Στην κυβέρνηση ελπίζουν ότι οι Κινέζοι θα είναι οι πρώτοι που θα παρελάσουν μαζικά από την Αθήνα προκειμένου ευοδωθεί το σενάριο για την ανάκαμψη της οικονομίας, φλερτάρουν επομένως σε όλα τα επίπεδα με το γουάν.

Στο Πεκίνο αντιλαμβάνονται την ευκαιρία που τους προσφέρει το ελληνικό επενδυτικό κενό και σπεύδουν να το εκμεταλλευτούν αφού ψάχνουν για γέφυρες προς τη Δύση. Και οι δυτικοί σύμμαχοι φοβούνται «κινεζοποίηση» της οικονομίας μας όσο ο Πρωθυπουργός πλησιάζει την ορθάνοιχτη αγκαλιά του ασιατικού δράκου και παίρνουν τα μέτρα τους –αν και οι δικές τους εταιρείες δεν έχουν ακόμη κάνει μαζικά την εμφάνισή τους στην Ελλάδα που χρειάζεται όσο ποτέ τις επενδύσεις.

Το παραπάνω σχήμα είναι οξύμωρο, ενέχει γεωπολιτικό ρίσκο και τα πρώτα μηνύματα δείχνουν πως το παιχνίδι θα χοντρύνει. Πρώτα κινητοποιήθηκαν τα αντανακλαστικά των ΗΠΑ με μια διπλή παρέμβαση την περασμένη εβδομάδα για την Εθνική Ασφαλιστική υπέρ του ελληνοαμερικανικού σχήματος που την διεκδικεί, ενώ τη σκυτάλη πήραν οι Βρυξέλλες βάζοντας, σύμφωνα με πληροφορίες, βέτο στα σχέδια της ΔΕΗ για ελληνοκινεζική συνεργασία σε νέες μονάδες.

ΟΙ ΥΠΟΔΟΜΕΣ. Τα καμπανάκια δεν θα σταματήσουν εδώ. Δεκατρείς μεγάλες κινεζικές εταιρείες και τρεις τράπεζες διεκδικούν από ενεργειακά έργα υποδομών, αεροδρόμια, και λιμάνια, μέχρι τουριστικά ακίνητα, τράπεζες και άλλους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας. Στη διεθνή σκακιέρα όμως αυτά τα ντιλ δεν γίνονται κατά λάθος ή χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των μεγάλων παικτών.

Το ερώτημα, επομένως, είναι αν η κυβέρνηση θα αγνοήσει την αμερικανική παρέμβαση και θα επιλέξει την περαιτέρω σύσφιγξη των σχέσεων με την Κίνα, σε μια στιγμή μάλιστα που προσδοκά τη στήριξη της Ουάσιγκτον στο θέμα του χρέους. Οπως επίσης τι συνέπειες θα είχε μία τέτοια επιλογή στα επόμενα επιχειρηματικά ντιλ που η Αθήνα ελπίζει να κάνει με τη Δύση, η οποία διαμαρτύρεται κάθε φορά που μας χτυπούν την πόρτα οι Ρώσοι (π.χ. ΔΕΠΑ) ή οι Κινέζοι (π.χ. ΟΛΠ, Ελληνικό, ΑΔΜΗΕ), δεν φροντίζει ωστόσο να κινητοποιήσει δικές της επιχειρήσεις για ανάλογες επενδύσεις. Αν μάλιστα εξαιρέσει κανείς τη συμμετοχή αμερικανικών funds σε τράπεζες και σε κάποιες επενδύσεις χαρτοφυλακίου, εδώ και πολλά χρόνια οι υπερατλαντικοί μας σύμμαχοι αγνοούν παντελώς την Ελλάδα.

