Οποιος αποπειραθεί να προβλέψει με ασφάλεια πώς θα είναι το οικονομικό και πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα μετά την 20ή Αυγούστου 2018, όταν θεωρητικά τελειώνει το τρίτο Μνημόνιο, έχει αυξημένες πιθανότητες να κάνει λάθος. Παρ’ όλα αυτά κάποιες βασικές συνιστώσες της επόμενης ημέρας έχουν αρχίσει να μορφοποιούνται στους κόλπους των δανειστών. Με τα σημερινά δεδομένα, το τέλος του τρίτου προγράμματος έχει αυξημένες πιθανότητες να έρθει, η καθαρή έξοδος από αυτό συγκεντρώνει μηδενικές προσδοκίες και το κοστούμι της μεταμνημονιακής εποπτείας σε πολιτικούς όρους θα είναι δεδομένα και εξ ορισμού στενό. Το ζητούμενο για ομαλές πολιτικές εξελίξεις είναι να μπορεί να λανσαριστεί ως «light».

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα, έπειτα από οκτώ χρόνια Μνημονίων, θα εξακολουθεί να έχει διαρθρωτικά προβλήματα και θα χρειάζεται πολλή δουλειά για τη συνέχεια, με μεσοπρόθεσμη οπτική» αναφέρει πηγή με γνώση των διεργασιών, σημειώνοντας ότι το πακέτο της επόμενης ημέρας με πολιτική συμφωνία όλων των εμπλεκόμενων μερών θα πρέπει να έχει κλειδώσει το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018.

οι δεσμευσεισ. Σε αυτό, εξέχουσα θέση έχουν ήδη εξασφαλίσει δεσμεύσεις ότι δεν θα υπάρξουν πισωγυρίσματα στις μεταρρυθμίσεις, οι στόχοι πρωτογενούς πλεονάσματος θα τηρούνται απαρέγκλιτα για τα επόμενα 43 χρόνια (!) με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις πιθανότητες δραστικής αλλαγής στις ριζωμένες συνθήκες λιτότητας, ενώ παράλληλα οι ελληνικές κυβερνήσεις των επόμενων πολλών ετών θα διακατέχονται από μεταρρυθμιστικό οίστρο, προχωρώντας διαρκώς σε αλλαγές με στοιχεία «ιδιοκτησίας» του προγράμματος, αλλά και υπό τον έλεγχο των δανειστών. Τα λεφτά τους, τα θέλουν πίσω.

Το πλαίσιο υποχρεώσεων, εποπτείας, εγγυήσεων και ενδεχόμενων παρεμβάσεων στο χρέος θα πρέπει να συμφωνηθεί το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018. Αλλιώς, η απλούστερη λύση είναι η παράταση του τρίτου Μνημονίου. Κανένας, εντός ή εκτός Ελλάδας δεν το θέλει. Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να το αποκλείσει, ιδίως στο σενάριο όπου θα προκύψουν ανατροπές στο ευρωπαϊκό σκηνικό. Η Ιταλία, όπου έως τον Μάιο θα πρέπει να γίνουν εκλογές, φωτογραφίζεται ως «ελέφαντας στο δωμάτιο».

«Οι συζητήσεις για το χρέος θα είναι δύσκολες και θα απαιτήσουν χρόνο» σημειώνει πηγή με άμεση γνώση των διεργασιών, προδιαγράφοντας επαναφορά στο προσκήνιο του περίφημου «if needed», της φράσης-κλειδί στην απόφαση του Eurogroup με την οποία τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης δεσμεύονται για πρόσθετα μέτρα για το χρέος σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα «αν χρειαστεί» και υπό την αυστηρή προϋπόθεση της πλήρους ολοκλήρωσης του τρίτου Μνημονίου.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ.

Ο χρόνος για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης δεν είναι απεριόριστος. Το αντίθετο μάλιστα. Το τελευταίο σενάριο προβλέπει επίτευξη συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο –το γνωστό Staff Level Agreement –στο Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου και ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης στην επόμενη συνεδρίαση του συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης στις 22 Ιανουαρίου.

