Το ‘χει η ημέρα να επιστρέφουμε στους νεκρούς. Όχι στους δικούς μας όμως τούτη

τη φορά, αλλά των άλλων. Εξάλλου η πρόταση μιας μικρής ομάδας βουλευτών, να

επιτρέπεται η καύση των νεκρών σε όσους μη ορθοδόξους το επιθυμούν, επαναφέρει

επί τάπητος το πρόβλημα της έλλειψης, τουλάχιστον για την πρωτεύουσα,

ισάριθμου χώρου ταφής στα νεκροταφεία.

ΤΟ ίδιο συνέβη και στη Νάπολι. Όπου ο διαμερισματικός πρόεδρος της

Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, κύριος Vincenzo Vanacore, σκέφτηκε να βγάλει τους

τάφους σε κλήρωση.

Ήταν 320 οι υποψήφιοι για 243 θέσεις. (Επρόκειτο για 320 νεκρούς που είχαν

ταφεί προσωρινά, εκ των οποίων μόνον οι 243 «τυχεροί» θα έβρισκαν μόνιμο τάφο.

Οι υπόλοιποι 73 θα πρέπει να περίμεναν την ανάσκαψη καινούργιων στοών για να

αναπαύσουν οριστικά τα κόκαλά τους).

Ο Βανακόρε είπε πως η δημοτική αρχή από το 1982 δεν είχε κάνει τίποτα για το

πρόβλημα. Έδωσε άδεια για εξακόσια ιδιωτικά μαυσωλεία σε πλούσιους κι άφησε

τον κοσμάκη να ταλαιπωρείται. Όμως, εμείς, δήλωσε, από τότε που αναλάβαμε τη

δημοτική αρχή, έχουμε σκοπό να φροντίσουμε τους πάντες για την τελευταία

κατοικία, κυρίως σε αυτούς που μια ζωή ήταν στο νοίκι. (Τι κομμουνιστής

επανιδρυμένος θα ήταν άλλωστε αν δεν σκεφτόταν έτσι).


«Ανακατέψετέ τα καλά», φώναξε κάποιος από τις πίσω σειρές. Ένας περαστικός

πιτσιρίκος εκλήθη να παίξει τον ρόλο της θεάς τύχης. Σε κάθε όνομα που

κέρδιζε, οι συγγενείς ζητωκραύγαζαν. Στο τέλος βέβαια της κλήρωσης υπήρχαν 73

σφόδρα δυσαρεστημένοι.

(Στο βόρειο αυτό προάστιο της Νάπολι είναι γνωστό ότι κυβερνά η Καμόρα. Το

ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε μέλη αντίπαλων μαφιών παίρνει και δίνει.

«Δεν είχα άλλο τρόπο να λύσω το πρόβλημα, παρά με τη δημόσια κλήρωση»,

υπεραμύνθηκε της επιλογής του ο Βανακόρε).

Ως παλαιός εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης στον Δήμο της Αθήνας (’94-’96), στην

επιτροπή νεκροταφείων της πρωτεύουσας, θαύμαζα το έργο της δημοτικής συμβούλου

κυρίας Κατερίνας Δασκαλάκη, που προήδρευε της επιτροπής. Γιατί υπάρχει

πρόβλημα μεγάλο. Κυρίως με την εκταφή πάνω στην τριετία. Όταν έχοντας

ενοικιαζόμενο τάφο, και όχι ιδιόκτητο, οι συγγενείς καλούνται ή να πληρώσουν

ενοίκια ή τα κόκαλα του αγαπημένου τους να λιώσουν στον ασβέστη).

Από μια τέτοια ίσως ανάλογη ανάγκη, στο μικροσκοπικό πριγκιπάτο του Μονακό,

όπου η γη στοιχίζει χρυσάφι, εφευρέθηκε πρόσφατα το «εικονικό νεκροταφείο»

κατά την «εικονική πραγματικότητα». (Virtual reality, cimitiere birtuel).

