Ούτε το 2018 θα δει φως στο τούνελ η ελληνική κτηματαγορά, τουλάχιστον σύμφωνα με τους αναλυτές του διεθνούς οίκου Fitch. Η τελευταία έκθεση για τις τιμές των κατοικιών στη χώρα μας κάνει λόγο για νέα υποχώρηση, παρά το γεγονός ότι από το 2008 πέφτουν χωρίς σταματημό.

Ενδεχομένως και οι χιλιάδες πλειστηριασμοί ακινήτων που θα γίνουν θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη απαξίωση,

Όπως αναφέρουν οι αναλυτές: «Οι τιμές των κατοικιών στην Ελλάδα συνεχίζουν να κινούνται πτωτικά ωστόσο με χαμηλότερους ρυθμούς: Στο δεύτερο τρίμηνο του 2017 η ετήσια μεταβολή ήταν στο 0,5% έχοντας υποστεί συνολική πτώση της τάξεως του 42,8% σε σύγκριση με το ανώτερο σημείο της αγοράς στο τέλος του 2008. Υπερπροσφορά ακινήτων, χαμηλή ζήτηση και χαμηλότερο εισόδημα των Ελλήνων από το 2009 και μετά ήταν οι βασικοί λόγοι που ώθησαν προς τα κάτω την αγορά ακινήτων».

Η Ελλάδα μαζί με τη Νορβηγία και τη Μεγάλη Βρετανία είναι οι μοναδικές ευρωπαϊκές αγορές όπου δεν προβλέπονται αυξήσεις τιμών για το 2018.

Όπως επισημαίνεται μπορεί να υπάρχει βελτίωση στην οικονομία, ωστόσο, οι συναλλαγές στον τομέα των ακινήτων παραμένουν υποτονικές, με συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος, χαμηλές αποταμιεύσεις και περιορισμένη διάθεση από πλευράς του τραπεζικού συστήματος για εγκρίσεις νέων δανείων.

Ηπια βελτίωση

Τονίζεται επίσης ότι το τελευταίο διάστημα μακροοικονομικές μεταβλητές (μικρή μείωση της ανεργίας από το 24,3% το β’ εξάμηνο του 2016 στο 23,2% το β’ εξάμηνο του 2017 και αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,8% το ίδιο διάστημα) που παραπέμπουν σε μία ήπια βελτίωση, η οποία όμως δεν φαίνεται να έχει αποτυπωθεί ακόμη στις τιμές των κατοικιών. Η Fitch αναμένει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί για το 2018 κατά 2,1% και 2,6% το 2019, με την ανεργία να μειώνεται αντίστοιχα στο 20,8% και 19,5%, ωστόσο θα πάρει χρόνο ακόμη προκειμένου αυτοί οι παράγοντες να αποτυπωθούν στην στεγαστική πίστη και στη δυνατότητα των Ελλήνων υποψηφίων αγοραστών να δανείζονται και να αποπληρώνουν τις δόσεις του στεγαστικού τους δανείου.

Αντίστοιχα, περαιτέρω επιδείνωση μέσα στο 2017 σημείωσε ο τομέας των στεγαστικών δανείων, αν και με βραδύτερους ρυθμούς: Η Fitch λαμβάνει υπόψη τα νούμερα της Τράπεζας της Ελλάδος στο τέλος του β’ τριμήνου του 2017, όπου ο όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων έφθανε στο 32,5% σε σύγκριση με το 31% κατά το β ‘τρίμηνο του 2016, κυρίως επειδή οι μη συνεπείς δανειολήπτες, έχουν ξεπεράσει την καθυστέρηση των 90 ημερών. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) διαμορφώθηκαν στο 50,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2017 (42,8% για τα στεγαστικά δάνεια), αμετάβλητα σε ετήσια βάση.