Ενα «τρίτο δρόμο» φαίνεται να επιλέγει η νέα κυβέρνηση στο κεφάλαιο ιδιωτικοποιήσεις, με κύρια χαρακτηριστικά τη συνέχισή τους αλλά σε επιλεγμένους μόνο τομείς όπως κάποια ακίνητα, και πιθανώς μικρό αριθμό επιχειρήσεων που πάντως δεν είναι στρατηγικού χαρακτήρα.

Εν αναμονή των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης τα ερωτήματα είναι πολλά, και συμπυκνώνονται σε ένα συνονθύλευμα εκτιμήσεων από επιχειρηματίες, επενδυτές και αναλυτές που επιχειρούν να ανιχνεύσουν την επόμενη ημέρα.

* Καταργείται άραγε οριστικά το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ) και αν ναι, τι θα απογίνει με το 30 ατόμων προσωπικό του;

* Τι αλλαγές σχεδιάζει η νέα κυβέρνηση στο μοντέλο των αποκρατικοποιήσεων και που θα κατευθύνονται από εδώ και πέρα τα έσοδα;

* Και τι θα γίνει με τις κατά τον ΣΥΡΙΖΑ «αμαρτωλές» συμβάσεις όπως αυτή του Ελληνικού; Θα ακυρωθούν, ακόμη και όταν αυτό συνεπάγεται πολύχρονες δικαστικές εμπλοκές με τους επενδυτές και τον κίνδυνο καταβολής αποζημιώσεων;

Αν και η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι καθόλου προφανής, και παρά την ακραία ρητορική αρκετών στελεχών της Κουμουνδούρου, πολλοί παρατηρούν ότι τις τελευταίες εβδομάδες υπήρξε ένα στρογγύλεμα των θέσεων της Κουμουνδούρου, υπό το φόβο για διατάραξη διακρατικών σχέσεων και για «άτσαλες» αποχωρήσεις επενδυτών.

Ακτινογραφώντας λοιπόν τις μέχρι τώρα δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, το ΤΑΙΠΕΔ θα κλείσει, αλλά η αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας θα συνεχίσει να γίνεται από έναν διαφορετικό φορέα που θα ονομαστεί «Ταμείο Κρατικής Περιουσίας το αρχικό κεφάλαιο του οποίου θα αποτελείται από δημόσια περιουσία», χωρίς να έχει ξεκαθαρίσει αν στον οργανισμό αυτό θα εισφερθούν μόνο ακίνητα ή και κρατικές επιχειρήσεις προς πώληση.

Αγνωστο είναι επίσης αν το Ταμείο θα στελεχωθεί από το προσωπικό που απαρτίζει σήμερα το ΤΑΙΠΕΔ, αν και κάποιοι δεν το αποκλείουν καθόλου.

Το βασικό ωστόσο ερώτημα είναι το αν η τρόικα θα δεχθεί μια τέτοια μονομερής ενέργεια (σσ: ας μην ξεχνάμε ότι τα όποια έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις κατευθύνονται στην εξυπηρέτηση του δ. χρέους) ή αν η κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ θα αποτελέσει μέρος της συνολικότερης διαπραγμάτευσης με τους πιστωτές, άρα θα εξαρτηθεί και από άλλες παραμέτρους.

Οσο για το που θα κατευθύνονται τα έσοδα από το συγκεκριμένο Ταμείο, με βάση τα όσα είπε πριν από μερικές ημέρες η βουλευτής Ν.Βαλαβάνη, θα εξυπηρετούν την κάλυψη της μαύρης τρύπας του ασφαλιστικού συστήματος (όχι του χρέους), μαζί με εκείνα από την μελλοντική έρευνα και εκμετάλλευση υδρογοναθράκων. Πρόκειται ωστόσο για δήλωση ενός στελέχους, χωρίς να περιλαμβάνεται στα όσα αναφέρονται στον ιστότοπο του ΣΥΡΙΖΑ.

Μένει όλα τα παραπάνω να τα δούμε, ένα όμως είναι βέβαιο. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, λιγότερο ή περισσότερο, η αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας θα συνεχιστεί, αντικαθιστώντας τη «μισητή» λέξη ιδιωτικοποιήσεις με ένα άλλο όνομα.

