Η δήλωση στήριξης της Ελλάδας από την Κομισιόν κατάφερε να ανακόψει την ιλιγγιώδη ταχύτητα της πτώσης της χρηματιστηριακής αγοράς, αλλά όχι και να την σταθεροποιήσει.

Με νέες απώλειες 2,22%, ο Γενικός Δείκτης Τιμών προσγειώθηκε στις 869,16 μονάδες. Είναι το χαμηλότερο κλείσιμο από τη συνεδρίαση της 30ης Ιουλίου 2013 (866,90 μονάδες).

Ενδοσυνεδριακά κινήθηκε σε εύρος διακύμανσης 47 μονάδων. Έχει καταγράψει ανώτερη τιμή στις 903,58 μονάδες (+1,65%) και κατώτερη τιμή στις 856,38 μονάδες (-3,66%).

Η αξία των συναλλαγών ανήλθε στα 231,99 εκατ. ευρώ. Η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου βρίσκεται στα 1,27710 δολάρια.

Ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης κατά τις τρεις τελευταίες πτωτικές συνεδριάσεις καταγράφει συνολικές απώλειες 13,56%, ενώ από τις αρχές του έτους σημειώνει πτώση σε ποσοστό 25,25%.

Εκτοξεύθηκε το ομόλογο

Παράλληλα, το βεβαρημένο κλίμα που δημιουργεί η πολιτική αβεβαιότητα και το θολό τοπίο που διαμορφώνεται σχετικά με την πρόωρη έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης, πυροδότησαν νέο γύρο ρευστοποιήσεων, εκτοξεύοντας το ελληνικό 10ετές ομόλογο στο 9%.

Η ημερήσια διακύμανση του 10ετούς ομολόγου ήταν 7,861% – 8,058% γεγονός που δείχνει ότι οι πωλητές επιμένουν.

Τις τελευταίες 52 εβδομάδες η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου έχει σημειώσει χαμηλό στο 5,475% και υψηλό στο 9,069%.

Η διάφορα απόδοσης (spread) έναντι του γερμανικού ομολόγου αναφοράς διαμορφώνεται σήμερα στις 728 μονάδες βάσης, καθώς η απόδοση του «bund» έχει μειωθεί σήμερα στο 0,778%, έναντι 0,826% στην χθεσινή συνεδρίαση.

Οι ευρωπαϊκές αγορές καταγράφουν το χειρότερο πτωτικό σερί 11 ετών με οκτώ ημέρες ημέρες πτώσης, με τις πιέσεις στα χρηματιστήρια και στις αγορές ομολόγων του Ευρωπαϊκού Νότου να ισχυροποιούνται, μετά την αποτυχημένη δημοπρασία της Ισπανίας, την ίδια ώρα που ο οίκος Fitch προειδοποιεί για ενδεχόμενη υποβάθμιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, ενδείξεις νέας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης διακρίνουν αρκετοί αναλυτές, ερμηνεύοντας την συμπεριφορά των Χρηματιστηρίων, την πτώση της τιμής του πετρελαίου και τη σημαντική μείωση των αποδόσεων στα «ασφαλή» κρατικά ομόλογα.