«Ειδικά αυτή την ώρα δεν βοηθά καθόλου αν ορισμένοι κύκλοι από την Γερμανία, όχι όμως γύρω από την καγκελαρία, επαναφέρουν και διακινούν σενάρια εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ». Αυτό δήλωσε την Πέμπτη από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς.

O ίδιος τόνισε ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει προσέλθει στις διαπραγματεύσεις με ειλικρινή διάθεση για την εξεύρεση λύσης.

Σε ένα δε μήνυμα με πολλαπλούς αποδέκτες σημείωσε πως «οι ακραίες φωνές που δεν θέλουν λύση, θα υποστούν μοιραία την απομείωση του πολιτικού τους βάρους».

Ο Νίκος Παππάς υπογράμμισε παράλληλα ότι η ελληνική κυβέρνηση επιθυμεί συνολική λύση, ότι δεν κάνει καλό σε κανέναν να υποκρινόμαστε ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα ήταν επιτυχές, άρα η χώρα μας να ζητήσει να επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος.

«Δεν συνιστά η συμφωνία της Ελλάδας με τα λάθη του παρελθόντος, πρόοδο των συνομιλιών. Αλλο πρόοδος και άλλο συμφωνία στα λάθη του χθες», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός Επικρατείας.

«Ο τίτλος του συνεδρίου αποδεικνύει αυτό που λέμε ότι το πρόβλημα είναι συνολικό. Δυστυχώς οι απόψεις της ελληνικής κυβέρνησης επαληθεύονται.Δάνεια και λιτότητα που κατ’ ευφημισμόν ονομάστηκε μεταρρύθμιση. Με αυτόν τον τρόπο φάνηκε ότι η ευρωζώνη δεν μπορεί αν διαχειριστεί κρίσεις» προσέθεσε ο Νίκος Παππάς ο οποίος υπενθύμισε ότι οαποπληθωρισμός «χτύπησε την πόρτα» και οδήγησε στην ποσοτική χαλάρωση μόλις πριν λίγο καιρό.

«Αξίζει αν σημειώσουμε ότι αντίστοιχα σε τρεις δόσεις οι Ηνωμένες Πολιτείες συγκράτησαν το αντίστοιχο πρόβλημα» συμπλήρωσε ο υπουργός.«Δυστυχώς έγιναν λάθη επεκράτησαν στερεότυπα. Η επιμονή στην λιτότητα ήταν λάθος».

Ο ίδιος στάθηκε στην απειλή του ευρωσκεπτικισμού: «Να κρούσω κώδωνα κινδύνου, θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια να αποκατασταθεί το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εμείς έχουμε στο DNA τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό.Θα χρειαστεί όμως πολλή δουλειά για να πειστούν οι έλληνες πολίτες ότι αξίζει τον κόπο να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη, στην κοινή ευρωπαϊκή οικογένεια και να κερδίσουμε το στοίχημα με τον ευρωσκεπτικισμό και τη ξενοφοβία» τόνισε.

«Οι επιλογές στην Ελλάδα οδήγησαν στα γνωστά μνημόνια. Τα προγράμματα αυτά δεν είχαν αποτελέσματα. Η ανεργία έχει αυξηθεί παρά την αναιμική ανάπτυξη» προσέθεσε ο υπουργός ο οποίος απέδωσε σε «πολιτικές σκοπιμότητες» όσα λέγονται περί «δρόμου διολίσθησης».

«Η ελληνική κυβέρνηση θα επιτύχει συμφωνία που θα συνιστά λύση. Θα ήταν απλό να υπογράψουμε το σημερινό πρόγραμμα.Ο κόσμος των επιχειρήσεων το κατανοεί. Θα ήμασταν και πάλι σε λίγο καιρό στην ίδια θέση» τόνισε.

«Τα πρόγραμμα υπονόμευσε τις προοπτικές ανάπτυξης. Έπληξε με τρόπο ασύμμετρο αδύναμες κοινωνικές ομάδες.

Στην Ελλάδα βάσει της μελέτης Γιαννίτση-Ζωγραφάκη η φορολογία αυξήθηκε κατά 337% για κάποιες τάξεις και μόλις 7% για άλλες. Το μέσο ατομικό εισόδημα έχασε το 40% το ΑΕΠ το 25%.Το 2013 ήταν η μεγαλύτερη ονομαστική μείωση μισθών. Λόγω αύξησης των πρώτων υλών αυτό δεν έχει αποτύπωμα στην ανταγωνιστικότητα» είπε και συνέχισε:

«Αυτοί οι στόχοι για μεγάλα πλεονάσματα 4% θα εγκαταλειφτούν τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον. Η Ελλάδα είχε το πιο βίαιο πρόγραμμα. Η συζήτηση περί μοναδικής περίπτωσης αδικεί τον προβληματισμό για τα τι πήγε λάθος».

«Με υψηλά πλεονάσματα με φορολογία δεν μπορεί να αποκατασταθεί η ισορροπία. Δεν μπορεί να βάζουμε ασύμβατους στόχους. Γι΄ αυτό η ελληνική κυβέρνηση είναι πειστική.Τα προηγούμενα χρόνια γινόμασταν μάρτυρες πιέσεων για απολύσεις και περικοπές, όχι για δομικές μεταρρυθμίσεις. Μαζί με το δαιδαλώδες φορολογικό σύστημα η Ελλάδα είχε υστέρηση εσόδων για 15 χρόνια περίπου 5%.Η Ελλάδα θέλει μεταρρυθμίσεις για προώθηση καινοτομίες, τη μη κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας και σε αυτά έχουμε συμφωνήσει.Με δεδομένες τις πιέσεις για περικοπές μισθών και αυξήσεις φορολογικών συντελεστών νομίζω ότι δε θα φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα» υπογράμμισε.

«Οι εκλογές ήταν έκφραση του λαού μας. Η συμφωνία θα πρέπει να έχει χαρακτηριστικά αυτά, τη μέριμνα για τη μείωση της εξυπηρέτησης του χρέους, η μέριμνα για αύξηση της απασχόλησηςΕίμαστε βέβαιοι για επίτευξη μιας συμφωνίας που θα συνιστά λύση. Αναζητούμε λύση κι όχι συμφωνία. Αυτή θα ενσωματώνει πεδία διαφωνίας.

Μόνο έτσι θα βρεθεί ο απαραίτητος χρόνος για να αντιμετωπιστούν οι εσωτερικές αιτίες της κρίσης».