Μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου 2016 θα έχει γίνει η πλήρης άρση των capital controls, εκτιμούν οι τράπεζες που ήδη ακολουθούν δύο δρόμους για τη ρύθμιση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων σε βιώσιμες επιχειρήσεις.

Αυτό προκύπτει από τα όσα είπε χθες ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank Θεόδωρος Καλαντώνης στη διάρκεια ομιλίας του σε εκδήλωση για την παρουσίαση της Ετήσιας Εκθεσης για το Εμπόριο της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας. Αναφερόμενος στα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια είπε ότι «η αναδιάρθρωση των δανείων αυτών, με μερική απομείωση της ονομαστικής τους αξίας, είναι εφικτή σε περιπτώσεις που αυτό δικαιολογείται από τα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης και σε περιπτώσεις που τεκμηριωμένα διασφαλίζεται η βιωσιμότητά της και υπό την αυστηρή προϋπόθεση εισόδου νέων κεφαλαίων στην επιχείρηση, είτε από τους υφιστάμενους είτε από νέους επενδυτές, που θα αναλάβουν να υλοποιήσουν αξιόπιστα επιχειρηματικά σχέδια».

Πρόσθεσε μάλιστα ότι εκτός από τα συνήθη βραχυπρόθεσμα προγράμματα μείωσης δόσης, η Eurobank έχει αρχίσει να προσφέρει μια νέα γενιά μακροπρόθεσμων λύσεων όπως το πρόγραμμα διαχωρισμού οφειλής. Με το πρόγραμμα αυτό η επιχείρηση καλείται να εξυπηρετήσει μέρος μόνο της οφειλής της, ενώ το υπόλοιπο τμήμα παγώνει και αποθηκεύεται άτοκο για περίοδο έως και 4 ετών οπότε επανεξετάζεται συνολικά η οικονομική δυνατότητα της επιχείρησης.

Ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank διευκρίνισε ότι το συνολικό ύψος των πάσης φύσεως μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, καθώς ξεπερνά τα 100 δισ. ευρώ, δηλαδή το 55% του ΑΕΠ. Ωστόσο όπως είπε παρά την αρνητική επίδραση και τη δυσλειτουργία που προκάλεσαν τα capital controls, ο ρυθμός αύξησης των επισφαλών δανείων δεν φαίνεται να επηρεάστηκε όσο αναμενόταν.

ΟΙ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙΣ. Ο Θεόδωρος Καλαντώνης προέβλεψε ότι με την αποκατάσταση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία περίπου 25 δισ. ευρώ καταθέσεις μπορούν και πρέπει να επιστρέψουν εντός της επόμενης διετίας στο τραπεζικό σύστημα, ενισχύοντας τη ρευστότητα και την ικανότητά του να χρηματοδοτήσει την οικονομία. «Είναι προφανές ότι όσο βελτιώνεται η ρευστότητα των τραπεζών τόσο θα ενισχύεται και η δυνατότητά τους να χρηματοδοτήσουν εκ νέου τις επιχειρήσεις και την οικονομία».

Μάλιστα είπε ότι με τη βελτίωση του οικονομικού και του πολιτικού περιβάλλοντος από το β’ τρίμηνο του 2016 θα επανακάμψει και η ζήτηση για νέες χρηματοδοτήσεις επισημαίνοντας ότι η Eurobank θα βοηθήσει εκεί που χρειάζεται, ιδιαίτερα τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που επηρεάζονται σήμερα περισσότερο από τα capital controls.