Σε αχαρτογράφητα νερά κινείται η φαρμακοβιομηχανία μετά το πρόσφατο Brexit. Η χθεσινή κοινή ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων και Συνδέσμων (EFPIA) και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) εκφράζει τον έντονο προβληματισμό στον ευρωπαϊκό τομέα της υγείας.

Οπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς, το Brexit φέρνει νέα δεδομένα στην αγορά του φαρμάκου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ η Βρετανία βιώνει τον φόβο της απορρύθμισης σε έναν κλάδο που αποτελεί ισχυρό χαρτί για την εγχώρια οικονομία.

Οι βρετανικές εταιρείες κολοσσοί GlaxoSmithKline και AstraZeneca είχαν προειδοποιήσει εγκαίρως για τους εμπορικούς κινδύνους που συνοδεύουν το Brexit. Ηδη από τον περασμένο Φεβρουάριο ανώτατα διευθυντικά στελέχη των 50 κορυφαίων ευρωπαϊκών φαρμακευτικών εταιρειών (συμπεριλαμβανομένων των ισχυρότερων βρετανικών) είχαν δηλώσει την αντίθεσή τους στο διαζύγιο της Βρετανίας με την ΕΕ.

Σημειώνεται ότι η παρουσία των δύο βρετανικών φαρμακοβιομηχανιών στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα δυναμική. Ειδικότερα η GlaxoSmithKline κυκλοφορεί περισσότερα από 50 καινοτόμα φάρμακα και διακινεί στην Ελλάδα την πλειονότητα των εμβολίων.

Αντίστοιχα η AstraZeneca στα 20 και πλέον χρόνια που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα εισήγαγε 43 καινοτόμα φάρμακα που στοχεύουν στην αντιμετώπιση σοβαρών παθήσεων.

Στο μεταξύ, άγνωστο παραμένει αν οι τιμές των φαρμάκων που εισάγουμε θα διαφοροποιηθούν και οι αναλυτές κάνουν λόγο για ενδεχόμενη αύξηση. Ωστόσο οι ίδιες πηγές προτάσσουν ως δίχτυ ασφαλείας το ελληνικό σύστημα τιμολόγησης, που υπολογίζεται βάσει του μέσου όρου των τριών χαμηλότερων τιμών της Ευρώπης.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΦΑΡΑΤΖ. Τις φωνές τους ένωσαν τον περασμένο Μάρτιο και οι ακαδημαϊκοί, ερευνητές και επιχειρηματίες της Ομάδας Βιοτεχνολογίας του Cambridge δηλώνοντας την υποστήριξή τους στο Bremain.

Το πρόσφατο αποτέλεσμα ωστόσο απέδειξε ότι οι ψηφοφόροι ξεγελάστηκαν από τις –ψεύτικες όπως εκ των υστέρων παραδέχτηκε –υποσχέσεις του Νάιτζελ Φάρατζ ότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Βρετανίας (NHS) θα αιμοδοτείται εβδομαδιαίως με 350 εκατ. στερλίνες, δηλαδή το ποσό που ο ίδιος εκτιμούσε ότι έστελνε το Λονδίνο στην ΕΕ.

Οι διαβεβαιώσεις περί ενίσχυσης των νοσοκομείων είχαν ως αποτέλεσμα να μην εισακουστούν οι σειρήνες που πλήθαιναν, μεταξύ αυτών και της Βρετανικής Ενωσης Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων (ΑΒΡΙ), και υποστήριζαν ότι απειλείται η πρόσβαση των βρετανών πολιτών στο φάρμακο.

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ. Και ενώ η Βρετανία ζει σε ρυθμούς Bregret καθώς εκατομμύρια ψηφοφόροι έχουν δεύτερες σκέψεις για τις επιπτώσεις του δημοψηφίσματος, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων και Συνδέσμων (EFPIA) αναλαμβάνει ρόλο ρυθμιστή σε μια αγορά που κλυδωνίζεται εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων.

