Οι γερμανικές επιχειρήσεις πατάνε περισσότερο γκάζι στις ΗΠΑ, αφού θεωρούν ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας είναι καλές, παρά τις μεγάλες προκλήσεις. Αιτία της ανάπτυξης αυτής από μεγάλους και μικρότερους ομίλους είναι τα χαμηλά επιτόκια στη χώρα που ευνοούν τις χρηματοδοτήσεις, την ανάκαμψη της αγοράς καταναλωτικών αγαθών στην αμερικανική αγορά και τη νέα στροφή της χώρας προς την ενίσχυση της βιομηχανίας.

Είναι ενδεικτικό ότι μόνο πέρυσι γερμανικές επιχειρήσεις ανακοίνωσαν την εξαγορά 64 αμερικανικών, όπως σημειώνει η «Wall Street Journal». Τα ντιλ αυτά έχουν συνολική αξία πάνω από 88 δισ. δολάρια σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Dealogic που επικαλείται η αμερικανική εφημερίδα. Το μεγαλύτερο ποσό προέρχεται από την υπό εξέλιξη εξαγορά της Monsanto από την Bayer. Παρ’ όλα αυτά έχουν σημειωθεί και δεκάδες άλλα ντιλ από εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε διάφορους κλάδους –από την τεχνολογία μέχρι τα καταναλωτικά αγαθά πάσης φύσεως. Η Siemens έχει ανακοινώσει την εξαγορά της εταιρείας ανάπτυξης λογισμικού Mentor Graphics έναντι 4 δισ. δολαρίων με στόχο να ανταγωνιστεί την General Electric. Η εταιρεία χημικών Lanxess προχώρησε στην εξαγορά της Chemtura έναντι 2 δισ. δολαρίων με στόχο να ανταγωνιστεί μεταξύ άλλων τη Lubrizol της Berkshire Hatwaway. Η εταιρεία καταναλωτικών αγαθών Henkel ανακοίνωσε την εξαγορά της Sun Products προσφέροντας 3,6 δισ. δολάρια. Στόχος της γερμανικής εταιρείας είναι να ανταγωνιστεί με καλύτερες προοπτικές εταιρείες όπως η Procter & Gamble. Την ίδια στιγμή η Adidas αυξάνει συνεχώς την παρουσία τις στις ΗΠΑ για να κερδίσει μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς από εταιρείες όπως η Nike. Η γερμανική αλυσίδα Aldi που πουλά κυρίως προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας επεκτείνεται δυναμικά σε διάφορες πόλεις των ΗΠΑ επενδύοντας μεγάλα ποσά.