Τη νομική και πολιτική φόρμουλα για τα μέτρα ύψους 3,6 δισ. ευρώ που θα πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση που το ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα είναι μικρότερο του 3,5% του ΑΕΠ το 2018 αναζητούν Αθήνα και δανειστές, μετά το Eurogroup της Παρασκευής. Οι εκπρόσωποι των θεσμών επιστρέφουν στην Αθήνα, ώστε να επιχειρήσουν σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές μέχρι την Μ.Τετάρτη να βρουν τη λύση. Αν υπάρξει συμφωνία ως τότε, την Μ.Πέμπτη θα συγκληθεί έκτακτο Eurogroup.

Η κυβέρνηση διαμηνύει ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε νομοθέτηση μέτρων, αλλά -από κοινού με τους δανειστές – θα δημιουργήσει έναν μηχανισμό «εξισορρόπησης αποκλίσεων», καθώς, όπως δήλωσε και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μετά το Eurogroup, η ελληνική νομοθεσία δεν επιτρέπει υπό αίρεση μέτρα.

Πάντως, το ΠΑΣΟΚ κατηγορεί την κυβέρνηση Τσίπρα ότι φέρνει τέταρτο μνημόνιο, αφού χθες προστέθηκαν στον λογαριασμό των 3,6 δισ. ευρώ του περσινού μνημονίου, κι άλλα μέτρα ύψους 5,6 δισ. ευρώ.

Προσπαθώντας να λειάνει το έδαφος για την κυβέρνηση, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ διέψευσε πως πρόκειται για τέταρτο μνημόνιο. «Θα ήθελα να γίνω σαφής στο σημείο αυτό. Τα ελληνικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για τέταρτο μνημόνιο. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για κάτι τέτοιο. Έχει να κάνει με το τι θα συμβεί, αν τα μέτρα που προβλέπονται στο βασικό πακέτο δεν έχουν τα αναμενόμενα αποτέλεσμα. Εδώ που βρισκόμαστε τώρα, αν δούμε τα στοιχεία της Eurostat, φαίνεται ότι η Ελλάδα είναι σε πολύ καλό δρόμο και δείχνει την απαραίτητη δέσμευση».

Για τα νομικά κωλύματα, ο κ. Ντάισελμπλουμ είπε πως οι θεσμοί θα βρουν μια λύση για τη δημιουργία ενός μηχανισμού, που θα αποκαθιστά την «εμπιστοσύνη» τόσο στο πλαίσιο του Eurogroup όσο και σε ό,τι αφορά τους «επενδυτές στις αγορές». «Αυτό θα δημιουργούσε συνθήκες σταθερότητας για μεγαλύτερη περίοδο» είπε.

Ωστόσο, ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. «Έκλεισα ξενοδοχείο την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι θα πάω» είπε ευρωπαίος αξιωματούχος, για να καταδείξει τις δυσκολίες που συνοδεύουν το ενδεχόμενο συμφωνίας επί του πακέτου εφεδρικών μέτρων.

Πώς θα κινηθούν οι συζητήσεις

Σύμφωνα με πηγές προσκείμενες στην ευρωζώνη τα κράτη-μέλη ζήτησαν από την Ελλάδα να καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις ως προς τα ενδεχόμενα εφεδρικά μέτρα, οι οποίες θα είναι αξιόπιστες και θα έχουν στοιχεία αυτοματισμού. Ανάλογες διαδικασίες έχουν ήδη ισχύσει στην περίπτωση της Ιταλίας.

Οι ίδιες πηγές ανέφεραν πως είναι υπό συζήτηση το ποιος θα έχει την τελική ευθύνη για την ενεργοποίηση αυτού του μηχανισμού. Το βέβαιο πάντως είναι πως τα στοιχεία που χρησιμοποιηθούν θα είναι της Eurostat, ενώ μία ιδέα είναι να γίνει το πρώτο τεστ, σ’ ένα χρόνο από τώρα, όταν θα δημοσιευθούν τα στοιχεία της Eurostat για το 2016.

Δόση αν υπάρξει συμφωνία

Η άποψη που επικρατεί στις Βρυξέλλες είναι ότι εάν επιτευχθεί συμφωνία θα είναι επωφελής για την Ελλάδα. Πρώτα π’ όλα, αναφέρουν πηγές, θα ξεκλειδώσει άμεσα η εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου. Σύμφωνα με τους αρμόδιους, η δόση η οποία προβλεπόταν για το περασμένο φθινόπωρο όταν θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση ήταν 5,4 δισ., ωστόσο λόγω των καθυστερήσεων στην καταβολή της λόγω των συνεχιζόμενων διαβουλεύσεων, η πρόθεση των δανειστών είναι η εν λόγω δόση να είναι μεγαλύτερη.

Επιπλέον, εφόσον το ΔΝΤ ικανοποιηθεί με την εν λόγω συμφωνία (σε συνδυασμό με τη συζήτηση για το χρέος) και το ΔΣ του εγκρίνει το νέο πρόγραμμα με την Ελλάδα, θα προχωρήσει επίσης στην εκταμίευση της πρώτης δόσης.

Με αυτά τα χρήματα, οι ίδιες πηγές εκτιμούν πως η Ελλάδα όχι μόνο θα εξυπηρετήσει τις τρέχουσες δανειακές υποχρεώσεις της, αλλά θα αποπληρώσει μεγάλο μέρος των ανεξόφλητων οφειλών της προς τον ιδιωτικό τομέα, κάτι που θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία.

Τέλος, ως μεγάλο όφελος για την Ελλάδα παρουσιάζεται η έναρξη της συζήτησης για το χρέος. Ευρωπαίος αξιωματούχος υπογράμμιζε πως ακόμα και αν δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο ποιες αποφάσεις θα ληφθούν τώρα, ποιες πριν το τέλος του προγράμματος και ποιες όταν θα υπάρχει το «πραγματικό πρόβλημα», δηλαδή το 2023, η ευρωζώνη έχει ως στόχο με αυτήν τη συζήτηση να «δημιουργήσει» το απαραίτητο περιβάλλον «ασφάλειας» για τους επενδυτές.

«Απλά πρέπει να γίνει αυτή η συζήτηση σε φάσεις έτσι ώστε να διατηρείται ένα επίπεδο πίεσης προς την ελληνική πλευρά» σημειώνει η ίδια πηγή.