Στην Ολυμπία, ο Vidal-Naquet παρουσίασε την πολιτική υφή της αρχαίας

τραγωδίας. Με την τραγωδία οι Έλληνες δεν αντίκρυζαν απλώς το είδωλό τους,

αλλά έπαιζαν παιχνίδι εξτρεμιστικό, επικίνδυνο και αναγκαίο: η θεατρική σκηνή

ήταν εργαστήρι για διερεύνηση απαγορευμένων φόβων, των ορίων του νόμου, της

πολιτείας, του πολιτισμού, της πολιτικής.

Στην τραγωδία συγκρούονται όχι απλώς πρόσωπα, αλλά καταστάσεις πραγμάτων,

κοσμοθεωρίες σχετικά με την έννοια του πολίτη, της πολιτείας, των οργάνων της,

με κύρωση τον θάνατο. Η αντιπαράθεση Έλληνας – βάρβαρος, ξένος – πολίτης

διερευνά και διαπλάσσει με διαδοχικές προσεγγίσεις τα όρια πολιτείας και

πολιτικής. Υπολογιστής απάντησε στον Vidal-Naquet ότι η λέξη «ξένος» δεν

απουσιάζει από καμιά τραγωδία, εκτός από τους «Πέρσες» που κατακλύζονται από

«βαρβάρους». Διάλογος ανάμεσα στη νομοτέλεια κοινωνικού αποκλεισμού και

εγκλεισμού συγκροτεί τη μοιραία βάση της τραγωδίας. Ο χορός με τραγική αίσθηση

από ομάδες περιθωρίου ­ θεότητες, ηλικιωμένους, ανηλίκους, γυναίκες,

αιχμαλώτους ­ αποστασιοποιείται: εάν οι πρωταγωνιστές φέρουν διαφορετικούς

κόσμους, ο χορός συνιστά τρίτο βλέμμα που κρίνει αδυσώπητα, αλλά αμέτοχα κι

ανίσχυρα. Μπορεί στη νεώτερη εποχή η πολιτική να εμφανίζεται σαν τραγωδία όπως

πίστεψε ο Ναπολέων, όμως στην αρχαιότητα, τόνισε ο Vidal-Naquet, συνέβαινε

ακριβώς το αντίστροφο: η τραγωδία ήταν συντριπτικά πολιτική.

Παράδοξο της εποχής μας: ενώ το ενδιαφέρον για την πολιτική εκπίπτει,

ανανεώνεται η γοητεία της τραγωδίας. Παράλληλα, το τέλος του αιώνα πλημμυρίζει

με πολλαπλά αιτήματα ταυτότητας και ένταξης του ατόμου σε ευρύτερα υποσύνολα.

Τα δυο στοιχεία αλληλοτροφοδοτούνται. Με το τρέχον κήρυγμα της

παγκοσμιοποίησης, αντί σύγκλισης κοινωνιών, εκδηλώνονται παντού κινήματα

πολιτιστικής ετερότητας. Ο κίνδυνος της εποχής μας δεν είναι η εξομοίωση του

κόσμου, αλλά ο κατακερματισμός, η νέα Βαβυλωνία. Το σύγχρονο ενδιαφέρον για

εθνικές και τοπικές γλώσσες, παράδοση, θρησκευτικές και πολιτιστικές

ιδιαιτερότητες δεν είναι διαβολική εφεύρεση του Σ. Χάντιγκτον, αλλά

απαράκαμπτο μωσαϊκό της εποχής. Ακόμη και στις ανεπτυγμένες κοινωνίες

εκδηλώνονται κινήματα διαφοροποίησης σε γλωσσική, πολιτισμική, θρησκευτική

βάση. Ενώ η παγκοσμιοποίηση εκπορεύεται από την πλουτοκρατία, η δυναμική της

διαφοροποίησης ως αντίδραση εκατομμυρίων ανωνύμων συνιστά αυθεντικότερο στοιχείο.

Ο ιστορικός δεν διδάσκει με έπαρση την Ιστορία, αλλά διδάσκεται ταπεινά από

αυτήν. Οι άνθρωποι σήμερα αναζητούν ταυτότητα, διότι δεν έχουν άλλη επιλογή.

Εάν αυτό εμπνέει ανησυχίες και θεωρείται επικίνδυνο, υπεύθυνοι είναι άλλοι και

όχι τα θύματα ­ και πάντως δεν σημαίνει ότι είναι αυθαίρετο απόκτημα

φαντασίας. Εάν υποτεθεί ότι ξένος και βάρβαρος εξομοιώνονται με τον συγγενή,

τότε θα έχει χαθεί η βάση της αντιπαράθεσης, η έννοια της αμφισημίας και του

τραγικού. Όμως, στην εποχή μας, οι εθνικές και τοπικές σκηνές πραγμάτων, αντί

να φθίνουν, πολλαπλασιάζονται. Αντί της μοναδικής σκέψης του χρήματος,

εισβάλλουν ραγδαία ως αντίδραση κινήματα διαφοροποίησης και πολυμέσα

επικοινωνίας εκτός ελέγχου. Σήμερα οι διεθνείς θεσμοί ενοποίησης, αντί να

επικρατούν, παραμερίζονται υπέρ της αυτοδικίας του ισχυροτέρου. Εμπεδώνεται

έτσι όχι διεθνές σύστημα, αλλά αποδιάρθρωση και ανομία. Παγκοσμιοποίηση είναι

σήμερα ο μύθος του χρηματιστικού κεφαλαίου. Με την επιστροφή της μαζικής

ανεργίας και των κοινωνικών αποκλεισμών, ο κόσμος αντί να ομογενοποιείται

διασπάται περισσότερο και βαθύτερα, με συνέπεια να αναβιώνουν σήμερα

προϋποθέσεις αντιπαράθεσης ανάμεσα σε τάξεις πραγμάτων διαφορετικές και η

τραγική αίσθηση να ξαναβρίσκει βάση. Όσοι πίστεψαν ότι η τραγωδία ήταν είδος

ιστορικά προσδιορισμένο, ότι οι πολιτισμικές διαφορές και ανταγωνισμοί είχαν

στην εποχή μας ξεπερασθεί, διαψεύδονται σήμερα. Η πολυδιάσπαση του κοινωνικού

βίου σήμερα επικαιροποιεί τόσο τις ομαδοποιήσεις πολιτών εις βάρος των ατόμων

και της πολιτικής όσο και την τραγική τέχνη τού αντιπαρατίθεσθαι ανάμεσα σε

κοινότητες αποκλίνουσες. Ο σύγχρονος ιστορικός θα όφειλε να κατανοεί και να

επεξηγεί το νέο ενδιαφέρον της εποχής μας για τους Αισχύλο, Σοφοκλή, Ευριπίδη

αντί να το θάβει ως αρχαϊκό, ξεπερασμένο και νοσηρό.

Στον Ελληνισμό των αρχαίων, παρά τη φυλετικότητα και τον κουλτουραλισμό τους,

αποδόθηκε κατά το παρελθόν ουμανιστική και οικουμενική διάσταση. Γιατί το

ανανεωμένο σύγχρονο ενδιαφέρον για τον Ελληνισμό δεν θα εδικαιούτο τουλάχιστον

ανάλογης κατανόησης; Θα ήταν άραγε «ιστορικό σφάλμα» να θεωρηθεί σήμερα ότι

είναι πάλι και τα δύο;