Στους ιδεολογικούς φραγμούς του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να προσκρούει ενδεχόμενη ουσιαστική μείωση των φορολογικών βαρών στη μεσαία τάξη. Το «κολαστήριο» φόρων και εισφορών, που θα φτάνουν ακόμα και το 60% των δηλωθέντων εισοδημάτων επιστημόνων με ετήσιες αποδοχές άνω των 30.000 ευρώ από το 2019 με την αλλαγή της βάσης υπολογισμού των εισφορών, δεν θα σβήσει με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Οι προτεραιότητες, με ιδεολογικά κριτήρια, φαίνεται να στρέφονται αλλού.

«Θέλω να είμαι εντελώς ξεκάθαρος», δήλωσε σε κομματικό ακροατήριο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σημειώνοντας πως κατά την άποψή του «δεν είναι ο δικός μας ρόλος να δώσουμε έμφαση στο θέμα αυτό και να πούμε ότι η βασική μας σχέση με τα μεσαία στρώματα θα είναι μέσα από τη μείωση της φορολογίας». Μέχρι αυτό το σημείο της παρέμβασής του, θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς πως ναι μεν και η μεσαία τάξη θα έχει ένα μερίδιο ελαφρύνσεων όταν και εάν η χώρα βρεθεί στο ξέφωτο των Μνημονίων , αλλά δεν θα είναι ο βασικός δίαυλος επικοινωνίας που θέλει να χτίσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Στη συνέχεια της τοποθέτησής του όμως, οι αποστάσεις διευρύνονται. «Πιστεύω ότι είναι μια ιδεολογική μάχη», είπε ο υπουργός Οικονομικών προσθέτοντας πως «πρέπει να σηκώσουμε το γάντι που μας πετά η ΝΔ και να πούμε ότι όπου έχει εφαρμοστεί αυτή η νεοφιλελεύθερη στρατηγική στο τέλος τα μεσαία στρώματα ήταν που την πλήρωσαν». Εξηγώντας, πρόσθεσε πως «μειώνεις σήμερα τους φόρους, και ξαφνικά δημιουργείται ένα δημοσιονομικό πρόβλημα και τότε κάνεις περικοπές στο κοινωνικό κράτος γιατί έχεις ένα τεράστιο έλλειμμα».

Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος επανειλημμένα έχει ομολογήσει πως «ζορίσαμε τη μεσαία τάξη» ενώ ο αναπληρωτής υπουργός Γιώργος Χουλιαράκης μίλησε για «συνειδητή επιλογή» προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Στο πλαίσιο της συζήτησης του προσχεδίου προϋπολογισμού του 2018, στο τέλος του περασμένου έτους, Τσακαλώτος και Χουλιαράκης είχαν υπεραμυνθεί της κυβερνητικής επιλογής υπερφορολόγησης της μεσαίας τάξης, προκειμένου, όπως είχαν πει, να αντιμετωπιστεί η ανθρωπιστική κρίση με δεδομένο ότι η μάχη κατά της φοροδιαφυγής δεν απέδωσε άμεσους καρπούς.

Το νέο κυβερνητικό αφήγημα εμπεριέχει αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και δημιουργία ενός δημοσιονομικού χώρου 3,5 δισ. ευρώ την επόμενη πενταετία. Σε πρόσφατες αναφορές τους τόσο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος όσο και η Εφη Αχτσιόγλου έχουν αφήσει να εννοηθεί ότι στο πρόγραμμα της μεταμνημονιακής περιόδου θα προβλέπεται αύξηση του κατώτατου μισθού ενώ στο πλαίσιο των αντιμέτρων –εφόσον εφαρμοστούν –που θα συνοδεύουν την περικοπή των συντάξεων κατά 18% και του αφορολογήτου έως και τα 5.700 ευρώ, προβλέπεται ήδη: μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 70 ευρώ για όσους επιβαρύνονται με φόρο έως 700 ευρώ, μηδενική εισφορά αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ και μείωση συντελεστή φόρου εισοδήματος για τις επιχειρήσεις από το 29% στο 26%.

Η προσέγγιση με βάση τις μέχρι τώρα εκατέρωθεν εξαγγελίες πολιτικής είναι διαφορετική από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας. Ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας χθες στην Εύβοια, ανέλυσε το πρόγραμμα του κόμματος για μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις από 29% στο 20%, μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% εντός διετίας, μείωση του φόρου στα μερίσματα στο 5%, αλλά και κίνητρα για επενδύσεις μέσω της φορολογίας ιδίως στις νέες επιχειρήσεις που δεν έχουν ακόμη κέρδη.