Τρεις δράσεις για την οριστική έξοδο της χώρας από το μνημόνιο παρουσιάζει ο ΣΕΒ στο τελευταίο δελτίο του για την ελληνική οικονομία, επικαλούμενος και το παράδειγμα της Πορτογαλίας που βγήκε από το πρόγραμμα το 2014.

Όπως αναφέρει ο ΣΕΠ, πριν το τέλος του μνημονίου τον Αύγουστο του 2018 η Ελλάδα θα πρέπει να επικεντρωθεί στην αποκατάσταση της πρόσβασης στις αγορές με ταυτόχρονη συσσώρευση αποθεματικών, στην αναπτυξιακή εξόρμηση και τέλος στην απαρέγκλιτη τήρηση των συμφωνηθέντων.

Ειδικότερα, ο ΣΕΒ σημειώνει τα εξής:

Η Πορτογαλία βγήκε από το Μνημόνιο τον Μάιο του 2014, έχοντας ήδη συσσωρεύσει ρευστότητα €15,6 δισ. έτσι ώστε, ακόμη και χωρίς πρόσβαση στις αγορές, να είναι δυνατή η κάλυψη των ελλειμμάτων του 2014 και 2015, και χωρίς μάλιστα να έχει εισπράξει τα τελευταία €2,5 δισ. της χρηματοδοτικής βοήθειας.

Η Πορτογαλία είχε ήδη αποκτήσει δοκιμαστική πρόσβαση στις αγορές, αρχικά με σχετικώς υψηλά επιτόκια, από τον Οκτώβριο του 2012, αντλώντας €3,6 δισ. το 2012, €12 δισ. το 2013 και €13,4 δισ. το 2014. Η οικονομία της ήταν, επίσης, ήδη στο τρίτο συνεχές τρίμηνο θετικού ρυθμού ανάπτυξης. Και, βεβαίως, ήταν δημοσιονομικά συνεπής κατά τα συμφωνηθέντα, χωρίς όμως να έχει ολοκληρωθεί στο μέγιστο η επιδιωκόμενη προσαρμογή.

Για την Ελλάδα είναι όρος επανάκτησης αυξημένης ελευθερίας στη χάραξη οικονομικής πολιτικής, να μην υπάρξει νέα χρηματοδότηση και 4ο Μνημόνιο όταν λήξει το τρέχον πρόγραμμα, εκτός ενδεχομένως κάποιας προληπτικής πιστωτικής γραμμής καθώς η χώρα θα βγαίνει στις αγορές.

Πριν το τέλος του 3ου Μνημονίου (Αύγουστος 2018), η οικονομική πολιτική της χώρας θα πρέπει να επικεντρωθεί σε τρεις δράσεις:

Πρώτον, στην αποκατάσταση της πρόσβασης στις αγορές όσο το δυνατόν νωρίτερα με όσο μεγαλύτερα αποθεματικά μπορούν να συσσωρευθούν μέσω πρωτογενών πλεονασμάτων και δανεισμού από τις αγορές, και χωρίς τυχόν χρήση τους σε προεκλογικές παροχές. Αυτό προϋποθέτει και την είσπραξη όλων των δόσεων του προγράμματος από εδώ και πέρα, που μέρος τους προορίζεται για την αποπληρωμή όλων των ληξιπρόθεσμων οφειλών του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα ύψους €6,5 δισ., στη βάση της έγκαιρης ολοκλήρωσης των μελλοντικών αξιολογήσεων.

Δεύτερον, στην άμεση αναπτυξιακή εξόρμηση με έργα υποδομών, στην προσέλκυση ιδιωτικής χρηματοδότησης και στην ενεργοποίηση της ιδιωτικής οικονομίας ώστε να εδραιωθούν θετικοί ρυθμοί όσο το δυνατόν ισχυρότερης ανάπτυξης από τρίμηνο σε τρίμηνο.

Τέλος, στην απαρέγκλιτη τήρηση των συμφωνηθέντων όσον αφορά στους δημοσιονομικούς στόχους και τις λοιπές μεταρρυθμίσεις, ώστε να μην διαταραχθεί η διαδικασία αποκατάστασης εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Και τα τρία αυτά προαπαιτούμενα τηρήθηκαν στην περίπτωση της Πορτογαλίας. Δεν υπάρχει, λοιπόν, σήμερα περιθώριο αβελτηρίας. Μία φιλόδοξη Ελλάδα πρέπει να ακολουθεί σταθερή γραμμή πλεύσης, χωρίς καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις και αποκλίσεις στα δημοσιονομικά, προσηλωμένη στην επίτευξη ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης. Δεν υπάρχει άλλη ευκαιρία. Εάν η χώρα δεν παραμείνει εντός του πλαισίου της μόνιμης πλεονασματικής δημοσιονομικής διαχείρισης που διασφαλίζει την βιωσιμότητα του χρέους, ιδίως όταν δεν θα υπάρχει ο καταναγκασμός του Μνημονίου, σύντομα θα βρεθεί χωρίς την στήριξη και την αλληλεγγύη κανενός.

Είναι ανάγκη, λοιπόν, να υπάρξει μια στρατηγική εξόδου από τα Μνημόνια, μαζί με το ξεδίπλωμα της αναπτυξιακής στρατηγικής και της στρατηγικής μακροχρόνιας πλεονασματικής δημοσιονομικής διαχείρισης (ικανοποιητική παροχή δημοσίων υπηρεσιών χωρίς υπερφορολόγηση της ιδιωτικής οικονομίας).

Η χώρα εισέρχεται από το 2018 σε μία πορεία σταθερότητας, όπου η ισχυρή ανάπτυξη θα πρέπει να επιδιώκεται ως αντίβαρο των πρωτογενών πλεονασμάτων που απαιτούνται για την βιωσιμότητα του χρέους, στο πλαίσιο εφαρμογής μιας δημοσιονομικής πολιτικής που σε μόνιμη βάση θα πρέπει να είναι πιο σφιχτή στους ανοδικούς οικονομικούς κύκλους ώστε να μπορεί να είναι πιο χαλαρή στους καθοδικούς. Στο πλαίσιο αυτό, οι ετήσιες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες (δημοσιονομικό αποτέλεσμα συν χρεολύσια) δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ, που θα επιτυγχάνεται σε συνδυασμό με τα πρωτογενή πλεονάσματα και την ελάφρυνση του χρέους που θα έχει συμφωνηθεί.

14 μήνες πριν το τέλος του Μνημονίου η Ελλάδα έχει σήμερα τα ίδια επιτόκια που είχε τότε η Πορτογαλία: Καιρός για έξοδο στις αγορές!