Ανεξάρτητα από διαπιστώσεις, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Το υποδηλώνει η περίπτωση της Εθνικής Ασφαλιστικής, όπου η επιθετική παρέμβαση των ΗΠΑ φέρνει σε δύσκολη θέση την ελληνική πλευρά, κι ας μην το ομολογεί δημόσια. Πρώτος πήρε ανοικτά θέση με επιστολή του προς την κυβέρνηση υπέρ του αμερικανικού σχήματος που τη διεκδικεί και στο οποίο συμμετέχει ο ομογενής Τζον Κάλαμος, παλαιός γνώριμος της εγχώριας χρηματοπιστωτικής αγοράς, ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Γουίλμπουρ Ρος. Απέναντι στο αμερικανικό σχήμα βρίσκονται τρεις κινεζικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων η πανίσχυρη Fosun, βασικός εταίρος στο έργο του Ελληνικού. Νέες νουθεσίες προς την ίδια κατεύθυνση ακολούθησαν την Πέμπτη, αυτή την φορά από τον αμερικανό πρεσβευτή στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ.

ΣΤΟ ΜΑΤΙ ΚΑΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ. Τους Αμερικανούς ενδιαφέρει ιδιαίτερα ο χρηματοπιστωτικός κλάδος. Οχι μόνο γιατί παρουσία σε αυτόν έχουν ισχυρά ονόματα, όπως η Fairfax του Πρεμ Γουάτσα στην Eurolife ή το fund Paulson στην Τράπεζα Πειραιώς, όσο κυρίως επειδή ανησυχούν ότι το Πεκίνο θα χρησιμοποιήσει την Εθνική Ασφαλιστική ως βήμα για να βάλει πόδι στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Το έχει προαναγγείλει με συνέντευξή του στο Bloomberg ο Jim Jiannong Qian, πρώτος αντιπρόεδρος της Fosun, αν και διέψευσε φήμες ότι η εταιρεία του έχει προχωρήσει σε συγκεκριμένες κρούσεις. Οι πάντες ωστόσο γνωρίζουν ότι το ΤΧΣ αναμένεται να δεχτεί τα επόμενα χρόνια ισχυρές πιέσεις, προκειμένου να πουλήσει μέρος των συμμετοχών του στις συστημικές τράπεζες (11,01% στην Alpha Bank, 26,42% στην Πειραιώς και 40,39% στην Εθνική). Και αν η Πειραιώς διαθέτει έναν ιδιώτη μέτοχο με ποσοστό άνω του 5% (Paulson 7,32%), η Εθνική αναμένεται να αποτελέσει το μήλον της Εριδος για όσους επιθυμούν να επενδύσουν στις ελληνικές τράπεζες.

ΒΕΤΟ ΚΑΙ ΑΠΟ ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ. Στις Βρυξέλλες δεν γκρινιάζουν για τα χρηματοπιστωτικά, αλλά για την ενέργεια και ειδικότερα για την πολυδιαφημισμένη απευθείας σύμπραξη της ΔΕΗ με τους Κινέζους της CMEC στην κατασκευή της νέας μονάδας Μελίτη ΙΙ. Στον απόηχο των δηλώσεων Πιτσιόρλα ότι καμία μονάδα της ΔΕΗ δεν μπορεί να πουληθεί, κατασκευαστεί ή αναβαθμισθεί δίχως διεθνή διαγωνισμό, χθες εμμέσως πλην σαφώς και ο επικεφαλής της επιχείρησης Μανώλης Παναγιωτάκης παραδέχθηκε ότι η τύχη του project θα κριθεί από την πρόσφατη συμφωνία για την πώληση του 40% του λιγνιτικού δυναμικού της ΔΕΗ. Σύμφωνα με τον ίδιο, «δεν έχει ακόμη υπάρξει καμία απόφαση σχετικά με τη διάθεση του υπάρχοντος σταθμού με τη μονάδα Μελίτη Ι, την άδεια για τη Μελίτη ΙΙ και τα ορυχεία της Φλώρινας ιδιοκτησίας ΔΕΗ». Αλλά αν, όπως αναφέρει, ληφθεί σχετική απόφαση, τότε όντως οι όροι για την συνεργασία ΔΕΗ – CMEC στο έργο διαφοροποιούνται και θα πρέπει να γίνουν οι αναγκαίες προσαρμογές σε συνάρτηση με τις περαιτέρω συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τις τελικές διευθετήσεις.