Τι θα γίνει με τις υπογεγραμμένες συμβάσεις;

Το άλλο μεγάλο ερώτημα είναι τι θα γίνει με τις ήδη υπογεγραμμένες συμβάσεις, και ειδικά εκείνες που έχουν χαρακτηρισθεί ως «αμαρτωλές».

Τέτοια περίπτωση είναι του Ελληνικού, όπου η Περιφερειάχρης Αττικής Ρ. Δούρου κατέθεσε μέσα στο Δεκέμβριο συμπληρωματικά στοιχεία στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ζητώντας να ακυρωθεί προηγούμενη απόφασή του, με την οποία άνοιγε ο δρόμος για την επένδυση. Εκρεμμεί επίσης η έγκριση του ειδικού χωροταξικού σχεδίου (ΕΣΧΑΔΑ).

Παρόμοια επίσης είναι και η περίπτωση του ξενοδοχειακού συγκροτήματος στον Αστέρα Βουλιαγμένης, όπου εκκρεμεί ακόμη η έγκριση από το Συμβούλιο της Επικρατείας του σχεδίου ανάπλασης, δηλαδή του ΕΣΧΑΔΑ. Τόσο το επενδυτικό σχήμα του Ελληνικού (Lamda Development- κινεζική Fosun -Al Mabaar από το Αμπου Ντάμπι), όσο και εκείνο για τον Αστέρα (εταιρείες από Κουβέιτ, Αμπου Ντάμπι και η τουρκική Dogus) έχουν δικαίωμα απαχώρησης εφόσον το Δημόσιο δεν τους εγκρίνει εγκαίρως το ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τα ακίνητα.

Σημειωτέον δε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε στηρίξει πολλές «επιτροπές κατοίκων» που αντιτίθενται στις συγκεκριμένες ιδιωτικοποιήσεις, και τώρα που έγινε κυβέρνηση μένει να φανεί η στάση που θα κρατήσει απέναντί τους. Αλλωστε το ΤΑΙΠΕΔ έχει μέχρι σήμερα δεχθεί πάνω από 90 προσφυγές κατά σχεδόν όλων των διαγωνισμών από “επιτροπές κατοίκων” και διάφορους φορείς απ’ όλη την Ελλάδα.

Διακρατικές συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ

Απ’ όλα τα παραπάνω πάντως γίνεται σαφές ότι η νέα κυβέρνηση αναζητά ένα δικό της «τρίτο δρόμο» για τις ιδιωτικοποιήσεις. Το αναρτημένο στην ιστοσελίδα πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει ότι «διερευνούμε δυνατότητες να αναπτύξουμε ισότιμες σχέσεις και με χώρες εκτός Ευρωπαικής Ενωσης (Κίνα, Ρωσία, χώρες του αραβικού κόσμου και της Λατινικής Αμερικής), επιδιώκοντας διακρατικές συμφωνίες και συμβάσεις μεταξύ δημοσίων επιχείρησων και οργανισμών για αναπτυξιακούς σκοπούς».

Το έχουν πει άλλωστε στις κατά καιρούς τοποθετήσεις τους οι βουλευτές Ν.Βαλαβάνη και Θ. Δρίτσας. Η πρώτη επιστρέφοντας προ μηνών από ταξίδι στο Αζερμπαιτζάν, και αφού είχε συναντηθεί με τον πρόεδρο της χώρας Αλίγιεφ, ανέφερε για τον ΔΕΣΦΑ τον οποίο διεκδικεί η αζέρικη Socar ότι «θα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις σε μια κατεύθυνση διακρατικών συνεργασιών, αν είναι δυνατόν σε συνεργασία με το Μπακού».

Εννοώντας δηλαδή ότι δεν τίθεται θέμα εξαγοράς της εταιρείας που ελέγχει τα ελληνικά δίκτυα φυσικού αερίου, η οποία και θα παραμείνει υπό Δημόσιο έλεγχο, παρά μόνο μιας μειοψηφικής συμμετοχής ή κάποιου άλλου είδους συνεργασία με ξένο πάρτνερ. Το ερώτημα είναι αν ένα τέτοιο μοντέλο θα ενδίεφερε σοβαρά ένα ξένο επενδυτή.

Περί επανεξέτασης της συμφωνίας με την κινεζική Cosco για το σταθμό εμπορευματοκιβωτίων είχε μιλήσει από την πλευρά του και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θ. Δρίτσας, χωρίς και εκείνος να δώσει περαιτέρω διευκρινήσεις.