Συνεχής είναι η κάλυψη της σημερινής εξόδου της Ελλάδας στις αγορές, από τα μεγάλα διεθνή μέσα ενημέρωσης, καθώς με αλλεπάλληλα ρεπορτάζ, αναλύσεις και σχόλια φωτίζουν πτυχές του γεγονότος.

«Εάν το ενδιαφέρον των επενδυτών είναι ισχυρό, θα πρόκειται για στιγμή –ορόσημο όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την ευρωζώνη», σημειώνεται εμφατικά σε δημοσίευμα της εφημερίδας New York Times (Liz Aderman).

Αναφορά στο θέμα γίνεται και από την εφημερίδα Wall Street Journal: «Η Ελλάδα επιστρέφει στις διεθνείς αγορές, επιδιώκοντας να αντικαταστήσει τα πενταετή ομόλογα, που λήγουν το 2019, από νέα που θα λήγουν το 2022.

Σύμφωνα δε, με το Reuters, πρόκειται για «την πρώτη προσπάθεια της Ελλάδας να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων μετά από τρία χρόνια», αποτελεί δε, «σημαντικό βήμα για την ανάκτηση της πλήρους και σταθερής πρόσβασης στις διεθνείς αγορές, όταν θα λήξει το πρόγραμμα διάσωσης το 2018».

Από την έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το επόμενο δημοσίευμα, καθώς η Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει για το ίδιο θέμα: «Η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές είναι ένας θρίαμβος για τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο. Και οι δυο δεν μπορούσαν να αντισταθούν στην πρώτη ευκαιρία για έκδοση ενός πενταετούς ομολόγου. Όχι όμως χωρίς λόγο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας και ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι εφιστούσαν την προσοχή την προηγούμενη εβδομάδα. Το νέο ελληνικό ομόλογο είναι μια δοκιμή. Θα μπορούσε να γίνει σύμβολο επιτυχίας της εξυγίανσης, εάν οι προοπτικές για την ελληνική οικονομία συνεχίσουν να βελτιώνονται και εάν η αξία των νέων αξιόγραφων αυξάνεται. Τι θα συμβεί όμως εάν καθυστερήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις , εάν αναβληθούν οι μεταρρυθμίσεις και εάν στην κυβέρνηση ξεσπάσουν νέες ιδεολογικές συγκρούσεις; Μόλις οι πρώτοι επενδυτές των νέων ομολόγων αρχίσουν να αμφιβάλουν, οι επιπτώσεις θα φανούν στον Τσίπρα. Ο Έλληνας Πρωθυπουργός αναλαμβάνει ένα ρίσκο. Στο τέλος όμως ίσως είναι για καλό εάν ο Τσίπρας στηριχθεί και από την ετυμηγορία των αγορών».

Και το Spiegel, «ο σοβαρότερος οικονομικός ασθενής της Ευρώπης επιστρέφει. Μετά από τρία χρόνια, η Ελλάδα τολμά να επιστρέψει στις αγορές ένα χρόνο πριν από τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος, προκειμένου να φανεί αν μπορεί να σταθεί μόνη της στα πόδια της μετά τον Αύγουστο του 2018, οπότε και λήγει το πρόγραμμα».

Το Bloomberg, τέλος, έχει συνεχείς ανταποκρίσεις και άρθρα για το θέμα. Σε νέα ανάλυση (Marcus Ashworth –Μark Gilbert) επισημαίνεται: «Η Ελλάδα αποφάσισε να ταράξει τα νερά με την έκδοση ενός νέου πενταετούς ομολόγου, μετά από τρία χρόνια.Η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς αλλά όχι τους άπληστους. Προς το παρόν, μια επιτυχημένη επιστροφή στις αγορές είναι πιο σημαντική από την εξασφάλιση καλύτερων όρων ή περισσότερων χρημάτων. Μετά την έκθεση του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους και την αναβάθμιση της προοπτικής για την αξιολόγηση της χώρας από σταθερή σε θετική από τον οίκο Standard & Poors, η Ελλάδα έσπευσε να εκμεταλλευθεί αυτή τη δυναμική πριν από την ανάπαυλα του Αυγούστου».

Στην ίδια ανάλυση διαβάζουμε, «οι επενδυτές ελπίζουν ότι δεν θα έχουν την ίδια εμπειρία της πρώτης προσπάθειας της Ελλάδας να ανακτήσει την πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές. Οι κάτοχοι του ομολόγου, που εξέδωσε πριν από τρία χρόνια η Ελλάδα παρατηρούν έντονες διακυμάνσεις στην τιμή του (…) [αντιθέτως] με το τωρινό ομόλογο ζητείται η άντληση ποσού 3 δισεκατομμυρίων ευρώ και θα θεωρηθεί επιτυχία, μεγάλο μέρος των συμμετεχόντων στην εκδοτική προσπάθεια να αποτελείται από επενδυτές που θα αποφασίσουν να επεκτείνουν τη λήξη του. Η επιτυχία αυτή θα επιτρέψει τότε στην Ελλάδα να επιμηκύνει το χρέος της και να ανοίξει το δρόμο για τις επόμενες εξόδους στις διεθνείς αγορές προκειμένου να συγκεντρώσει χρήματα».

