Ιδιόκτητη κατοικία έχουν περισσότερα από 3,5 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ελλάδα, ποσοστό που κατατάσσει τους Ελληνες στις πρώτες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ό,τι αφορά την ιδιοκατοίκηση. Ενδεικτικό είναι ότι από τα 4,16 εκατομμύρια ακινήτων που χρησιμοποιούνται για κατοικία στην Ελλάδα περίπου τα 3,5 εκατ. είναι ιδιόκτητες κατοικίες με ή χωρίς οικονομικά βάρη προς τις τράπεζες. Οχι όμως και χωρίς υποχρεώσεις προς την Εφορία αφού η ροπή του Ελληνα προς την ιδιοκατοίκηση μετατράπηκε λόγω της κρίσης σε δόκανο για την Εφορία.

Στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος είναι αποκαλυπτικά για το ιδιοκτησιακό καθεστώς του συνόλου των κατοικιών στην Ελλάδα αλλά και για την κατανομή τους σε σχέση με τα βάρη που έχουν προς τις τράπεζες από δάνεια.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΩΤΙΑ. Ετσι, οι έξι στις δέκα κατοικίες στη χώρα μας είναι ιδιόκτητες και χωρίς την επιβάρυνση δανείων. Σύμφωνα με στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, στη χώρα μας το ποσοστό των ιδιoκτητών πρώτης κατοικίας χωρίς οικονομικά βάρη φτάνει το 60,7%, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Γερμανία είναι στο 25,2%, στη Βρετανία 28,4% στη Σουηδία 8,6% και ο μέσος όρος στην ΕΕ στο 43,2%. Μάλιστα ανάμεσα σε επτά χώρες (Ελλάδα, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Βρετανία, Πορτογαλία, Σουηδία) η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση σε ποσοστά ιδιοκτησίας.

Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία της ΤτΕ, το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει με τις ιδιόκτητες κατοικίες με οικονομικά βάρη, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση με ποσοστό 15,2% όταν ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι 27,3% και τα αντίστοιχα ποσοστά στη Γερμανία είναι στο 28%, στην Ισπανία στο 31,8%, στη Βρετανία στο 38,3% και στη Σουηδία στο 61,6%. Πρόκειται για περίπου 520.000 κατοικίες που αντιστοιχούν σε ανάλογο αριθμό νοικοκυριών τα οποία, βεβαίως, είναι λιγότερα από αυτά άλλων ευρωπαϊκών χωρών αλλά που πρέπει να τα βγάλουν πέρα με πολύ χαμηλότερα εισοδήματα λόγω των πολύ μεγαλύτερων περικοπών που έφερε η κρίση στην Ελλάδα.

ΑΛΛΑΖΕΙ Ο ΧΑΡΤΗΣ. Ομως, εξετάζοντας αναλυτικά τα στοιχεία για την αγορά κατοικίας στην Ελλάδα προκύπτει ότι η οικονομική κρίση έχει αλλάξει ριζικά τον χάρτη από το 2008 και μετά. Η μείωση των εισοδημάτων στο σύνολο των νοικοκυριών οδήγησε σε αύξηση του αριθμού εκείνων που διαμένουν σε σπίτι που έχει αγοραστεί με δάνεια ή βαρύνεται από δάνεια, εκείνων που πλέον διαβιούν σε μη κανονικές κατοικίες, όπως καλύβες, παράγκες, ακόμη και καταστήματα, αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που πλέον κατοικούν σε παλαιότερες κατοικίες ενός, δύο και τριών δωματίων, ενώ αντίθετα μειώθηκαν τα νοικοκυριά που διαβιούν σε κατοικίες τεσσάρων δωματίων και άνω.

Συγκεκριμένα, στο διάστημα 2008-2012 ο αριθμός των ακινήτων που έχει οικονομικά βάρη αυξήθηκε κατά 12,5%, είτε γιατί αυτά είναι ακίνητα που είχαν αγοραστεί με παλαιότερα στεγαστικά δάνεια τα οποία τα νοικοκυριά δεν μπορούν να αποπληρώσουν και συμφώνησαν με τις τράπεζες παράταση της αποπληρωμής τους, είτε είναι ακίνητα που προστατεύονται από το νομοθετικό πλαίσιο προστασίας πρώτης κατοικίας και για τον λόγο αυτόν δεν έχουν τεθεί σε διαδικασία πλειστηριασμού. Ομως αυτό πρόκειται να αλλάξει από την 1η Ιανουαρίου 2015.

ΠΑΛΑΙΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ. Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι το 57,1% των Ελλήνων διαθέτουν κατοικία η οποία κατασκευάστηκε μεταξύ των ετών 1946-1980. Κατά 71,3% αυξήθηκε ο αριθμός των νοικοκυριών που πλέον αξιοποιούν για τη διαμονή τους μη κανονικές κατοικίες (καλύβες, παράγκες, ακόμη και καταστήματα). Ο αριθμός των ακίνητων αυτών έφτασε το 2012 τις 27.329 όταν το 2008 ήταν μόλις 15.951.

Παράλληλα, αυξήθηκαν και τα νοικοκυριά που διαβιούν σε κατοικίες που τους έχουν παραχωρηθεί. Η αιτιολογία της αύξησης αυτής έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την αύξηση της φορολογίας των ακινήτων, καθώς οι ιδιοκτήτες τους τα παραχωρούν σε συγγενικά τους πρόσωπα για να καλύψουν στεγαστικές ανάγκες είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας είτε με τη δέσμευση και μόνο να καλύψουν εκείνοι τους φόρους. Η αύξηση των κατοικιών που παραχωρήθηκαν στο διάστημα 2008-2012 αυξήθηκε κατά 10,2%, την ίδια ώρα που μειώθηκαν κατά 2% οι ενοικιασμένες κατοικίες.