«Η EFPIA και ο ΣΦΕΕ υποστηρίζουν τον κοινό στόχο που αφορά την άμεση πρόσβαση σε φάρμακα σε όλη την Ευρώπη, καθώς και τη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος κανονιστικών ρυθμίσεων και άσκησης πολιτικής που ενθαρρύνει την καινοτομία και στηρίζει την έρευνα και ανάπτυξη νέων φαρμάκων για την κάλυψη των αναγκών των ασθενών, των συστημάτων υγείας και της κοινωνίας» υπογραμμίζεται στην ανακοίνωση.

Επιπλέον, η EFPIA δεσμεύεται να συνεργαστεί με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς προκειμένου να στηρίξει αυτούς τους στόχους, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσει τόσο την αγορά όσο και τους ευρωπαίους πολίτες.

ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ. «Η Μεγάλη Βρετανία είναι αυτή που θα βιώσει τη μεγαλύτερη επίπτωση, εξαιτίας της μεγάλης παραγωγικής και εμπορικής δραστηριότητάς της. Συνεπώς, οι εξαγωγές της θα επηρεαστούν ανάλογα με το πώς θα διαμορφωθούν οι εμπορικές της σχέσεις με την Ευρώπη» δηλώνει στα «ΝΕΑ ο Νίκος Μανιαδάκης, καθηγητής του Τομέα Αρχών Διοίκησης και Οργάνωσης Υπηρεσιών Υγείας και αναπληρωτής κοσμήτορας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας.

«Αντιστρόφως, σε ό,τι αφορά την εισαγωγή φαρμάκων στην Αγγλία, αναμένεται επίσης να υπάρξουν ορισμένες δυσκολίες στις εμπορικές συναλλαγές, ενώ πιθανότητα θα αυξηθούν και οι τιμές των εισαγόμενων σκευασμάτων σε κάποιες περιπτώσεις. Εντούτοις οι επιπτώσεις δεν θα είναι βίαιες, καθώς όλες οι αποφάσεις θα είναι προϊόν μακροπρόθεσμων διαπραγματεύσεων» σημειώνει ο Μανιαδάκης, ο οποίος εμφανίζεται καθησυχαστικός σε ό,τι αφορά την πρόσβαση των Ευρωπαίων στο φάρμακο.

Ο ίδιος ωστόσο δίνει ιδιαίτερη έμφαση σε έναν ακόμη κίνδυνο που αναμένεται να προκαλέσει προβλήματα στη βρετανική οικονομία, εξαιτίας του ολοένα αυξανόμενου κλίματος αβεβαιότητας στις επενδύσεις. «Απώλειες θα καταγραφούν και στον τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης. Μετά τη Γερμανία, η Αγγλία είναι η δεύτερη χώρα στην Ευρώπη που λαμβάνει χρηματοδοτήσεις είτε αυτές προέρχονται από την ΕΕ είτε από ιδιώτες επενδυτές για έρευνα. Συνεπώς, η έξοδός της από την ΕΕ θα μειώσει την είσοδο χρημάτων στον τομέα αυτό» καταλήγει.

Κάνουν τζίρο60 δισ. ευρώτον χρόνο

Οπως προκύπτειαπό τα στοιχείατης Συνομοσπονδίας Βιομηχανικών Επιχειρήσεων, οι χώρες της ΕΕ απορροφούν το 56% των εξαγωγών της βρετανικής φαρμακοβιομηχανίας, ενώ ο συνολικός ετήσιος τζίρος ανέρχεται στα

60 δισ. ευρώ

Μετακομίζει από το Λονδίνο ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων

Μεταξύ του 2005 και του 2015, ο τομέας βιοτεχνολογίας του Ηνωμένου Βασιλείου άντλησε 924 εκατ. λίρες μέσω αρχικών δημόσιων προσφορών και 2,4 δισ. δολάρια σε κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου.

Παράπλευρη απώλεια, σύμφωνα με τους παράγοντες του κλάδου, είναι και η αναγκαστική (λόγω Brexit) μετακόμιση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) από το Λονδίνο προς άγνωστο προς το παρόν προορισμό.

Ο Οργανισμός είναι υπεύθυνος για την κεντρική διαδικασία έγκρισης των φαρμάκων που κυκλοφορούν στην ευρωπαϊκή αγορά, με την έδρα του να είναι στο Λονδίνο. Η Σουηδία και η Δανία έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον να τον φιλοξενήσουν, χωρίς ωστόσο να έχει ληφθεί οριστική απόφαση.