Ο τρόπος υπολογισμού του κατώτατου μισθού,η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, η πλήρης αναδιάρθρωση της λειτουργίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων, η αλλαγή του πλαισίου για τον τρόπο λήψης της απόφασης των απεργιακών κινητοποιήσεων, καθώς και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι τα θέματα που θα απασχολήσουν τη διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, η οποία αρχίζει αύριο και αποτελεί βασικό θέμα της δεύτερης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος.

Η διαπραγμάτευση για τα εργασιακά θα εξελιχθεί σε εξαιρετικά δύσκολο για τη χώρα μας περιβάλλον,καθώς στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι σε εξέλιξη μία σειρά αντεργατικών νομοθετικώνπαρεμβάσεων. Το βασικό θέμα της διαπραγμάτευσης αναμένεται να αποτελέσει ο κατώτατος μισθός στον ιδιωτικό τομέα. Η ελληνική πλευρά θέτει στο τραπέζι επιτακτικά το θέμα της επιστροφής του κατώτατου μισθού στα χέρια των κοινωνικών εταίρων και τηςεπαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων.Κεντρικός στόχος της κυβέρνησης είναι να αποδώσει στους κοινωνικούς εταίρους τον καθορισμό του κατώτατου μισθού μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Οι θεσμοί απαιτούν την επανεξέταση του κατώτερου μισθού(θέμα που προωθεί κυρίως το ΔΝΤ) με το σκεπτικό ότι η πτώση των μέσου επιπέδου αμοιβών στη Ελλάδα από τα 1.000 ευρώ το 2009 στα 650 – 700 ευρώ το 2015 φέρνει τον μέσο μισθό κοντά στον κατώτερο δημιουργώντας αντικίνητρο για την απασχόληση.

ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΣΤΗΝ ΕΕ. Σε άλλες χώρες ο κατώτατος μισθός ορίζεται νομοθετικά, ενώ για την Ελλάδα έχει ψηφιστεί να ισχύσει κάτι αντίστοιχο, κατόπιν διαβούλευσης, από την 1/1/2017 (με βάση την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, τα επίπεδα παραγωγικότητας, ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης κ.ά.), χωρίς να είναι βέβαιες οι προσαυξήσεις για τις τριετίες (που έχουν διατηρηθεί παγωμένες, αλλά παραμένουν στο στόχαστρο) και το επίδομα γάμου.

Θεσμοθετημένος εθνικός κατώτατος μισθός χωρίς επιδόματα και τριετίες υπάρχει σήμερα σε 22 από τις 28 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης ύστερα και από την εισαγωγή του στη Γερμανία (κατώτατο ωρομίσθιο στα 8,50 ευρώ, σταδιακά από το 2015 και πλήρως μέχρι το 2017 με πρόβλεψη ανακαθορισμού του από το 2018). Σχεδόν σε όλες τις χώρες, ωστόσο, η απόφαση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται κρατικά και όχι με απευθείας διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων.

Πρέπει να επισημανθεί ότι τοΔΝΤδεν αποκλείεται να ανοίξει θέμα κατάργησης τριετιώνακυρώνοντας ουσιαστικά οποιαδήποτε ελπίδα για ενίσχυση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Με βάση το Μνημόνιο οι τριετίες παραμένουν παγωμένες τουλάχιστον έως το 2022, μέχρι να πέσει η ανεργία κάτω από το 10%. Ετσι όσοι αμείβονται με το κατώτατο ημερομίσθιο των 586 ευρώ, για κάθε τριετία εργασιακής εμπειρίας αυξάνεται κατά 58 ευρώ έως τα εννέα έτη και για τους έγγαμους εργαζομένους υπάρχει επιπλέον προσαύξηση 58 ευρώ. Για τα επόμενα χρόνια οι εργαζόμενοι, ακόμα κι αν έχουν δεκαετίες στο επάγγελμά τους θα συνεχίσουν να χάνουν 58,61 έως 175,82 ευρώ τον μήνα.

ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ. Οσον αφορά τις ομαδικές απολύσεις, το ΔΝΤ αναμένεται να επαναφέρει την πάγια αξίωσή του για απελευθέρωσή τους με νόμο, ενώ οι εκπρόσωποι της ΕΕ θα ζητήσουν την ευθυγράμμιση με τις βέλτιστες πρακτικές, οι οποίες ωστόσο διευκολύνουν τις απολύσεις. Το θέμα των ομαδικών απολύσεων ανακινήθηκε πρόσφατα μετά τη γνωμοδότηση του Γενικού Εισαγγελέα Νιλς Βαλ, ο οποίος επισημαίνει ότι οι απαιτήσεις της ελληνικής νομοθεσίας του 1983 που θέλουν από τους εργοδότες να λαμβάνουν διοικητική έγκριση πριν από μια ομαδική απόλυση –έγκριση που εξαρτάται από τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, την κατάσταση της επιχείρησης και το συμφέρον της εθνικής οικονομίας –δεν συνάδουν με το ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Πρέπει να επισημανθείότι σε καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν προβλέπεται υπουργικό βέτο σε ομαδικές απολύσεις, ενώ μόνο στην Ολλανδία ζητείται προηγούμενη έγκριση από την Περιφερειακή Υπηρεσία Απασχόλησης (UWV), η οποία ωστόσο εφαρμόζει την ουσία της ευρωπαϊκής οδηγίας 98/59/ΕΚ και των διεθνών συμβάσεων, επιβάλλοντας στον εργοδότη ακόμη και την υποχρέωση καταβολής επιδομάτων ανεργίας.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΠΕΡΓΙΕΣ. Σχετικά με τον συνδικαλιστικό νόμο, το ΔΝΤ επιμένει στην αλλαγή του τρόπου λήψης των αποφάσεων για απεργιακές κινητοποιήσεις, ώστε να απαιτείται το 50%+1 των μελών του συνδικάτου. Δηλαδή, η κήρυξη απεργίας θα προϋποθέτει τη σύγκληση γενικής συνέλευσης και τη συμμετοχή της πλειοψηφίας των μελών στη λήψη της απόφασης. Μάλιστα το 50%+1 ζητούν να εφαρμοστεί και στην περίπτωση κατά την οποία λαμβάνεται απόφαση για απεργιακή κινητοποίηση σε επίπεδο επιχείρησης. Ακόμη οι δανειστές επιμένουν στην εξασφάλιση μεγαλύτερου χρόνου προειδοποίησης και υποχρεωτικά στάδια διαβουλεύσεων ανάμεσα στα σωματεία και στην εργοδοτική πλευρά πριν από την κήρυξη της απεργίας.

Επίσης ζητούνται:

– Μείωση των ημερών συνδικαλιστικής άδειας, περιορισμός των αμειβόμενων αδειών στις απολύτως απαραίτητες, καθώς και περιορισμός των προσώπων που δικαιούνται άδειες.

– Δραστική μείωση των ημερών αδικαιολόγητης απουσίας συνδικαλιστή και ευθυγράμμιση με τα ισχύοντα για κάθε εργαζόμενο.

– Δυνατότητα απόλυσης συνδικαλιστών για σπουδαίο λόγο.