Σεισμό στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα έχουν προκαλέσει οι αποκαλύψεις για τον φορολογικό παράδεισο του Λουξεμβούργου. Η έρευνα της Διεθνούς Σύμπραξης Δημοσιογράφων (ICIJ), στην οποία συμμετέχουν «ΤΑ ΝΕΑ», φέρνει στο φως σε όλες τις διαστάσεις τη μαύρη τρύπα των φορολογικών εσόδων που χάσκει επί δεκαετίες ανεξέλεγκτη στην καρδιά της Ευρώπης. Τα ντοκουμέντα αποδεικνύουν ότι οι μυστικές συμφωνίες που συνάπτει το Μεγάλο Δουκάτο με διεθνείς επιχειρήσεις οδηγούν σε απώλεια εκατοντάδων εκατομμυρίων για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη.

Σε δεινή θέση βρίσκεται πλέον ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, που κατηγορείται ότι ως πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου υπέθαλπε επί δύο δεκαετίες αυτό το γκρίζο καθεστώς. Τον τόνο των αντιδράσεων έδωσε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος δήλωσε με νόημα ότι το Λουξεμβούργο έχει πολλά να κάνει για να εναρμονιστεί με τα διεθνή φορολογικά πρότυπα. Και ενώ η κυβέρνηση του Δουκάτου διαβεβαιώνει ότι όλα έγιναν σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, η νέα επίτροπος Ανταγωνισμού Μάργκρετ Βεστάγκερ επεσήμανε ότι τα στοιχεία για τις συμφωνίες που διέρρευσαν θα εξεταστούν.

Στην παγκόσμια έρευνα που διήρκεσε έξι μήνες έλαβαν μέρος, εκτός από «ΤΑ ΝΕΑ», οι εφημερίδες «The Guardian» στη Μεγάλη Βρετανία, «Süddeutsche Zeitung» στη Γερμανία, «Le Monde» στη Γαλλία, «Politiken» στη Δανία, «Folha de Sao Paulo» στη Βραζιλία, «Asahi Shimbun» στην Ιαπωνία, οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί CBC στον Καναδά και NDR στη Γερμανία και πολλοί ακόμα ειδησεογραφικοί οργανισμοί. Συνολικά συμμετείχαν 80 δημοσιογράφοι από 26 χώρες.

«ΤΑ ΝΕΑ» ήδη αποκάλυψαν τις συμφωνίες της Coca-Cola 3E που ενέπλεκαν συνολικές κινήσεις 160 εκατομμυρίων ευρώ και των εταιρειών που προχώρησαν στην επένδυση του ακινήτου του Εκπτωτικού Χωριού. Σήμερα φέρνουν στο φως ακόμα τρεις υποθέσεις ελληνικού ενδιαφέροντος.

Το 2003 η Θεοδώρα Λυκογιώργου αποφάσισε να αγοράσει μια σειρά φυτικών προϊόντων και καλλυντικών, η οποία, όπως ανέφερε η πλασιέ που έκανε τον δειγματισμό, θα τη βοηθούσε πολύ και σε θέματα υγείας. Για να τα πληρώσει όμως θα έπρεπε να βγάλει μια πιστωτική κάρτα, της είπε η πλασιέ που είχε μαζί της και την αίτηση για την έκδοση της κάρτας. Την επομένη τα απαραίτητα συμβόλαια μέσω κούριερ έφτασαν στο σπίτι για να μπουν οι απαραίτητες υπογραφές και μέσα σε λίγες ημέρες εμφανίστηκε και η πιστωτική. «Οχι, δεν δέχονταν άλλου είδους διακανονισμό για την αγορά των προϊόντων, ήταν αναγκαστικά μέσω κάρτας. Μιλάμε για φυτικά καλλυντικά αξίας περίπου 300 ευρώ» θυμάται σήμερα η κυρία Λυκογιώργου.

Η συνέχεια δεν ήταν ό,τι καλύτερο: η νεαρή γυναίκα έχασε τη δουλειά της και ταυτόχρονα εμφανίστηκαν προβλήματα υγείας που την οδήγησαν στο χειρουργείο όχι μία αλλά τρεις φορές μέσα σε χρονικό διάστημα μερικών μηνών. Το επίδομα που λάμβανε από τον ΟΑΕΔ εξανεμιζόταν. Στις αρχές του 2005 και ενώ η κυρία Λυκογιώργου κόντευε να ξεχρεώσει την οφειλή των 300 ευρώ για τα καλλυντικά, εμφανίστηκαν άλλες δύο πιστωτικές κάρτες μαζί. «Τις οποίες τη δεδομένη χρονική περίοδο τις χρησιμοποίησα, χωρίς να έχω κατά νου τι θα ακολουθούσε. Ημουν άνεργη, ο σύζυγός μου εργαζόταν κανονικά και ξαφνικά βρέθηκα με τρεις πιστωτικές κάρτες. Πήραμε κάποια πράγματα που τα χρειαζόμουν στο σπίτι, όπως ηλεκτρική σκούπα και σίδερο. Χρωστούσαμε και κάποια χρήματα αριστερά και δεξιά και έτσι έκανα ανάληψη μετρητών για να μπαλώσουμε κάποιες τρύπες».

