Στην έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στην Ουάσιγκτον, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν μπόρεσε να κρυφτεί από τη σκληρή αλήθεια. Στο υψηλότερο επίπεδο, διά στόματος Λαγκάρντ και Τόμσεν, τέθηκε στον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον αναπληρωτή Γιώργο Χουλιαράκη η εκτίμηση του Ταμείου ότι είναι επιβεβλημένη κατά την άποψή του η μείωση του αφορολογήτου σε έως και 5.700 ευρώ από τον Ιανουάριο του 2019 αντί το 2020 όπως επιθυμούσε η κυβέρνηση.

Μέχρι πρότινος, το υπουργείο Οικονομικών προχωρούσε σε αλλεπάλληλες διαψεύσεις κάθε φορά που μεταφέρονταν πληροφορίες για τις απαιτήσεις του Ταμείου σε σχέση με το αφορολόγητο. Τώρα προαναγγέλλονται τεχνικές συζητήσεις και διαβουλεύσεις για το θέμα παραπέμποντας σε ανακοινώσεις τον Ιούνιο. Το παιχνίδι μπορεί να μην έχει χαθεί ακόμα οριστικά, το θέμα όμως είναι ξεκάθαρα στο τραπέζι.

Οπως είναι γνωστό, το ΔΝΤ θεωρεί ότι η νέα μείωση του αφορολογήτου συνιστά διαρθρωτική μεταρρύθμιση, καθώς πέραν των επιβαρύνσεων έως και κατά 650 ευρώ για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες επιφέρει και διεύρυνση της φορολογικής βάσης.

ΚΑΙ Ο ΤΟΜΣΕΝ. Στην ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης αναφέρθηκε εκτενώς στη συνέντευξή του την περασμένη Παρασκευή ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του Ταμείου Πολ Τόμσεν. Επιπλέον, όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, στη διάρκεια των επαφών με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης κατέστη σαφές ότι με άλλα μέτρα υπολογίζει το Ταμείο ότι είναι εφικτή η επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και με άλλα μέτρα η κυβέρνηση. Στη συνταγή του Ταμείου υπάρχει η ταυτόχρονη μείωση αφορολογήτου και συντάξεων, χωρίς μάλιστα την εφαρμογή αντιμέτρων. Αν περάσει αυτή η συνταγή, πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν πως «δεν μπορεί να την αντέξει η σημερινή κυβέρνηση».

Το αφορολόγητο δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα. Ο χρόνος πιέζει και οι λύσεις ακόμα αναζητούνται σε μια σειρά μέτωπα. Χρέος, μεταμνημονιακή εποπτεία, ιδιοκτησία μεταρρυθμίσεων και ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης, όλα θα πρέπει να έχουν γίνει έως τις 21 Ιουνίου ή το αργότερο έως τα μέσα Ιουλίου. Στη συνέχεια, αναγκαστικά η παράταση του προγράμματος έρχεται στο προσκήνιο παρότι ούτε η κυβέρνηση την επιθυμεί ούτε οι εταίροι.

Μετά τη συνάντησή της με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, η Κριστίν Λαγκάρντ έστειλε το μήνυμά της: «Συζητήσαμε τη σημασία της έγκαιρης ολοκλήρωσης των συζητήσεων για το χρέος και την επιτάχυνση της εφαρμογής των πολιτικών του προγράμματος, καθώς και τα δύο είναι κρίσιμα για την τόνωση των οικονομικών προοπτικών αλλά και για τη χρηματοδοτική συμμετοχή του ΔΝΤ».

ΤΕΛΟΣ ΧΡΟΝΟΥ. Στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων η μπάλα βρίσκεται στο ελληνικό γήπεδο. Η κυβέρνηση θα πρέπει να επιταχύνει τις προσπάθειες υλοποίησης των 88 προαπαιτούμενων της τέταρτης αξιολόγησης όπου καταγράφονται σημαντικές καθυστερήσεις. Οι δανειστές θα ήθελαν, μετά την κάθοδο του κουαρτέτου στις αρχές Μαΐου, έως το τέλος του επόμενου μήνα να έχει επιτευχθεί συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (Staff Level Agreement). Ο στόχος αυτός κρίνεται εφικτός από ελληνικές πηγές. Μένει να αποδειχθεί.

Παράλληλα, θα πρέπει να κλειδώσει και το μεταμνημονιακό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Οι δανειστές έκριναν ότι το «ολιστικό» σχέδιο ανάπτυξης θα πρέπει να εμπλουτιστεί με ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και δεσμεύσεις οι οποίες κατά την άποψή τους απουσίαζαν από το πρώτο κείμενο το οποίο τους εστάλη. Σύμφωνα με πληροφορίες, στο κείμενο των 75 σελίδων της ελληνικής κυβέρνησης οι παρατηρήσεις οι οποίες εστάλησαν από τους δανειστές υπερβαίνουν τις 30 σελίδες…

ΣΤΗ ΣΟΦΙΑ. Το σχέδιο αυτό θα παρουσιαστεί από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο στο Eurogroup της Σόφιας την ερχόμενη Παρασκευή όπου στόχος της ελληνικής πλευράς είναι να αποσπάσει από τους υπουργούς Οικονομικών μια θετική δήλωση. Στην αντίθετη περίπτωση το στόρι περιπλέκεται.

