Ανοιξη 1946. Ο καπετάν Γιάννης Λάτσης προσεγγίζει με το ατμόπλοιο «Νίκη» το λιμάνι της Αίγινας. Δύο λεμβούχοι περίμεναν για να μεταφέρουν τους επιβάτες στη στεριά και, φυσικά, να εισπράξουν αμοιβή για τις υπηρεσίες τους. Λεπτομέρεια: παρότι το κόμιστρο, γνωστό και ως λεμβουχικά, οριζόταν από τις διοικητικές Αρχές, οι δύο λεμβούχοι της Αίγινας χρέωναν υψηλότερα.

Ο καπετάν Γιάννης δεν μπορούσε να το χωνέψει και αποφάσισε να κάνει κάτι πέρα από παζάρια, όπως έκαναν οι υπόλοιποι: να παρακάμψει το σύστημα των λεμβούχων, πλευρίζοντας με το ατμόπλοιο στο κεφαλόσκαλο και αποβιβάζοντας τους επιβάτες από την πλώρη με σκάλα, χωρίς να δέσει, εγχείρημα που μόνο κάποιος ο οποίος κατέχει την τέχνη της θάλασσας μπορούσε να φέρει σε πέρας.

Αυτή ήταν η αρχή του τέλους όχι μόνο για τους συγκεκριμένους λεμβούχους αλλά για πολλούς περισσότερους: έναν χρόνο αργότερα τα λεμβουχικά καταργήθηκαν με υπουργική απόφαση στα νησιά του Αργοσαρωνικού και στον Πειραιά.

Ηταν επίσης η «αρχή της αρχής» για την αυτοκρατορία του Λάτση που σήμερα μπαίνει σε νέο στάδιο έπειτα από την απόφαση για μεταβίβαση των μετοχών της Eurobank στην τρίτη γενιά της οικογένειας.

Γεννημένος της Παναγιάς το 1910 στο Κατάκολο, ο Γιάννης Λάτσης από μικρός αφιερώθηκε στη θάλασσα. Ο πατέρας του είχε μεταναστεύσει από την Κορυτσά της Βορείου Ηπείρου στην Ηλεία όπου προσπαθούσε να μεγαλώσει τα 15 παιδιά του με το πενιχρό εισόδημα του ψαρά. Ο Γιάννης, έφηβος ακόμα, βοηθούσε σε εργασίες στο λιμάνι λόγω της οικονομικής κατάστασης στην οποία βρισκόταν η οικογένειά του. Ωστόσο, κατάφερε να σπουδάσει στη Σχολή Πλοιάρχων του Εμπορικού Ναυτικού του Πύργου. Πρώτα του δρομολόγια, εξαγωγές σταφίδας στην Ιταλία με φορτηγό του εφοπλιστή Λουκά Νομικού.

Λίγο πριν κλείσει τα 30 ο καπετάν Γιάννης, υποπλοίαρχος πια, παντρεύεται την αγαπημένη του Εριέττα Τσουκαλά, 16 ετών. Το πρώτο τους παιδί, ο Σπύρος, γεννήθηκε οκτώ χρόνια μετά, το 1947, όταν καταργήθηκαν οι λεμβούχοι στον Αργοσαρωνικό. Ηδη τότε ο καπετάν Γιάννης είχε ένα πλοίο, τη «Νίκη», και σκεφτόταν πώς να επεκτείνει τον στόλο του: η επόμενη αγορά, το κρουαζιερόπλοιο «Νεράιδα» με το οποίο εδραίωσε τα δρομολόγια στον Σαρωνικό, ήρθε στις αρχές της δεκαετίας του ’50 με τραπεζικό δάνειο. Ακολούθησαν το 1955 το δεξαμενόπλοιο «Σπύρος», το οποίο πήρε το όνομα του πρωτότοκου υιού, ύστερα το επιβατικό «Μαριάννα», από τη δευτερότοκη κόρη του, και το «Μαριέττα». Τα δύο τελευταία εκτελούσαν δρομολόγια στη Μέκκα για τη μεταφορά μουσουλμάνων. Ώς το τέλος της δεκαετίας, ο καπετάν Γιάννης είχε αναπτύξει στενές επαφές με τη Σαουδική Αραβία και άρχισε τη μεταφορά πετρελαίου προς την Ελλάδα και την Ιταλία με μισθωμένα σκάφη. Οι δουλειές πήγαιναν τόσο καλά που μέσα σε οκτώ χρόνια κατάφερε να αποκτήσει 12 δεξαμενόπλοια. Στο μεταξύ φερόταν να είχε δείξει ενδιαφέρον και για την Ολυμπιακή του Ωνάση…

Επί χούντας ο καπετάν Γιάννης εμπορευόταν «ελαφρύ» πετρέλαιο από τη Λιβύη – από τις καλύτερες ποιότητες που υπήρχαν τότε – πατώντας γερά πόδι στο μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς. Ο στόλος σχεδόν τριπλασιάστηκε και η ανάγκη για διυλιστήριο και δεξαμενές αποθήκευσης γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Ετσι, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 γεννήθηκε η Πετρόλα, ενώ το 1972 τέθηκαν σε λειτουργία τα διυλιστήρια στην Ελευσίνα.

Ο όμιλος Λάτση είχε ήδη ενεργοποιηθεί στον κλάδο των ακινήτων με την κατασκευή του παλατιού του Βασιλιά Φαχτ και τις αγορές ακριβών ακινήτων όπως η έπαυλη του Γκριν Παρκ στο Λονδίνο που κόστισε πάνω από 6,5 δισ. δραχμές στα μέσα της δεκαετίας του ’80.