Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για να ανοίξει και πάλι η αγορά λιανικής, μετά από τη δημοσίευση από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας του νέου μοντέλου πώλησης φθηνής ενέργειας σε ιδιώτες προμηθευτές μέσω δημοπρασιών, με την υποχρέωση να τη μετακυλύουν στους πελάτες τους.

Πρόκειται για ένα μεταβατικό μέτρο που ανοίγει μεν την αγορά λιανικής καθώς οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί θα αποκτήσουν πρόσβαση στη φθηνή λιγνιτική και υδροηλεκτρική ενέργεια που σήμερα παράγει και εμπορεύεται μόνο η ΔΕΗ, όχι όμως και την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, κάτι που θα συμβεί μόνο με την πώληση της «Μικρής ΔΕΗ».

Εν αναμονή του νέου μοντέλου, η αγορά κινείται ήδη προς την κατεύθυνση ενίσχυσης του ανταγωνισμού, με ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγούς (Protergia, Elpedison), να έχουν εισέλθει στη λιανική με χαμηλότερα 7%-8% τιμολόγια για συγκεκριμένες κατηγορίες έναντι της ΔΕΗ, η οποία από την πλευρά της δεν πρόκειται να καθίσει με τα χέρια σταυρωμένα.

Η επιχείρηση ετοιμάζει ήδη τη νέα της εμπορική πολιτική που θα ανακοινωθεί από το καλοκαίρι και μετά, με εκπτώσεις που σύμφωνα με πληροφορίες θα κυμαίνονται γύρω στο 8% στα τιμολόγια των εμπορικών της πελατών (περίπου 2,2 εκατομμύρια), στο πλαίσιο της υποχρεωτικής από το Μνημόνιο κατάργησης των «κρυφών» σταυροειδών επιδοτήσεων.

Αντίστοιχες κινήσεις δεν αποκλείεται να κάνει και για τις μεγάλες οικιακές καταναλώσεις, ενώ στον αντίποδα έρχονται αυξήσεις στα εξοχικά, τα οποία σήμερα ανήκουν στην κατηγορία 0-800 KWh απολαμβάνοντας το ίδιο φθηνό και επιδοτούμενο ρεύμα με τους δικαιούχους του Κοινωνικού Τιμολογίου.

Τι είναι οι δημοπρασίες

Το νέο αυτό μοντέλο που τέθηκε σε διαβούλευση από τη ΡΑΕ ως τις 30 Μαίου με σκοπό να ισχύσει από τον Σεπτέμβριο, αποτελεί στην ουσία προάγγελο του «χρηματιστηρίου» ενέργειας στην Ελλάδα που θα ισχύσει στην πλήρη του μορφή από το 2015.

Το νέο σύστημα, που εφαρμόζεται με επιτυχία στην αγορά της Γαλλίας από το 2010 και ονομάζεται NOME, θα δίνει τη δυνατότητα σε ιδιωτικές εταιρείες προμήθειας να αγοράζουν πακέτα λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας σε χαμηλή και γνωστή εκ των προτέρων τιμή, προκειμένου να τα πουλήσουν σε πελάτες τους κάποια στιγμή στο μέλλον (προθεσμιακά προϊόντα).

Έτσι, ο ιδιώτης προμηθευτής αφού θα γνωρίζει εκ των προτέρων το κόστος του, θα μπορεί και να σχεδιάσει την εμπορική του πολιτική μελλοντικά. Τις προτεινόμενες ρυθμίσεις έχει εγκρίνει και ο αρμόδιος υφυπουργός Μ. Παπαγεωργίου, όπως προκύπτει από επιστολή του στον πρόεδρο της ΡΑΕ Νίκο Βασιλάκο.

Τα πακέτα αυτά, τα οποία θα μπορούν να αποκτήσουν μόνο προμηθευτές ρεύματος, θα ισούνται με το 20%-30% της ετήσιας παραγωγής ενέργειας (από λιγνίτες και νερά) της ΔΕΗ, δηλαδή 7.500 MWh επί συνόλου 30.000 MWh. Κάθε ενεργειακό πακέτο θα έχει και διαφορετική διάρκεια.

Για παράδειγμα ο προμηθευτής θα μπορεί να τα χρησιμοποιεί για 3μηνη, 6μηνη, 9μηνη, 12μηνη, 36μηνη διάρκεια, κόκ. Προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα εισόδου στην αγορά εταιρείων αμφιβόλου αξιοπιστίας, οι προμηθευτές θα πρέπει να προκαταβάλλουν μέχρι και το 50% της τελικής αξίας του προϊόντος που αγοράζουν.

Σημείο κλειδί για την επιτυχία του εγχειρήματος αποτελεί η τιμή στην οποία θα διατεθούν τα πακέτα αυτά. Ο τρόπος καθορισμού της δεν ανακοινώθηκε από τη ΡΑΕ.

Προφανώς θα καθοριστεί μετά τα αποτελέσματα του κοστολογικού ελέγχου που κάνει η Ernst & Young στη ΔΕΗ για λογαριασμό της Αρχής. Πάντως η τιμή θα είναι είτε ρυθμιζόμενη από πριν, είτε θα προκύπτει έπειτα από τη δημοπρασία, η οποία ωστόσο θα ξεκινάει από ένα ελάχιστο κατώφλι.

Πελατολόγιο

Το είδος του πελατολογίου του κάθε προμηθευτή θα καθορίζει και την ποσότητα ενέργειας που θα μπορεί να αγοράσει μέσω του NOME, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος να ευνοηθούν κατηγορίες πελατών που θεωρούνται πιο επικερδείς έναντι άλλων (όπως οι εμπορικοί έναντι των οικιακών).

Αν π.χ. κάποιος έχει στο χαρτοφυλάκιό του περισσότερο βιομηχανικούς πελάτες και λιγότερο οικιακούς, τότε θα μπορεί να καλύψει μέσω NOME μεγαλύτερο ποσοστό βιομηχανικού ρεύματος.

Αν πάλι διαθέτει στο χαρτοφυλάκιο του περισσότερους οικιακούς θα συμβαίνει το αντίστροφο. Ο κανόνας είναι ότι η συνολική ποσότητα που θα μπορεί κάποιος να αγοράσει μέσω των δημοπρασιών θα καθορίζεται από μια σειρά παραμέτρων. Για παράδειγμα για οικιακή χρήση, ο προμηθευτής θα μπορεί να καλύπτει μέσω των δημοπρασιών μόνο το 30% της κατανάλωσης.