Στο θέμα του χρέους, τον τόνο δίνει η δήλωση του γερμανού υπουργού Οικονομικών Ολαφ Σολτς, σύμφωνα με την οποία «θα χρειαστούν ακόμα πολλές εβδομάδες για συμφωνία». Στη Σόφια αναμένεται να γίνουν συζητήσεις και για το χρέος, αλλά ο πήχης των προσδοκιών βρίσκεται πολύ χαμηλά. «Δεν είναι ξεκάθαρο αν θα μπορέσουμε να κάνουμε ένα σημαντικό βήμα στη Σόφια» ανέφεραν πηγές του υπουργείου Οικονομικών προσθέτοντας πως «μερικοί το θεωρούν εφικτό, κάποιοι πιστεύουν ότι είναι νωρίς, θα δούμε…».

Από τη λύση που θα προκριθεί για το χρέος θα εξαρτηθεί εάν τελικά το ΔΝΤ «επιβιβαστεί» ή όχι στο ελληνικό πρόγραμμα. Από τις δηλώσεις κορυφαίων στελεχών του Ταμείου είναι σαφές ότι επιθυμεί τη συμμετοχή του, όπως άλλωστε θέλουν και πολλές χώρες της ευρωζώνης. Προϋπόθεση αποτελεί μια γρήγορη συμφωνία για το χρέος στα μέτρα του ΔΝΤ, προκειμένου να ενεργοποιηθεί το πρόγραμμα του Ταμείου και «να υπάρξει τουλάχιστον μία αξιολόγηση» όπως δήλωσε ο Πολ Τόμσεν.

Ελληνικές πηγές σχολίασαν πάντως πως «είναι επιθυμητή η συμμετοχή του ΔΝΤ αλλά όχι απαραίτητη», εκτιμώντας πως δεν θα κοστολογηθεί αρνητικά από τις αγορές ενδεχόμενη αποχώρησή του. Η τελευταία αυτή εκτίμηση κρίνεται παρακινδυνευμένη από αναλυτές οι οποίοι επισημαίνουν πως είναι καθοριστικής σημασίας η ετυμηγορία βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Εφθασε η ώρα αποφάσεων για το ελληνικό χρέος

«Υποστηρίζω μια φιλόδοξη προσέγγιση η οποία θα επιτρέψει στην Ελλάδα να διατηρήσει την εμπιστοσύνη στις αγορές» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ μετά την ολοκλήρωση της εαρινής Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τον κύκλο επαφών που είχε στην αμερικανική πρωτεύουσα.

«Είμαστε σε μία σημαντική στιγμή» προσθέτει. «Φτάνουμε στο τέλος της τέταρτης αξιολόγησης, οι Ελληνες έχουν κάνει πολλές προσπάθειες και πρέπει να κρατήσουμε το μομέντουμ. Πρέπει να αρχίσουμε να μελετάμε το μέλλον και τα μέτρα για το χρέος», συμπληρώνει ο Λεμέρ.

Πηγές του περιβάλλοντος του γάλλου υπουργού χαρακτηρίζουν «περίπλοκο, όπως πάντα» το θέμα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους, για το οποίο όπως είναι γνωστό η Γαλλία έχει υποβάλει πρόταση σύνδεσης των μελλοντικών ελαφρύνσεων με τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Στο περιθώριο της Συνόδου του ΔΝΤ, το Ταμείο σύμφωνα με πληροφορίες έθεσε στο τραπέζι την ανάγκη διευθέτησης του συνόλου των δανείων που έχουν χορηγηθεί στην Ελλάδα, περιλαμβανομένων και των διμερών δανείων του πρώτου Μνημονίου. Η απαίτηση αυτή συναντά αντιδράσεις από την πλευρά των κρατών-μελών της ευρωζώνης.

Μια ακόμα εστία διαφωνίας αφορά τις προϋποθέσεις και τους όρους υπό τους οποίους θα χορηγηθεί η μελλοντική διευκόλυνση. Παρότι το ΔΝΤ, όπως προέκυψε από τις δηλώσεις του Πολ Τόμσεν, δέχθηκε διευθέτηση υπό όρους μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος και σε βάθος χρόνου, υπάρχει ακόμα διαφωνία για τον βαθμό «αυτοματισμού» στην υλοποίηση αυτών των αποφάσεων.

Πηγές του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών επισημαίνουν πως γίνονται πολλές συζητήσεις «αλλά είναι ακόμα πρόωρο να μιλήσουμε για λεπτομέρειες». Οι ίδιοι κύκλοι όμως δηλώνουν αισιόδοξοι ότι θα βρεθεί συμφωνία.