Φόρος με συντελεστή 26% στο κέρδος απειλεί όσους φορολογούμενους πουλήσουν μέσα σε διάστημα δύο ετών τρία ή περισσότερα ακίνητα καθώς, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις νόμου, η συναλλαγή θεωρείται επιχειρηματική.

Το θέμα επανέρχεται στην επικαιρότητα ενάμιση χρόνο μετά την ψήφιση του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με αφορμή απόφαση της γενικής γραμματέως Δημοσίων Εσόδων Κατερίνας Σαββαΐδου αναφορικά με την επιβολή του φόρου υπεραξίας στις μεταβιβάσεις ακινήτων. Με την απόφαση αυτή «εφιστάται η προσοχή στους φορολογούμενους και τους συμβολαιογράφους όσον αφορά τις διατάξεις περί επιχειρηματικής δραστηριότητας και επιχειρηματικής συναλλαγής, κατά το άρθρο 21 του Ν. 4172/2013». Το συγκεκριμένο άρθρο του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος είναι αυτό που ορίζει ότι στις περιπτώσεις ακινήτων τρεις μεταβιβάσεις σε διάστημα δύο ετών θεωρούνται επιχειρηματική συναλλαγή.

ΑΣΑΦΕΙΕΣ. Οπως επισημαίνουν πηγές της ΓΓΔΕ, παραμένει ασαφές σε ποιο ποσό επιβάλλεται ο συντελεστής 26% καθώς δεν έχει εκδοθεί ακόμα ερμηνευτική εγκύκλιος για το άρθρο 21 που να ξεκαθαρίζει τι ακριβώς συνιστά επιχειρηματική συναλλαγή προκειμένου για μεταβιβάσεις ακινήτων.

Ο νόμος δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 23 Ιουλίου 2013 και μέχρι να εκδοθεί η συγκεκριμένη εγκύκλιος απλώς «εφιστάται η προσοχή». Επί του παρόντος ουδείς γνωρίζει σε ποιο ποσό και για ποιες ακριβώς μεταβιβάσεις ακινήτων θα επιβάλλεται ο συντελεστής 26%. Το μόνο σαφές είναι ότι στην περίπτωση «επιχειρηματικής συναλλαγής» δεν επιβάλλεται φόρος υπεραξίας με συντελεστή 15% στη διαφορά ανάμεσα στις τιμές κτήσης και πώλησης του ακινήτου μετά την αφαίρεση ποσού 25.000 ευρώ εφόσον έχει παρέλθει πενταετία.

Σε αντιδιαστολή με το θολό τοπίο αναφορικά με τις «επιχειρηματικές συναλλαγές» επί ακινήτων, από τη χθεσινή απόφαση Σαββαΐδου είναι απολύτως σαφές ότι οι φορολογούμενοι πρέπει να έχουν τα μάτια τους δεκατέσσερα κατά την ημερομηνία σύνταξης των συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων τους. Μία ημέρα νωρίτερα από τη συμπλήρωση πενταετίας από τον χρόνο κτήσης του ακινήτου μπορεί να φέρει έξτρα φόρο 3.750 ευρώ (25.000 ευρώ επί 15%).

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ. Την κατάσταση περιγράφει επακριβώς, παράδειγμα το οποίο περιλαμβάνεται στην απόφαση. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, στις 5 Απριλίου 2009 αποκτήθηκε ακίνητο έναντι 50.000 ευρώ. Το ακίνητο αυτό πωλείται στις 3 Απριλίου 2014 έναντι 110.000 ευρώ. Ο φόρος υπεραξίας υπολογίζεται ως εξής: από τα 110.000 ευρώ αφαιρούνται τα 50.000 ευρώ, επομένως η υπεραξία είναι 60.000 ευρώ. Στο ποσό αυτό εφαρμόζεται συντελεστής απομείωσης 93% (για διακράτηση πέντε ετών, χωρίς να έχει συμπληρωθεί ημερολογιακά η πενταετία) και η υπεραξία περιορίζεται σε 55.800 ευρώ. Σε αυτό το ποσό εφαρμόζεται συντελεστής 15% και προκύπτει φόρος υπεραξίας 8.370 ευρώ. «Από το ποσό αυτό δεν αφαιρείται το ποσό των 25.000 ευρώ, διότι ο πωλητής δεν διακράτησε το ακίνητο τουλάχιστον 5 έτη (ημερολογιακά συμπληρωμένα)».