«Για αυταπάτες, εκτιμήσεις ή ψευδαισθήσεις ότι η οικονομία ανακάμπτει» έκανε λόγο ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ ΓΣΕΕ και καθηγητής πανεπιστημίου Γιώργος Αργείτης κατά τη διάρκεια της χθεσινής παρουσίασης της έκθεσης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία. Από τα στοιχεία που παρατίθενται στην έκθεση προκύπτει ότι όλοι οι μακροοικονομικοί δείκτες δεν κινούνται με τέτοια δυναμική ώστε να στηρίζουν το «αφήγημα» της ανάπτυξης.Μάλιστα η έκθεση διαπιστώνει ότι οι επενδύσεις σταθεροποιήθηκαν αλλά βρίσκονται 63% χαμηλότερα από τα επίπεδα που ήταν το 2008. Για να φτάσουν σε αυτά τα προ κρίσης επίπεδα, πρέπει να συνεχιστεί ο μέσος ρυθμός των επενδύσεων του 2016 έως το 2033! Στην ιδια έκθεση εκτιμάται ότι η ανεργία (το ποσοστό της οποίας εκτιμάται ότι κινείται σήμερα στο 29%) θα υποχωρήσει σε μονοψήφιο ποσοστό στις αρχές της δεκαετίας του 2030.

Οι μακροχρόνια άνεργοι αγγίζουν το 74% και οι νέες προσλήψεις με ευέλικτες μορφές εργασίας φτάνουν το 67%. Επίσης η κατανάλωση εμφανίζει μείωση 24% σε σχέση με το 2008, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια φτάνουν το 37%, ενώ η απομείωση των καταθέσεων τα 3 πρώτα τρίμηνα του 2016 ανήλθε στα 4,5 δισ. ευρώ.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος εκτίμησε ότι μετά τον Αύγουστο του 2018 η Ελλάδα όχι μόνο δεν θα βγει από τα Μνημόνια, αλλά θα «παραμείνει υπό επιτροπεία για πολλές δεκαετίες». Ετσι θεωρεί ότι είναι πιο πιθανό να προκύψει ακόμα και πέμπτο Μνημόνιο. Εξάλλου, όπως τονίστηκε κατά την παρουσίαση της έκθεσης του ΙΝΕ ΓΣΕΕ:

– Το ΑΕΠ της χώρας το 2009 ήταν 239,1 δισ. ευρώ. Το 2013 υποχώρησε στα 184,2 δισ. ευρώ και τρία χρόνια μετά, το 2016, δεν ξεπέρασε τα 184,4 δισ. ευρώ. Η εκτίμηση που υπάρχει για το 2017 είναι ότι το ΑΕΠ θα βελτιωθεί κατά μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια.

– Θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος για ανάπτυξη 1,8% το 2017, που ισχυρίζεται το οικονομικό επιτελείο ότι είναι εφικτό. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τον Αργείτη, πρέπει το β’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους – ανάπτυξη να φτάσει στο 6% αθροιστικά. «Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε η απόκλιση που θα προκύψει θα μεταφραστεί σε μέτρα» τονίζεται χαρακτηριστικά.

n Ακόμα και στο επίπεδο των καθαρών εξαγωγών, το στοιχείο ότι αποτελούν πια το 30% του ΑΕΠ δεν δείχνει την πραγματικότητα, ακριβώς επειδή το ΑΕΠ έχει υποχωρήσει σημαντικά. Σε απόλυτους αριθμούς, οι εξαγωγές από 47,6 δισ. ευρώ που ήταν το 2008 έχουν ανέλθει στα 56 δισ. ευρώ το 2016, άρα αυξήθηκαν κατά 8,3 δισ. ευρώ περίπου.