Την επόμενη Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου θα επιστρέψουν στην Αθήνα οι επικεφαλής της τρόικας Κλάους Μαζούχ (ΕΚΤ), Ρίσι Γκογιάλ (ΔΝΤ) και Ντέκλαν Κοστέλο (ΕΕ), οι οποίοι θα έχουν την πρώτη συνάντησή τους με τον υπουργό Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη την Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου. Τα τεχνικά κλιμάκια του ΔΝΤ, της ΕΕ και της ΕΚΤ θα έλθουν στην Ελλάδα εντός της τρέχουσας εβδομάδας προκειμένου να ξεκινήσουν την πέμπτη και ενδεχομένως τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής.

Η τρέχουσα αξιολόγηση δεν θα κρίνει μόνον την εκταμίευση της δόσης ύψους 7,1 δισ. ευρώ που αναμένει η Ελλάδα από την τρόικα (τα 3,5 δισ. ευρώ από το ΔΝΤ), αλλά θα καταδείξει το ύψος των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας για την επόμενη διετία, αλλά και κατά πόσο το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο ή όχι. Η κυβέρνηση σε όλους τους τόνους υποστηρίζει πως η Ελλάδα αφενός είναι σε θέση να καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες με ίδια μέσα, αφετέρου διαθέτει βιώσιμο χρέος -κάτι που επιδιώκει να πιστοποιηθεί και με τη «σφραγίδα» της τρόικας.

Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους έχει ήδη ξεκινήσει τις προεργασίες ώστε να δημιουργήσει ταμειακό απόθεμα ασφαλείας που θα εξασφαλίσει ότι την επόμενη διετία η Ελλάδα δεν θα έχει ανάγκη να λάβει νέο δάνειο από την Ευρωζώνη, αλλά δεν θα έχει ανάγκη και τα 12 δισ. ευρώ των δανείων του ΔΝΤ που θα μπορούσε να εκταμιεύσει έως το Φεβρουάριο του 2016. Η κυβέρνηση στοχεύει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Πορτογαλίας που τον περασμένο Ιούνιο αποφάσισε να μην ζητήσει μια νέα επέκταση του προγράμματός της και να μην λάβει την τελευταία δόση από τους διεθνείς πιστωτές της, από το πρόγραμμα συνολικού ύψους 78 δισ. ευρώ της χώρας.

Πρέπει να σημειωθεί πως η Πορτογαλία αρνήθηκε να λάβει τη δόση σε μια περίοδο που η τρόικα ζητούσε από τη κυβέρνηση Κοέλιο να λάβει νέα μέτρα λιτότητας, ισοδύναμα με εκείνα που απορρίφθηκαν στα τέλη Μαΐου ως αντισυνταγματικά από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Πορτογαλίας. Ωστόσο, η χώρα της Ιβηρικής μπορούσε να πει «όχι» στις αξιώσεις της τρόικας, καθώς ήδη από τον Ιανουάριο 2014 είχε ξεκινήσει να δημιουργεί κεφαλαιακό μαξιλάρι ασφαλείας το οποίο τον Ιούνιο είχε αγγίξει τα 16 δισ. ευρώ.

Άλλωστε το ίδιο είχε κάνει και η η Ιρλανδία, η οποία συσσώρευσε ένα απόθεμα ρευστότητας περίπου 20 δισ. ευρώ πριν από την έξοδό της από το πρόγραμμα διάσωσης τον Δεκέμβριο 2013. Το μαξιλάρι αυτό βοήθησε, ώστε να καθησυχαστούν οι επενδυτές ότι το Δουβλίνο θα ήταν προστατευμένο από ενδεχόμενες αναταράξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές το 2014.

Ο ελληνικός Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους έχει δημιουργήσει ήδη ένα απόθεμα κεφαλαίων ύψους 5 δισ. ευρώ για να καλυφθούν τυχόν χρηματοδοτικές ανάγκες και σχεδιάζει τα επόμενα βήματα εξόδου στις αγορές με την έκδοση 7ετούς ομολόγου και 18μηνων εντόκων γραμματίων. Ειδικά τα εν λόγω 18μηνα έντοκα γραμμάτια θα βοηθήσουν το Δημόσιο να αντλήσει κεφάλαια με επιτόκιο χαμηλότερο του 3,8% που δανείζει την Ελλάδα το ΔΝΤ, οδηγώντας σε νέα μείωση των επιτοκίων των 3μηνων (έχει σήμερα επιτόκιο 1,70%) και 6μηνων γραμματίων (έχει σήμερα επιτόκιο 2%) και κατ’ επέκταση θα δημιουργήσει όφελος τόσο στο σκέλος της χρηματοδότησης όσο και στο σκέλος των δαπανών για τόκους.

Παράλληλα, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα έχει τη δυνατότητα να δανεισθεί ενδοκυβερνητικά ποσό τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ από καταθέσεις φορέων ώστε να καλύψει πιθανές χρηματοδοτικές του ανάγκες.

Πάντως, οι κινήσεις του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους δεν «ακυρώνουν» σε καμία περίπτωση τη σημασία της επικείμενης αξιολόγησης της Ελλάδας από την τρόικα, στην οποία μάλιστα θα επιχειρηθεί να διευθετηθούν όλα τα ακανθώδη ζητήματα. Η τρόικα θα επικεντρώσει στον υπό κατάρτιση Προϋπολογισμό του 2015 και ειδικά στο δημοσιονομικό κενό του 2015 το οποίο τοποθετεί στα 2 δισ. ευρώ, αλλά και στο ασφαλιστικό, στα εργασιακά, στο νέο μισθολόγιο στο Δημόσιο, στις ρυθμίσεις για τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια και στα σχέδια αναδιάρθρωσης των τραπεζών.

Ειδικό βάρος θα πέσει βεβαίως στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και στις ενδεδειγμένες λύσεις για την μείωση του στο 110% του ΑΕΠ έως το 2022. Από τη στιγμή που διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα δεν θα εμφανίσει χρηματοδοτικό κενό τα επόμενα έτη και ειδικά από τη στιγμή που καταδειχθεί ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι επαρκώς χρηματοδοτημένες θα μπορούσε μεγάλο μέρος του αποθέματος των 11 δισ. ευρώ που βρίσκονται στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να επιστραφεί στον EFSF και να μειώσει αντίστοιχα το ελληνικό χρέος.

Ειδικά θα μπορούσαν να ακυρωθούν δύο ομόλογα συνολικού ύψους 7,2 δισ. ευρώ (3,6 δισ. ευρώ έκαστο), το πρώτο 11ετούς διάρκειας, λήξης 30 Μαΐου 2024 και επιτοκίου euribor +33 μονάδες βάσης και το δεύτερο 12ετές, λήξεως στις 30 Μαΐου 2025 και επιτοκίου εξάμηνου euribor +34 μονάδες βάσης.