότερο!

Είναι πράγματι κρίμα ότι οι λανθασμένες επιλογές, η ξεροκεφαλιά και η έλλειψη

συντονισμού αμαύρωσαν τελικά μια κρατική κινητοποίηση που ήταν πρωτοφανής για

τα ελληνικά δεδομένα.

Ο χαρακτηρισμός των κτιρίων, η τήρηση της τάξης από Αστυνομία και Στρατό, η

χορήγηση τροφίμων, η κάλυψη υγειονομικών αναγκών έγιναν με την κινητοποίηση

χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και ιδιωτών με τρόπο που αρμόζει σε ένα σύγχρονο

οργανωμένο κράτος. Και βέβαια εδώ δεν πρέπει να παραλείψω τους δημάρχους και

κοινοτάρχες, ηρωικές φυσιογνωμίες, που δέχθηκαν όλα τα πυρά. Άστεγοι και οι

ίδιοι, άυπνοι, άντεξαν και καταξίωσαν τον θεσμό που υπηρετούν, δικαιώνοντας

την εκχώρηση όλο και πιο διευρυμένων αρμοδιοτήτων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση στο μέλλον.

Το μέλλον της περιοχής

Δυο λόγια για αυτό το μέλλον. Η ανοικοδόμηση της Βορειοδυτικής Αττικής έχει

διαστάσεις που ξεπερνούν τα όρια μιας στεγαστικής πολιτικής αντιμετώπισης των

συνεπειών του σεισμού. Για να μη θεωρηθούμε αιθεροβάμονες να θυμίσουμε ότι το

αργότερο μέχρι το τέλος Οκτωβρίου όσοι δεν θα έχουν μετακινηθεί σε νοικιασμένα

σπίτια ­ και τι γίνεται με τον έλεγχο της κερδοσκοπίας στα ενοίκια που

εμφανίσθηκε ήδη; ­ θα πρέπει να εγκατασταθούν σε ενδιάμεσες προκατασκευασμένες

σταθερές κατοικίες με τα βασικά δίκτυα και υγειονομική επάρκεια.

Ταυτόχρονα όμως ­ δηλαδή μέσα στο 1999 ­ πρέπει να γίνουν οι μελέτες για το

μέλλον της περιοχής. Πολεοδομικές βελτιώσεις, νέες οικονομικές δραστηριότητες,

συγκέντρωση και μεταφορά τους αλλού εν όψει και των Ολυμπιακών Αγώνων, που

συνδέονται άμεσα με την περιοχή, πρέπει να ληφθούν άμεσα υπόψη. Ο σεισμός

μπορεί να γίνει μια ευκαιρία για ανάπτυξη.

Οι ρυθμίσεις που αναγγέλθηκαν από την κυβέρνηση είναι ικανοποιητικές για την

αποκατάσταση κάθε νοικοκυριού. Το πρόβλημα της άμεσης ρευστότητας μπορεί να

αντιμετωπιστεί εν μέρει με επιχορήγηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δάνειο της

Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του Ταμείου Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Για να λύνονται τα καθημερινά και να αξιοποιήσουμε θετικά τις προοπτικές

χρειάζεται ένα επιτόπου κυβερνητικό όργανο. Μια Υπουργική Επιτροπή, που θα

λειτουργεί συνήθως σε επίπεδο γενικών γραμματέων και θα συγκαλείται από το

Γραφείο του Πρωθυπουργού.

Ας ξεπεράσουμε την γκρίνια και τον πειρασμό της μικροκομματικής εκμετάλλευσης

και ας πούμε όπως είμαι σίγουρος ότι λένε όλοι αυτοί μέσα στις σκηνές: «Αφού

ζήσαμε, θα τα ξαναφτιάξουμε. Καλύτερα, δυνατότερα, πλουσιότερα».