Στο παρελθόν, η Ελλάδα στήριξε πολλές ελπίδες στο διεθνές δίκαιο (πώς θα

μπορεί κάποιος να λησμονήσει τις διακηρύξεις για τα «αήττητα νομικά όπλα»;).

Ενώ λοιπόν πολλοί από καιρό έλεγαν πως τέτοιες υποθέσεις είναι αβάσιμες επειδή

στις διακρατικές σχέσεις ισχύει το «δίκαιο του ισχυρού» και πως θα πρέπει να

ισοζυγίσουμε τη στρατηγική μας με περισσότερη δύναμη, τα πράγματα σήμερα

γίνονται ακόμη χειρότερα.

Η διεθνής κανονιστική τάξη εκτροχιάζεται και επανερχόμαστε στον νόμο της

ζούγκλας. Έτσι, παρά τη διογκούμενη τουρκική απειλή, τη δυσμενή για εμάς

ανακατανομή ισχύος στην περιοχή λόγω καταστροφής της Σερβίας και τη δομική

αστάθεια που αυτή προκαλεί, κινδυνεύουμε να μείνουμε όχι μόνον χωρίς «αήττητα

νομικά όπλα» αλλά και χωρίς επάρκεια ­ σε σχέση με τις ανάγκες ­ «πραγματικών

όπλων». Ποια είναι τα κυριότερα χαρακτηριστικά τού υπό διαμόρφωση συστήματος;

Η απόφαση του ΝΑΤΟ σηματοδοτεί την πλήρη αποδυνάμωση ή και κατάργηση του

διεθνούς καθεστώτος το οποίο αναπτύχθηκε μετά τη Συνθήκη της Βεστφαλίας

(1648). Οι δικαιικές πτυχές αυτού του καθεστώτος είναι βασικά δύο: πρώτο της

μη επέμβασης στα εσωτερικά άλλων κρατών και δεύτερο της διακρατικής ισοτιμίας.

Αυτό, ουσιαστικά, είναι και το περίφημο διεθνές δίκαιο.

Κάποιοι ήλπιζαν, υπερβολικά όντως, πως αν σταδιακά οι αρχές αυτές θα

εφαρμόζονταν πλήρως θα είχαμε ένα σύστημα συλλογικής ασφάλειας (δηλαδή

διασφάλιση κατά επιθετικών ενεργειών όπως αυτή του ΝΑΤΟ κατά της Σερβίας).

Κάποιοι άλλοι, αιθεροβάμονες ή τρικυμισμένοι εγκέφαλοι, έπαιρναν τοις

μετρητοίς την προπαγάνδα των Αγγλοαμερικανών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και

μιλούσαν για την ανάπτυξη του διεθνούς δικαίου ­ και δικαίωμα! επέμβασης ­ ως

να υπάρχει παγκόσμια υπερεθνική κοινωνία και παγκόσμια υπερεθνική κυβέρνηση.

Είναι γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο που δεν γίνεται πλήρως αντιληπτό πως δίκαιο

και ηγεμονισμός στις διακρατικές σχέσεις είναι μη συμβατές καταστάσεις και πως

ο ίδιος ο ΟΗΕ εμπεριείχε αυτή την αντίφαση λόγω δικαιώματος βέτο μερικών

δυνάμεων. Αρχικά, το 1941-43, οι μεγάλες δυνάμεις ήλπιζαν να λειτουργήσουν ως

υπερκυβέρνηση. Όμως, οι ελπίδες των Αγγλοαμερικανών πως μαζί με τη Ρωσία θα

αστυνόμευαν τον μεταπολεμικό κόσμο (η «θεωρία των τεσσάρων αστυνόμων»),

διαψεύστηκαν όταν σύντομα η Μόσχα ακολούθησε τον δικό της δρόμο. Το δικαίωμα

βέτο των ηγεμονικών δυνάμεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και η δυνατότητα

να επέμβουν εάν συμφωνούν είναι νομικά και πολιτικά αμφιλεγόμενη υπόθεση, πολύ

περισσότερο όταν η «επέμβαση» αφορά στο εσωτερικό ενός ανεξάρτητου κράτους

(κεφ. Ι, άρθρο 2 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ). Σ’ αυτό ακριβώς βρίσκεται το

σφάλμα αυτών που διαμαρτύρονται για την παρανομία επειδή δεν υπήρξε απόφαση

του Συμβουλίου Ασφαλείας. Λόγω αδυναμίας να γίνει αντιληπτή η αντίθεση μεταξύ

δικαίου και ηγεμονισμού στις διεθνείς σχέσεις, αν αύριο συμφωνήσει η Μόσχα με

το ΝΑΤΟ, πάλι θα διαμαρτύρονται.

«Νέο Διεθνές Δίκαιο» δεν υπάρχει επειδή κανείς δεν προτείνει αξιόπιστες

διαδικασίες παραγωγής δικαίου-δικαιοσύνης στον διεθνή χώρο. Δικαιοπαραγωγικές

και δικαιοπρακτικές διαδικασίες υπάρχουν μόνο στο εσωτερικό κάθε κράτους όπου

υφίσταται κανονιστική δομή, κοινωνία και κοινωνικό συμβόλαιο. Η διασύνδεση του

διεθνούς «δικαίου» με διεθνείς «συσχετισμούς ισχύος» είναι μεθοδολογικό και

ηθικό σφάλμα. Ενώ η ατελής διαδικασία ανάδειξης της μη επέμβασης και της

ισοτιμίας ως του καθεστώτος το οποίο θέτει κάποιες αρχές συνύπαρξης και

συνεργασίας των κρατών στο εκ φύσεως άναρχο διεθνές σύστημα, η τερατώδης σκέψη

πως δήθεν υπάρχει δυνατότητα ανάπτυξης κανόνων (με μανδύα δικαίου) στη βάση

των ηγεμονικών συμφερόντων, οδηγεί τις διακρατικές σχέσεις από την

(διακρατική) αναρχία στην κατάσταση ζούγκλας.

Ενώ η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει τον ρου της ιστορίας, στοιχειώδες ένστικτο

αυτοσυντήρησης απαιτεί σφυρηλάτηση του εθνικού φρονήματος, πολύ ισχυρές

αποτρεπτικές ένοπλες δυνάμεις, ευέλικτη διπλωματία και τερματισμό των άσκοπων

αναζητήσεων ονειρικών υπερεθνικών παραδείσων.

Ο Παναγιώτης Ήφαιστος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και

Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.