ΑΛΛΟ πράγμα να βλέπεις το κακό ­ τρομακτικό, αναντίρρητα, αλλά μακρινό ­ από

την τηλεόραση και άλλο να βρεθείς στην καρδιά του. Και όσοι δεν έχουν ­ οι

πολλοί, φαντάζομαι ­ απειληθεί από πυρκαϊά, μπορεί να θλίβονται μπροστά στο

θέαμα των φλεγόμενων δασών και των γειτονικών κατοικημένων περιοχών που

αντικρύζουν την καταστροφή σε απόσταση αναπνοής, μπορεί και να σφίγγεται η

ψυχή τους αργότερα, όταν πηγαίνοντας εκδρομή περνούν από τα όρθια λείψανα

καμένων πευκώνων, όμως το βίωμα της παντοδύναμης φωτιάς που σε εγκλωβίζει ενώ

πιστεύεις πως βρίσκεται μακριά, ε, αυτό είναι πράγματι μια εμπειρία

απερίγραπτης φρίκης.

Την έζησα πριν από 23 χρόνια, σε μια ηλικία που ο κίνδυνος είναι συνάμα ­ και

απερίσκεπτα ­ πρόκληση, εκεί, στη φλεγόμενη επαρχία της Ολυμπίας, και τότε

ήταν που κατάλαβα τι σημαίνει απόγνωση, τι πάει να πει ανημπόρια και γόνατα

που λύνονται και δεν σε βαστούν.

Όποια και αν είναι η αιτία, εμπρησμός από πρόθεση ή αμέλεια, έλλειψη μέσων ή

απρονοησία, το τίμημα είναι αβάσταχτο και σε οδύνη ψυχής και σε απώλεια

φυσικών πόρων ζωής που σε τούτο τον τόπο δυστυχώς υπάρχει πια τραγικό

έλλειμμα. Ας λέγονται όσα λέγονται για ευθύνες ­ και της Πολιτείας και της

Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των ίδιων των πολιτών. Ισχύουν όλα.

Οι μόνοι που για μένα πικρά διασώζονται είναι οι πυροσβέστες, αυτοί οι

άγνωστοί μας που παλεύουν μερόνυχτα μέσα στους καπνούς, τους ενάντιους ανέμους

και το ακατανίκητο πύρινο μένος.

Αυτών το εύψυχο χέρι νιώθω την ανάγκη να σφίξω.