Μέχρι σήμερα, περίπου 30 από τα 101 προαπαιτούμενα έχουν υλοποιηθεί, αρκετά βρίσκονται σε ώριμο στάδιο, αλλά τα μεγάλα ερωτηματικά και οι ουσιαστικές δυσκολίες εντοπίζονται –σύμφωνα με πηγές των δανειστών –σε δύο κρίσιμα μέτωπα: στην άμεση ενεργοποίηση της απρόσκοπτης διενέργειας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών από τις τράπεζες και στο κλείσιμο του φακέλου «ΔΕΗ». Και τα δύο ενδέχεται να προκαλέσουν την ενεργοποίηση εσωκομματικών αντανακλαστικών, δυσχεραίνοντας τις κυβερνητικές αποφάσεις.

Στη ΔΕΗ, ο αρχικός κατάλογος των προς πώληση λιγνιτικών μονάδων έχει πλέον αλλάξει. Από τη λίστα έφυγαν οι δύο σταθμοί παραγωγής του Αμύνταιου και της Καρδιάς Πτολεμαΐδας –με περιορισμένο χρόνο ζωής και την κυβέρνηση να διαπραγματεύεται παράταση του καθεστώτος εξαίρεσης για συνέχιση της λειτουργίας τους –και μπήκαν δύο σταθμοί παραγωγής στη Μεγαλόπολη και ένας σταθμός στη Φλώρινα. Κυβερνητικές πηγές εμφανίζονται αισιόδοξες, λέγοντας ότι η λίστα των υπό πώληση μονάδων έχει κλειδώσει και δεν θα τεθεί ζήτημα πώλησης υδροηλεκτρικών σταθμών. Κανονικά, εφόσον πιστοποιηθεί το κλείσιμο της λίστας, εντός Νοεμβρίου θα πρέπει να γίνει το market test, η διερεύνηση του ενδιαφέροντος της αγοράς για την πώληση των συγκεκριμένων μονάδων. Αν αποτύχει, η συζήτηση γυρίζει στα υδροηλεκτρικά. Πηγές του υπουργείου Ενέργειας εκτιμούν ότι θα υπάρξει ενδιαφέρον, μεταφέροντας την εικόνα ότι ανάλογες είναι οι εκτιμήσεις και των κοινοτικών συνομιλητών τους. Μια πιο σύνθετη και δύσκολη εικόνα, με αρκετά ερωτηματικά, δίνουν πηγές των δανειστών.

Στο μέτωπο των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, η ευθεία διασύνδεση με τους ανελαστικούς στόχους μείωσης των κόκκινων δανείων και η αντανάκλαση των επιδόσεων στα stress test των τραπεζών, εκτός από αβεβαιότητα στην ελληνική οικονομία γεννούν και μετρήσιμες παρενέργειες. Το σενάριο νέας ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών δεν θέλει να το σκέφτεται κανείς, ούτε εντός, ούτε εκτός συνόρων. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση, υπερβαίνοντας τους ιδεολογικούς της φραγμούς, τάσσεται ξεκάθαρα υπέρ των πλειστηριασμών. Ο τεράστιος όγκος του ιδιωτικού και μη εξυπηρετούμενου χρέους (πάνω από 100 δισ. ευρώ) λειτουργεί ως βαρίδι για την ελληνική οικονομία. «Αν δεν λυθεί το θέμα των κόκκινων δανείων, ένας ρυθμός ανάπτυξης της τάξεως του 2% μπορεί να επιτευχθεί το 2018, αλλά δεν θα υπάρξει βιώσιμη ανάπτυξη στη συνέχεια» παρατηρεί ευρωπαϊκή πηγή, ανάγοντας τόσο τη ΔΕΗ όσο και τους πλειστηριασμούς σε σημεία-κλειδιά για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης. «Χωρίς αυτά, δεν κλείνει» λέει ορθά κοφτά.

ΟΙ ΑΓΟΡΕΣ.

