Μέχρι τώρα οι τράπεζες της Τουρκίας ήταν το «πετράδι του στέμματος» της οικονομίας της χώρας. Τώρα, με την οικονομική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση ενόψει των επερχόμενων εκλογών, δημιουργείται ο κίνδυνος τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να δεχθούν πλήγμα στην κερδοφορία τους αλλά και να δουν τον αριθμό των κόκκινων δανείων να αυξάνεται, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg.

Η οικονομική και νομισματική πολιτική του Τουρκίας με υψηλή ανάπτυξη και πληθωρισμό, αλλά και χαμηλά επιτόκια, έχει οδηγήσει σε βουτιά της λίρας σε ιστορικά χαμηλά. Η πτώση του εθνικού νομίσματος έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα σε δανειολήπτες -νοικοκυριά και επιχειρήσεις –και ιδιαίτερα σε όσους έχουν δανειστεί σε ξένο νόμισμα και κυρίως σε δολάρια. Ηδη ο επιχειρηματικός κλάδος καλείται να αποπληρώσει δάνεια-ρεκόρ ύψους άνω των 330 δισ. δολαρίων σε ξένο νόμισμα. Επίσης οι τράπεζες της χώρας έχουν αναγκαστεί να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις δανείων ύψους 17 δισ. δολαρίων λόγω του σφυροκοπήματος που έχει δεχθεί η λίρα, σύμφωνα με το Bloomberg.

Ενόψει επίσης των εθνικών εκλογών στις 24 Ιουνίου, όπου ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν θέλει να ανανεώσει τη λαϊκή εντολή, οι τράπεζες δέχονται πιέσεις για να προχωρήσουν σε επεκτάσεις χρόνων αποπληρωμής δανείων με επιτόκια όμως τα οποία είναι χαμηλά αναλογικά με τον πληθωρισμό που υπάρχει στη χώρα. Αυτό πλήττει τις προοπτικές για την κερδοφορία τους. Η ανάπτυξη στην Τουρκία ξεπέρασε πέρυσι το 7%, ενώ ο πληθωρισμός τρέχει με ποσοστό που αγγίζει πλέον το 11%. Την ίδια στιγμή το βασικό επιτόκιο δανεισμού διαμορφώνεται σε 13,5%, τη στιγμή που οικονομολόγοι και αναλυτές εκτιμούν ότι η κεντρική τράπεζα της χώρας θα πρέπει να προχωρήσει σε αύξησή τους για να ανακοπεί η κούρσα των τιμών. Επίσης οι αγορές ανησυχούν για το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας. Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει υποσχεθεί ότι εάν επανεκλεγεί θα πάρει στα χέρια του τη νομισματική πολιτική, προσφέροντας πιο φθηνό και όχι πιο ακριβό χρήμα. Μέχρι στιγμής οι τράπεζες της Τουρκίας φαίνεται να αντέχουν παρά τις πιέσεις, με το ποσοστό των κόκκινων δανείων να βρίσκεται κάτω από το 3% επί του συνόλου. Επίσης υψηλή θεωρείται ότι είναι η κεφαλαιακή επάρκεια των τουρκικών τραπεζών, που φτάνει το 17%, αρκετά πάνω από το 12% που απαιτούν οι εποπτικές Αρχές της χώρας. Οι προβλέψεις κάνουν λόγο για αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο 4% μέχρι τα τέλη του 2018, κυρίως λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στην αποπληρωμή των δανείων τους σε δολάρια αρκετές επιχειρήσεις. Ο τραπεζικός δείκτης στο Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης έχει υποχωρήσει σχεδόν κατά 10% το τελευταίο δωδεκάμηνο λόγω αυτών των ανησυχιών.