Για έναν περίπου χρόνο εξυπηρετούσε εν μέρει τα χρέη της – όποτε μπορούσε, έβαζε κάποια χρήματα στις δόσεις που έφταναν τα 280-300 ευρώ η καθεμία. Συνολικά, στα τέλη του 2005, οπότε και σταμάτησε να καταβάλλει δόσεις, το χρέος της Λυκογιώργου δεν ξεπερνούσε τα 2.500 ευρώ. Εκείνη την περίοδο, μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το μικρό σπίτι της Νέας Φιλαδέλφειας, λάμβανε χώρα μια μεγάλη συγχώνευση: δύο παραδοσιακές αυστριακές τράπεζες, η BAWAG και η PSK, ενώνονταν εις σάρκα μίαν για να σχηματίσουν τον δεύτερο μεγαλύτερο τραπεζικό όμιλο σε αριθμό παραρτημάτων που λειτουργούσε στην Αυστρία.

Πίσω στην Ελλάδα, η Θεοδώρα Λυκογιώργου θα ερχόταν αντιμέτωπη με μια νέα πραγματικότητα: τα τηλεφωνήματα από αυτούς που είχαν αναλάβει να εισπράξουν το χρέος. «Ηταν πολύ πιεστικοί, έπαιρναν σε ώρες κοινής ησυχίας, ακόμα και σε κάποια φάση που έπιασα δουλειά για λίγους μήνες, ακόμα κι εκεί με ενοχλούσαν. Ελεγαν ότι «αν μέχρι αύριο δεν βάλετε αυτό το ποσό, θα γίνει κατάσχεση στα περιουσιακά σας στοιχεία»» θυμάται.

Το 2008 η αυστριακή τράπεζα BAWAG PSK μαζί με μια οφσόρ εταιρεία που έδρευε σε φορολογικό παράδεισο της Καραϊβικής σύστησαν στο Λουξεμβούργο τη Zeus Recovery Fund. Σκοπός της τελευταίας ήταν η απόκτηση κόκκινων, ανασφάλιστων, μη εξυπηρετούμενων δανείων από την Ελλάδα και να προσπαθήσουν να συλλέξουν αυτοί τα χρέη. Η Zeus Recovery Fund αγόρασε από ελληνικές τράπεζες, στην πλειονότητά τους από τη Eurobank και σε πολύ μικρότερο βαθμό από την Alpha Bank, κόκκινα καταναλωτικά δάνεια ονομαστικής αξίας περίπου 700 εκατομμυρίων ευρώ, δίνοντας επί της ουσίας 32,3 εκατομμύρια, δηλαδή το 4,5% της αξίας τους. Από τα έγγραφα που διατέθηκαν στο ICIJ διαγράφεται ξεκάθαρα το σχέδιο για να πληρώνει ελάχιστους, αν όχι μηδενικούς, φόρους από τα έσοδα που είχε από τα κόκκινα δάνεια στην Ελλάδα η Zeus.

Τα έσοδά της από τους έλληνες οφειλέτες για το 2009 ανήλθαν στα 9,4 εκατομμύρια. Για αυτά τα χρήματα, τα οποία χρησιμοποιούνταν για να ξεπληρώνονται τα δάνεια μέσω NIFA, βάσει της συμφωνίας με τις Αρχές του Λουξεμβούργου, δεν υπήρχε καμία απολύτως παρακράτηση φόρου, ενώ θα εξέπιπταν από τη φορολόγηση ως χρέος της εταιρείας. Αντίστοιχα, το 2010 τα έσοδα ξεπέρασαν τα 5,1 εκατομμύρια, ενώ το 2011 έπεσαν στα 2,3 εκατομμύρια, κυρίως λόγω της οικονομικής κρίσης, όπως ήταν αναμενόμενο. Ετσι, μέσα σε τρία χρόνια από την εξαγορά των κόκκινων δανείων η Zeus είχε συλλέξει μέσα από αυτά το 50% των δαπανών για την απόκτησή τους, χωρίς να πληρώνει φόρους.

Κατά την αποστολή των «ΝΕΩΝ» στο Λουξεμβούργο, εντοπίστηκε η έδρα της Zeus καθώς και η ταχυδρομική θυρίδα της, την οποία μοιραζόταν με άλλες 100 εταιρείες.

Εν τω μεταξύ, το χρέος της Λυκογιώργου έφτασε το καλοκαίρι που πέρασε 6.500 ευρώ. Οπως αναφέρει η ίδια, το δικηγορικό γραφείο που συλλέγει τα χρέη των κόκκινων δανείων για λογαριασμό της Zeus τής έκανε πρόταση να δώσει περίπου 650 ευρώ, το 10% της συνολικής οφειλής, και να διαγράψουν την υπόλοιπη. Ακόμα όμως και με αυτό το κούρεμα χρέους, η Zeus καταφέρνει να βγάλει κέρδη τα οποία ξεπερνούν το 100%, αφού για να αγοράσει το κόκκινο χρέος της δεν έδωσε περισσότερα από 300 ευρώ.