Η ταχεία ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης εκτιμάται πως θα απελευθερώσει βαθμούς αισιοδοξίας στην οικονομία, φέρνοντας την ελληνική κυβέρνηση –ίσως και την αντιπολίτευση από την οποία δεν αποκλείεται να ζητηθούν δεσμεύσεις –ενώπιον των επόμενων μεγάλων διλημμάτων. Και πάλι τα χρονικά περιθώρια διαβουλεύσεων και συμβιβασμών θα είναι περιορισμένα. «Πριν από τα μπάνια του λαού, ιδανικά τον Μάιο, άντε τον Ιούνιο, θα πρέπει να έχει κλείσει η τέταρτη αξιολόγηση με την πολιτική συμφωνία για την επόμενη ημέρα» αναφέρει ο συνομιλητής μας. Το λεγόμενο «υβριδικό Μνημόνιο», όπως το περιέγραψε ευρωπαϊκή πηγή προ ημερών.

Ως βασικά συστατικά του υβριδικού αυτού πακέτου περιγράφονται δεσμεύσεις για:

1. Διατηρήσιμο σεβασμό των συμφωνηθέντων στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022 και 2% του ΑΕΠ έως το 2060.

2. Συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων χωρίς πισωγυρίσματα και κυρίως χωρίς ακύρωση κρίσιμων αλλαγών που έχουν συντελεστεί στα χρόνια των Μνημονίων.

3. Στρατηγική ανάπτυξης υποστηριζόμενη από τεχνική και οικονομική βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Οι δεσμεύσεις αυτές ενδέχεται να συνοδεύονται από μια προληπτική γραμμή πίστωσης για την Ελλάδα από τα εναπομείναντα κεφάλαια του τρίτου προγράμματος ή εναλλακτικά θα μπορούσαν να συνδεθούν με εγγυήσεις και μελλοντικές παρεμβάσεις στο χρέος. Φρέσκο χρήμα στην Ελλάδα δεν θέλει κανένας στην ΕΕ να δώσει.

«Απαιτείται ένα ισχυρό μεταμνημονιακό πλαίσιο για τη διασφάλιση της διαρκούς παραγωγής μεταρρυθμίσεων» παρατηρεί πηγή με γνώση των εξελίξεων, κρατώντας τα δάχτυλα σταυρωμένα αναφορικά με τη στάση των αγορών.

Οπως τονίζει, αν οι συνθήκες στις αγορές είναι άσχημες όταν θα γίνονται αυτές οι συζητήσεις για την Ελλάδα, υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες για επέκταση του τρίτου προγράμματος.

Οι αγορές τεστάρονται αυτές τις ημέρες, με το εγχείρημα της ανταλλαγής ομολόγων του PSI ονομαστικής αξίας 30 δισ. ευρώ, από νέους τίτλους. Φρέσκο χρήμα όμως δεν αναζητείται. Αργά ή γρήγορα (πρώτο βήμα μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης) το ελληνικό Δημόσιο θα δοκιμάσει ξανά την τύχη του στις αγορές για άντληση κεφαλαίων. Τα επόμενα χρόνια, μπορεί οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας να μην υπερβαίνουν το 5% του ΑΕΠ της ή περίπου 10 δισ. ευρώ, αλλά αυτό καθόλου δεν εγγυάται ανεκτό –σε όρους κόστους –δανεισμό.

Η εικόνα που υπάρχει είναι πως σήμερα το ελληνικό Δημόσιο έχει περίσσευμα ταμειακών διαθεσίμων. Μεγάλες λήξεις ομολόγων παράλληλα δεν υπάρχουν το επόμενο δωδεκάμηνο. Επομένως, το στοίχημα παίζεται στο μαξιλάρι ασφαλείας και γι’ αυτό η Ελλάδα θα πρέπει να επιδιώξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερες εκταμιεύσεις από το τρέχον πρόγραμμα του ESM πριν από το τέλος του στις 20 Αυγούστου. Οι εκταμιεύσεις με τη σειρά τους απαιτούν αξιολόγηση στην ώρα της και συμφωνία για χρέος και εποπτεία έως τον Ιούνιο.