Δύο μήνες για τα χρέη των ιδιωτών προς ιδιώτες και κατά κανόνα ένας μήνας για το Δημόσιο είναι τα ανώτατα νόμιμα περιθώρια εξόφλησης των λογαριασμών για αγορές αγαθών ή υπηρεσιών, σύμφωνα με Οδηγία της ΕΕ που αποκτά νομική ισχύ από το ερχόμενο Σάββατο, 16 Μαρτίου. Η Οδηγία ορίζει ότι μετά την παρέλευση αυτών των χρονικών ορίων θα επιβάλλονται αυτομάτως τόκοι υπερημερίας και πρόστιμα στο Δημόσιο ή στις ιδιωτικές επιχειρήσεις που δεν εξοφλούν τις οφειλές τους προς άλλες επιχειρήσεις. Στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι, όπως ανακοίνωσε χθες, να προστατεύσει με την εν λόγω Οδηγία κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) που κατά τεκμήριο αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες στη διεκδίκηση του δικαιώματός τους για ταχεία πληρωμή. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο συνολικός όγκος των καθυστερούμενων πληρωμών στην Ευρώπη αντιπροσωπεύει ποσό της τάξεως των 300 δισ. ευρώ, το οποίο, όταν εφαρμοστεί η κοινοτική Οδηγία, υπολογίζεται ότι θα μειωθεί κατά 60%. Οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις εξόφλησης λογαριασμών, δηλαδή πάνω από έξι μήνες κατά μέσο όρο, εντοπίζονται, σύμφωνα με την Επιτροπή, στην Ελλάδα και στην Ιταλία. Προς το παρόν η Ελλάδα είναι μεταξύτων κρατών που δεν αναμένεται να έχουν ενσωματώσει την εν λόγω Οδηγία στα εθνικά τους Δίκαια έως το ερχόμενο Σάββατο. Αυτό όμως σημαίνει ότι από το ερχόμενο Σάββατο η μεν Ευρωπαϊκή Επιτροπή δικαιούται να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της Ελλάδας ζητώντας του να την υποχρεώσει να εφαρμόσει την κοινοτική νομοθεσία, οι δε πολίτες δικαιούνται να προσφύγουν στην ελληνική Δικαιοσύνη διεκδικώντας τα εκ της κοινοτικής νομοθεσίας απορρέοντα δικαιώματά τους.

ΓΙΑ ΝΕΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ. Σημειώνεται ότι η Οδηγία προβλέπεται να εφαρμοστεί για τις νέες οφειλές που θα δημιουργηθούν (εξαιρούνται δηλαδή οι οφειλές ύψους περίπου 8 δισ. ευρώ του Δημοσίου προς ιδιώτες), αφού σε άρθρο της προβλέπεται η δυνατότητα σε κράτη-μέλη να εξαιρούν συμβάσεις που έχουν υπογραφεί προτού αυτή να τεθεί σε ισχύ. Παράλληλα, όπως έλεγαν χθες αρμόδιοι παράγοντες του οικονομικού επιτελείου, είναι θέμα ημερών να ενσωματωθεί και στην Ελλάδα η συγκεκριμένη οδηγία.

Αναλυτικότερα, η κοινοτική Οδηγία προβλέπει τα εξής:

– Οι δημόσιες Αρχές πρέπει να πληρώνουν για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προμηθεύονται από τις επιχειρήσεις εντός 30 ημερολογιακών ημερών ή, σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις, εντός 60 ημερολογιακών ημερών.

– Συμβατική ελευθερία σε επιχειρηματικές εμπορικές συναλλαγές: οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εξοφλούν τα τιμολόγιά τους εντός 60 ημερολογιακών ημερών, εκτός αν υπάρχει διαφορετική ρητή συμφωνία και εφόσον η εν λόγω συμφωνία δεν είναι κατάφωρα καταχρηστική για τον πιστωτή.

– Οι επιχειρήσεις δικαιούνται αυτομάτως να ζητούν τόκους υπερημερίας για καθυστερημένες πληρωμές και μπορούν, επίσης, να λαμβάνουν αυτομάτως ένα ελάχιστο καθορισμένο ποσό ύψους 40 ευρώ ως αποζημίωση για τις δαπάνες είσπραξης. Μπορούν επίσης να ζητούν αποζημίωση για όλες τις υπόλοιπες εύλογες δαπάνες είσπραξης.

– Το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας αυξάνεται τουλάχιστον σε 8% πάνω από το επιτόκιο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Οι δημόσιες Αρχές δεν επιτρέπεται να καθορίζουν επιτόκιο υπερημερίας κάτω από αυτό το κατώτατο όριο.

Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Αντόνιο Ταγιάνι, παρουσιάζοντας την κοινοτική Οδηγία, δήλωσε τα εξής: «Οι ΜμΕ αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες στη διεκδίκηση του δικαιώματός τους για ταχεία πληρωμή. Οι καθυστερημένες πληρωμές συνεπάγονται απώλεια χρόνου και χρήματος για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ οι διαφορές μπορεί να δημιουργήσουν κακή σχέση με τους πελάτες. Αυτή η επιβλαβής πρακτική των καθυστερημένων πληρωμών πρέπει να σταματήσει. Ηρθε πλέον η στιγμή για τα κράτη-μέλη να ενσωματώσουν την Οδηγία για τις καθυστερημένες πληρωμές στο εθνικό τους Δίκαιο, δηλαδή να δώσουν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τη ζωτική υποστήριξη που χρειάζονται σε αυτές τις δύσκολες στιγμές και να τις βοηθήσουν να εκπληρώνουν τον σημαντικό τους ρόλο στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης στην Ευρώπη».

Με πέναλτι €40

Οι επιχειρήσεις δικαιούνται αυτομάτως να ζητούν τόκους υπερημερίας και μπορούν, επίσης, να λαμβάνουν ένα ελάχιστο καθορισμένο ποσό ύψους 40 ευρώ ως αποζημίωση για τις δαπάνες είσπραξης