Ένα γραφείο κηδειών το λάνσαρε, το Somotha (Societe Monegasque de Thanatologie

= Ανώνυμη Εταιρεία Θανατατολογίας του Μονακό), που βαφτίζοντάς το ως «χώρο της

μνήμης», απέκτησε ήδη τις πρώτες τριάντα συνδρομές έναντι 500 γαλλικών φράγκων

(26.000 περίπου δραχμές) τον χρόνο.

Στη σελίδα του νεκροταφείου, στο Ίντερνετ, οι συγγενείς μπορούν να διαιωνίσουν

τη μνήμη τού τεθνεώτος με ημερομηνίες, κείμενα, εικόνες επιτύμβιων αγαλμάτων,

φωτογραφίες του νεκρού, ποιήματα και ό,τι άλλο θελήσουν.

Από τους «επισκέπτες» του www. κ.τ.λ. ζητείται κατ’ αρχάς η περισυλλογή.

Κατόπιν μπορούν να στείλουν συλλυπητήρια στην οικογένεια, να προσθέσουν τις

δικές τους αναμνήσεις, ακόμα και να πληροφορηθούν σε ποιο σημείο βρίσκονται τα

κληρονομικά του μακαρίτη.

«Στην εποχή μας που όλοι βιάζονται», εξηγεί ο Marc Mauger, διευθυντής πωλήσεων

της Somotha, «πολλοί δεν έχουν τον καιρό να πάνε στο νεκροταφείο. Και όσοι από

αυτούς αγαπούσαν ή σκέφτονται τον νεκρό, θέλουν κάποια συμμετοχή στο πένθος…

Μπορούν έτσι ν’ αποθέσουν στο Ίντερνετ ένα εικονικό λουλούδι ή μια χρηματική

δωρεά για κάποιο φιλανθρωπικό σκοπό».

«Εξάλλου», συνεχίζει σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, «με την καύση και το

σκόρπισμα της στάχτης κατά την επιθυμία του μακαρίτη, υπάρχει θέμα ου-τοπίας.

Δηλαδή έχουν χαθεί τα ίχνη του, κυριολεκτικά, από προσώπου γης. Ο δικός μας

ταφικός χώρος στο Ίντερνετ προσφέρεται για να αναπληρώσει αυτήν την απουσία».

Τι άλλο θα δούμε, τι άλλο θ’ ακούσουμε, σκέφτομαι, στην εποχή της εικόνας, του

Διαδικτύου, και της διαπλάκωσης. Όταν νοικιάζονται τα μπαλκόνια γύρω από το

Πολυτεχνείο μέχρι και ένα εκατομμύριο δραχμές για να στηθούν εκεί οι κάμερες

της τηλεόρασης, γιατί να μην υπάρχουν και τα μπαλκόνια στον κυβερνοχώρο;

Όλα πια περνούν στη σφαίρα του virtual, του εικονικού. Έτσι, σιγά σιγά, θα

φθάσουμε στη βουδιστική φιλοσοφία που θέλει να μας πείσει ότι ο κόσμος αυτός

αληθινά δεν υπάρχει, αλλά είναι αντανάκλαση ενός άλλου κόσμου, του

πραγματικού, που όμως δεν βλέπουμε.

Και όπως άλλοτε, μιλώντας για τις «εικονικές ντομάτες», είχα πει «αναζητώ

ντομάτα με γεύση ντομάτας», έτσι τώρα σχεδόν φθάνω στο σημείο να πω ότι ας

μετατρέψουμε τους ζωντανούς σε εικονικούς, αλλά τους νεκρούς ας τους αφήσουμε

ήσυχους στη λήθη.

Εξάλλου, η υπερβολική χρήση της ηλεκτρονικής οθόνης, εκτός από το καρπιαίο

σύνδρομο, προκαλεί και επιληπτικά φαινόμενα στον ανθρώπινο εγκέφαλο.