Mόνιμη νάρκη στις συντάξεις με την προοπτική συνεχών περικοπών τα επόμενα χρόνια βάζουν η γήρανση του πληθυσμού και η επέκταση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Αποτέλεσμα των δυσμενών αυτών εξελίξεων είναι ότι τα επόμενα χρόνια ένας εργαζόμενος θα συντηρεί έναν συνταξιούχο δημιουργώντας ασφυξία στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης όπως αποκαλύπτει μελέτη – σοκ για το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος του καθηγητή Σάββα Ρομπόλη. Το κόστος των δύο αυτών παραμέτρων για τα ασφαλιστικά ταμεία υπολογίζεται σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τη μελέτη, σε 3,7 δισ. ευρώ, γεγονός που καθιστά βέβαιες τις νέες περικοπές στις συντάξεις αν δεν βρεθεί νέος πόρος για τη χρηματοδότηση του συστήματος.

Η μελέτη του ομότιμου καθηγητή Οικονομικών και Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Ρομπόλη είναι αποκαλυπτική για το ντόμινο αρνητικών επιπτώσεων που προκαλεί στα ασφαλιστικά ταμεία και τους νέους κινδύνους που ελλοχεύουν για τους συνταξιούχους από την υποαπασχόληση και τη γήρανση του πληθυσμού. Σύμφωνα με αυτήν μόνο από τη γήρανση του πληθυσμού η επιβάρυνση στο σύστημα κινείται στα 1,3 δισ. ευρώ ετησίως ενώ από τις ελαστικές μορφές απασχόλησης το κόστος ανέρχεται στα 2,4 δισ. ευρώ ετησίως. Η αύξηση του πλήθους των συνταξιούχων σε συνδυασμό με την παράλληλη έκρηξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και την ανεργία προκαλεί εκρηκτικές επιπτώσεις. Σήμερα 1,2 εργαζόμενοι (οι 6 στους 10 είναι με μισούς μισθούς λόγω των ευέλικτων μορφών εργασίας) συντηρούν έναν συνταξιούχο! Σε ένα υγιές αναδιανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα η αναλογία είναι 4 προς 1. Η τάση είναι κατά τη δεκαετία του 2030 ένας εργαζόμενος να συντηρεί έναν συνταξιούχο!

ΟΙ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ. Στην ανάλυση του Ρομπόλη χρησιμοποιούνται κατάλληλα προσαρμοσμένοι πίνακες θνησιμότητας ώστε να ενσωματώνουν την τάση της αύξησης του προσδόκιμου ζωής και να λαμβάνουν υπόψη τις μειώσεις των συντάξεων που θα συντελεστούν από 1/1/2019 λόγω του Μεσοπρόθεσμού Προγράμματος Δημοσιονομικής Προσαρμογής 620 ευρώ (μεικτά) κύρια και 145 ευρώ (μεικτά) επικουρική σύνταξη ενώ θεωρούν όλες τις άλλες οικονομικές και δημογραφικές παραμέτρους σταθερές. Και όπως εκτιμά ο ίδιος, το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα θα επιβαρυνθεί μόνο εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής κατά 37,3 δισ. ευρώ σε παρούσες αξίες. Η συνολική επιβάρυνση μεταφράζεται σε περίπου 1,3 δισ. ευρώ ανά έτος για την περίοδο 2017-2057. Το εύρημα αυτό αναδεικνύει με τον πιο εύληπτο τρόπο ότι η χρηματοδότηση της επιβάρυνσης του Ασφαλιστικού εξαιτίας της αύξησης του προσδόκιμου ζωής με περαιτέρω περικοπές των συντάξεων (κύριων και επικουρικών) είναι ανεπαρκής και περιορισμένη. Αντίθετα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η κάλυψη της επίδρασης της αύξησης του προσδόκιμου ζωής με ρυθμό δύο έτη ανά δεκαετία απαιτεί επαρκή χρηματοδότηση που μπορεί να προέλθει μόνο με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής (1,5%-2%) του ΑΕΠ, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στον περιορισμό του χάσματος μεταξύ παραγωγικότητας και κοινωνικών ανισοτήτων στη χώρα μας.

Εξάλλου, σύμφωνα με μελέτη του ΣΕΒ, με τους ρυθμούς μείωσης αλλά και γήρανσης του πληθυσμού το 2050, οι Ελληνες θα είμαστε περίπου 9 εκατ., με έναν στους τρεις να είναι 65 ετών και άνω, εκ των οποίων 300.000 θα είναι μάλιστα άνω των 90 ετών! Οι σημερινοί 65άρηδες αναμένεται να ζήσουν περίπου άλλα 20 χρόνια με 13 χρόνια σε καλή κατάσταση υγείας. Με αυτά τα δεδομένα το 2050 θα αντιστοιχεί ένας εργαζόμενος για κάθε συνταξιούχο. Το 2050 δηλαδή κάθε απασχολούμενος θα πρέπει να δημιουργεί αρκετό εισόδημα για να συντηρήσει τον εαυτό του και τα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς του, καθώς και έναν συνταξιούχο, εξηγεί ο ΣΕΒ.

ΟΙ ΑΝΕΡΓΟΙ. Σήμερα όσοι δεν εργάζονται (μητέρες, παιδιά, τρίτης ηλικίας, άνεργοι) είναι διπλάσιοι από αυτούς που εργάζονται. Από τα περίπου 10,8 εκατ. σήμερα στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο είναι 806 χιλ., οι μισθωτοί στον ιδιωτικό τομέα 1,6 εκατ., οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες κλπ. 1,3 εκατ. και οι συνταξιούχοι γήρατος, θανάτου, αναπηρίας κ.λπ. 2,6 εκατ. (+150 χιλ. εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης). Ο κάθε εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα με τα εισοδήματα και τους φόρους που πληρώνει συντηρεί 2,8 άτομα του πληθυσμού που είτε δεν εργάζονται είτε απασχολούνται στο Δημόσιο. Επίσης μόνο το 43% των γυναικών και το 14% των νέων 15-24 ετών εργάζεται έναντι 61% και 33% αντιστοίχως στην ΕΕ-28.