Το σχέδιο για τη δημιουργία bad bank έχει επιστρέψει. Ο στόχος είναι, αν τελικά αποφασισθεί, να λειτουργήσει επικουρικά στη χρηματοδότηση που θα δοθεί μέσω του ESM. Κορυφαίοι τραπεζικοί παράγοντες τονίζουν ότι θα ήταν δυνατόν να μεταφερθεί σε αυτήν ένα μέρος των κόκκινων δανείων των τραπεζών με βάση αξιολόγηση που θα προηγηθεί. Τα υπόλοιπα – τα λιγότερο προβληματικά – να μείνουν στις τράπεζες. Οπως εξηγούν, «για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της bad bank θα συνέβαλλε η είσοδος σε αυτήν ξένων επενδυτικών κεφαλαίων τα οποία και θα αναλάμβαναν μέρος του ρίσκου από τη διαχείρισή της». Σήμερα, το σύνολο των κόκκινων δανείων των τραπεζών ανέρχεται σε 84 δισ. ευρώ.

Στην πραγματικότητα, η bad bank θα αγοράσει, έναντι κάποιου αντιτίμου που θα πληρώσει στις τράπεζες, τα δάνεια αυτά. Στη συνέχεια θα πρέπει, είτε να τα πουλήσει σε επενδυτικά funds, είτε να έρθει σε διακανονισμό με τους δανειολήπτες για την εξόφλησή τους σε ένα ποσοστό της αξίας τους. Προφανώς λιγότερο από το 100%, που να δικαιολογεί όμως κέρδος και για αυτήν. Για παράδειγμα, αν η bad bank πληρώσει το 20% της αξίας ενός δανείου για να το αγοράσει, θα πρέπει να το πουλήσει ή να το ρυθμίσει με τον δανειολήπτη στο 40%-50% της αξίας του. Ετσι θα βγάλει κέρδος και δεν θα ζημιωθούν το κράτος και οι φορολογούμενοι. Δύο αγκάθια αναγνωρίζουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην περίπτωση αυτή:

Το πρώτο αφορά την τιμή στην οποία θα αγοράσει τα προβληματικά δάνεια η bad bank. Αν είναι πολύ χαμηλή, το όφελος θα είναι ελάχιστο για τις τράπεζες που χρειάζονται τα κεφάλαια αυτά για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Αν είναι υψηλή, ο κίνδυνος είναι να επέμβουν οι εποπτικές Αρχές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Να θεωρήσουν κρατική βοήθεια προς τις τράπεζες την υψηλότερη τιμή και να απαιτήσουν να εφαρμοσθεί η διαδικασία του bail in όπως προβλέπεται σε τέτοιες περιπτώσεις βάσει των κανονισμών πριν από τη χορήγηση κρατικής βοήθειας.

Το δεύτερο αφορά τον τρόπο διαχείρισης των κόκκινων δανείων από την bad bank. Η πώλησή τους σε επενδυτικά funds απαιτεί αλλαγή της νομοθεσίας. Και η τακτοποίησή τους απευθείας με τους δανειολήπτες κατόχους τους θα είναι μια, πολιτικά και κοινωνικά, ευαίσθητη διαδικασία.

Κάπως έτσι θα πορευθούν οι ελληνικές τράπεζες τους επόμενους κρίσιμους μήνες μέχρι να αποκτήσουν εκ νέου επαρκή κεφάλαια και να επανέλθουν στον ρόλο του χρηματοδότη της ελληνικής οικονομίας. Στο τέλος αυτής της διαδρομής, βέβαια, το τραπεζικό τοπίο μπορεί να έχει αλλάξει, αν και, όπως λένε έγκυροι οικονομικοί κύκλοι, οι ξένοι επενδυτές μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών είναι βασικός παράγοντας που θα εξασφαλίσει τη συνέχεια χωρίς ανατροπές.