Μια μέρα πριν την έλευση της τρόικας στην Αθήνα το γερμανικό περιοδικό Spiegel υποστηρίζει ότι οι προοπτικές του ελληνικού χρέους είναι καλές, επειδή τα επιτόκια είναι χαμηλά.

Σύμφωνα με σύντομο άρθρο που δημοσιεύεται στη δευτεριάτικη έκδοση του Spiegel, «το χρέος της Ελλάδας θα μπορούσε να μειωθεί τα επόμενα χρόνια περισσότερο απ’ ότι έχει αρχικά προβλεφθεί».

Οπως αναφέρει η Deutsche Welle, το περιοδικό επικαλείται «κύκλους της τρόικας» οι οποίοι εκφράζουν την άποψη ότι «δεν είναι κακές οι πιθανότητες» το ποσοστό των χρεών σε σχέση με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) να μειωθεί ως το 2022 κάτω από το ποσοστό του 110% που έχει συμφωνηθεί με τους δανειστές.

Αιτία για τις «καλές προοπτικές» είναι τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού στις χρηματαγορές, όπως αναφέρεται στο σχετικό άρθρο. Λόγω αυτών θα χρειαστούν «πολύ λιγότερα χρήματα» απ’ ότι έχουν προβλεφθεί για να εξυπηρετηθεί το χρέος. Το περιοδικό επισημάνει ότι κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Βερολίνο ο έλληνας πρωθυπουργός επανέλαβε τη θέση ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται τρίτο πακέτο βοήθειας με το αιτιολογικό ότι η κυβέρνηση διαθέτει πόρους για να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό.

Χρειάζεται συμφωνία των δανειστών

Όπως υπενθυμίζει το Spiegel, ο Αντώνης Σαμαράς ανέφερε συγκεκριμένα τα 11 δις ευρώ από προηγούμενο πακέτο βοήθειας. Εδώ, σημειώνει η DW, προφανώς το περιοδικό εννοεί το «μαξιλαράκι» των 11 δις ευρώ του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), τo οποίo προβλέπεται για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Σε περίπτωση που οι τράπεζες περάσουν με επιτυχία τα τεστ αντοχής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) τον επόμενο μήνα, τότε η ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει να χρησιμοποιήσει αυτά τα 11 δις ευρώ για την κάλυψη των δημοσιονομικών αναγκών. Προϋπόθεση βέβαια είναι η σύμφωνη γνώμη των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Εξ ου και η προσπάθεια του έλληνα πρωθυπουργού να αποσπάσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεση της Aνγκελα Μέρκελ. Όπως τέλος αναφέρει, το περιοδικό, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές της Ελλάδας εξακολουθεί να βρίσκεται η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των πακέτων βοήθειας από τα 30 στα 50 χρόνια.