Χθες το μεσημέρι, την ώρα που η ελληνική αποστολή προσγειωνόταν στο Παρίσι για το προγραμματισμένο ραντεβού με την τρόικα στη βίλα Said στο 16ο Διαμέρισμα της Πόλης του Φωτός, μια είδηση στην Αθήνα «απογείωνε» την αισιοδοξία για τις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού.

Η προσφορά των 1,4 δισ. ευρώ για τα 14 ελληνικά περιφερειακά αεροδρόμια από την ελληνογερμανική κοινοπραξία με «πιλότο» τη Fraport –έναν από τους μεγαλύτερους διαχειριστές αεροδρομίων παγκοσμίως –είναι χωρίς καμία αμφιβολία η καλύτερη είδηση στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων τα τελευταία χρόνια.

Τι είδαν οι Γερμανοί; Αναμφίβολα ότι τα 14 αεροδρόμια, μεταξύ των οποίων αυτά της Θεσσαλονίκης, της Καβάλας, των Χανίων, της Μυκόνου, της Ρόδου, της Κω, της Κέρκυρας και της Κεφαλονιάς –τα φιλέτα δηλαδή του Αιγαίου και του Ιονίου -, υπόσχονται υψηλή κερδοφορία τα επόμενα χρόνια λόγω των εκτιμήσεων για ισχυρή άνοδο των ξένων τουριστών στην Ελλάδα.

Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι ύστερα από έξι χρόνια ύφεσης και βίαιης προσαρμογής των μισθών και του επιπέδου ζωής η Ελλάδα έχει γίνει μια πολύ φθηνή χώρα που προσφέρεται για επενδύσεις.

Ο,τι είναι ξεκάθαρο όμως για τις προοπτικές του τουρισμού δεν είναι για άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Η δυναμική μιας σειράς θετικών εξελίξεων που έχουν διαμορφωθεί στη βάση της ελληνικής οικονομίας δεν είναι καθολική για όλους τους τομείς. Το αποδεικνύει αυτό, το χαμηλό επενδυτικό ενδιαφέρον για πολλούς διαγωνισμούς του ελληνικού προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων. Από την άλλη, και ο παράγοντας πολιτικό ρίσκο είναι ισχυρός και φρενάρει επενδυτικές πρωτοβουλίες που θα εκδηλώνονταν αν ο ορίζοντας ήταν ξεκάθαρος.

Οπως κάθε διαρθρωτική αλλαγή στην Ελλάδα, έτσι και η ιδιωτικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων –που αγγίζει μικρά και μεγάλα συμφέροντα στις τοπικές κοινωνίες των νησιών –έχει τη δική της μακρά και πικρή ιστορία. Ξεκίνησε το 2008 –με υπουργό Μεταφορών τον Κωστή Χατζηδάκη –και συνεχίστηκε με πολλές αντιδράσεις και δύο ακόμη νομοθετικές πρωτοβουλίες το 2011 και το 2013 από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ αντίστοιχα. Τελικά «χάθηκαν» έξι πολύτιμα χρόνια. Οχι μόνο ως μια ευκαιρία περαιτέρω ενίσχυσης του ελληνικού τουρισμού αλλά και ως ευκαιρία ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών των ελληνικών νησιών. Γιατί, εν τέλει, εκεί που θα κριθεί το στοίχημα της ιδιωτικοποίησης των αεροδρομίων τους δεν θα είναι μόνο η αύξηση του αριθμού των τουριστών. Το στοίχημα αυτό θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό στο κατά πόσο τα διάσπαρτα αυτά μικρά τοπικά αεροδρόμια θα μετατραπούν από απλές πίστες προσγείωσης και απογείωσης σε πόλους ανάπτυξης και ενός καλύτερου επιπέδου διαβίωσης για τις κοινωνίες των νησιών.