Εν κατακλείδι, «τρία χρόνια είναι πολύς χρόνος χωρίς πρόσβαση στις αγορές. Η Ελλάδα χρειάζεται το παράθυρο δανεισμού να παραμείνει μόνιμα ανοιχτό».

DPA: Πολύ σημαντικό συμβολικό βήμα

Σε τηλεγράφημα του γερμανικού πρακτορείου ειδήσεων (dpa), υπό τον τίτλο, «Η Ελλάδα ξεκινά δημοπρασία για 5ετές ομόλογο», σημειώνεται: «Για τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του η πώληση ομολόγου αποτελεί και ένα πολύ σημαντικό συμβολικό βήμα: Όσο η Αθήνα στηρίζεται οικονομικά σε δάνεια του προγράμματος βοήθειας που διαρκεί ως το καλοκαίρι του 2018, δεν εξαρτάται υποχρεωτικά από ιδιωτικά χρήματα. Ωστόσο οι Έλληνες θέλουν του χρόνου να σταθούν και πάλι, από οικονομικής άποψης, στα πόδια τους, εξ ου και χρειάζονται την αυτόνομη χρηματοδότηση μέσω της ελεύθερης κεφαλαιαγοράς. Το ότι αυτό δεν ήταν δυνατό -ή ήταν μόνο με πολύ υψηλά επιτόκια-, επειδή οι επενδυτές είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στη χώρα, ισχύει από τις αρχές του ελληνικού δράματος για το χρέος, ήδη από το 2010».

Handelsblatt: Καλός οιωνός, το επενδυτικό ενδιαφέρον

Στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας Handelsblatt φιλοξενείται ανταπόκριση του Gerd Höhler από την Αθήνα με τίτλο «Η Αθήνα θέλει να επιστρέψει στις χρηματαγορές» και υπότιτλο «Με μία έκδοση ομολόγων, η Ελλάδα θέλει να δοκιμάσει την ‘όρεξη’ των επενδυτών. Η δοκιμαστική διαδικασία θα μπορούσε να εγκαινιαστεί αυτήν την εβδομάδα. Τα σχέδια δεν είναι απαλλαγμένα αντιρρήσεων». Στο ίδιο δημοσίευμα επισημαίνεται ότι οι παρούσες συνθήκες δεν είναι κακές για την Ελλάδα, ενώ ως μέτρο εκτίμησης της επιτυχίας του εγχειρήματος είναι η προσέλκυση ξένων επενδυτών. Καλός οιωνός θεωρείται επιπλέον το γεγονός ότι εδώ και μήνες ξένοι επενδυτές έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τους ελληνικούς τίτλους.

Le Figaro: Τη σωστή χρονική στιγμή επέλεξε η κυβέρνηση

Εκτεταμένη η κάλυψη από την εφημερίδα Le Figaro: «Ο κύβος ερρίφθη. Η Ελλάδα θα εκδώσει ένα πενταετές ομόλογο και ελπίζει να κερδίσει 4 δισεκατομμύρια ευρώ, με επιτόκιο κάτω του 5%. Μετά από τρία χρόνια ελληνικής απουσίας, οι αγορές φαίνεται να ανταποκρίνονται καλά στην ανακοίνωση του Χρηματιστηρίου Αθηνών εμφανίζοντας μια εκπληκτική σταθερότητα η οποία εντυπωσιάζει, και έναν αριθμό τραπεζιτών οι οποίοι παρέμεναν επιφυλακτικοί σχετικά με μια τέτοια πρωτοβουλία. Ανακοινώνοντας αυτή την έκδοση, η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, της οποίας η ιδεολογία βρίσκεται στον αντίποδα των χρηματιστηρίων, φαίνεται να έχει επιλέξει τη σωστή χρονική στιγμή. Και για αυτό, μετά τη συμφωνία της 15ης Ιουνίου ανάμεσα στην Αθήνα και τους πιστωτές της σχετικά με την απελευθέρωση της δόσης των 8,4 δις ευρώ, τα καλά νέα διαδέχονται το ένα το άλλο: Μέσα σε λίγες εβδομάδες η Moody’s αναβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, η ανταγωνίστρια της S&P εξήρε τις επιδόσεις της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να βγει η χώρα από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος και το ΔΝΤ επιβεβαίωσε τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα βοήθεια της Ελλάδας».

Η ίδια εφημερίδα παραθέτει, στο ρεπορτάζ της, δηλώσεις του επιχειρηματία Gerard Mestrallet: «Η κατάσταση της Ελλάδας βελτιώνεται τάχιστα, με μια μεγαλύτερη αύξηση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πρόκειται για μια πραγματική χώρα ευκαιρίας στην Ευρώπη για τους επενδυτές, σε πολλούς τομείς. Διότι για να μειωθεί η ανεργία στην Ελλάδα, πρέπει να είναι προοδευτική, κάτι που σημαίνει δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω των επενδύσεων».

Τέλος, η Luxemburger Wort σημειώνει ότι «η καλύτερη αξιολόγηση του Οίκου S&P για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας θα μπορούσε, σύμφωνα με εκτιμήσεις των ελληνικών ΜΜΕ και Ελλήνων ειδικών να ανοίξει το δρόμο για επιστροφή στις χρηματαγορές».