Ο πρόεδρος της Πορτογαλίας, ο συντηρητικός Μαρσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα, άσκησε βέτο την Παρασκευή σε διάταγμα με το οποίο θα υποχρεώνονταν οι τράπεζες να ενημερώσουν τις φορολογικές αρχές για τα υπόλοιπα όλων των τραπεζικών λογαριασμών που ξεπερνούν τα 50.000 ευρώ.

Η επικύρωση του διατάγματος αυτού θα ήταν «αρνητικός ή ακόμη και αντιπαραγωγικός παράγοντας για την οικονομική κατάσταση και την οικονομία» της Πορτογαλίας και θα έθετε σε κίνδυνο «την εμπιστοσύνη των καταθετών και των επενδυτών», ανέφερε σε ανακοίνωση η πορτογαλική προεδρία.

Θα ήταν επίσης «πολιτικά άκαιρη» η εφαρμογή αυτού του διατάγματος σε μια περίοδο «πολύ ευαίσθητη» για τον τραπεζικό τομέα της Πορτογαλίας, σημειώνεται στην ανακοίνωση.

«Η εμπιστοσύνη των καταθετών και των επενδυτών είναι βασικής σημασίας για τη δύσκολη επανεκκίνηση των επενδύσεων, χωρίς τις οποίες δεν θα υπάρξει ούτε ανάπτυξη και εργασία, ούτε οικονομική σταθερότητα», προειδοποίησε ο Σόουζα.

«Θα υπήρχε φυγή κεφαλαίων»

Η σοσιαλιστική κυβέρνηση εκτιμά ότι το διάταγμα αυτό, στόχος του οποίου ήταν να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, θα εναρμόνιζε την πορτογαλική νομοθεσία με τις ευρωπαϊκές οδηγίες και τις συμφωνίες για την αυτόματη ανταλλαγή τραπεζικών πληροφοριών με τις ΗΠΑ.

Με τις συμφωνίες αυτές οι ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ προσπαθούν να αποκτήσουν πληροφορίες για τους υπηκόους τους που διατηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό προκειμένου να φοροδιαφύγουν.

Ομως η κυβέρνηση κατηγορείται ότι επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο, προσπαθώντας να επιβάλει στις τράπεζες να δώσουν πληροφορίες για τους λογαριασμούς όλων των κατοίκων της χώρας, Πορτογάλων και αλλοδαπών, αν και περιόρισε την πρόσβαση της εφορίας μόνο σε εκείνους που έχουν υπόλοιπο άνω των 50.000 ευρώ.

Η Επιτροπή για την προστασία των προσωπικών δεδομένων της Πορτογαλίας έκρινε ότι το διάταγμα ήταν αντισυνταγματικό και οι ενώσεις των καταναλωτών κατήγγειλαν «το τέλος του τραπεζικού απορρήτου».

Ορισμένοι οικονομολόγοι προέβλεψαν ότι θα υπήρχε «φυγή κεφαλαίων» αν επικυρωνόταν το διάταγμα, σε μια περίοδο που οι πορτογαλικές τράπεζες αγωνίζονται να επανακάμψουν μετά την κρίση χρέους.