Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα έτη αποτελεί αυτοσκοπό αλλά και κομβικό παράγοντα της επιτυχίας του Προγράμματος Δημοσιονομικής Σταθεροποίησης.

………………………..

Το νέο πρότυπο μπορεί να είναι μόνο εξωστρεφές και με έμφαση στις ιδιωτικές επενδύσεις και στη βελτίωση των όρων ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Ο λόγος είναι ότι οι τομείς των προϊόντων και υπηρεσιών που προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση θα συρρικνωθούν λόγω της πτώσης των πραγματικών διαθέσιμων εισοδημάτων. Αυτό θα επιτρέψει την ταχύτερη αποκλιμάκωση των μισθών και τιμών σε αυτούς τους τομείς ώστε να απελευθερωθούν διαθέσιμοι πόροι, κεφάλαιο και εργασία για να κατευθυνθούν στους εξαγωγικούς κλάδους.

………………………..

Η διαδικασία της παραγωγικής αναδιάρθρωσης θα είναι μακροχρόνια και επώδυνη. Θα απαιτήσει συγκράτηση της κατανάλωσης, του μισθολογικού κόστους, συρρίκνωση των κλάδων εξυπηρέτησης της εγχώριας αγοράς και χαμηλού τεχνολογικού περιεχομένου, άνοιγμα των αγορών, με παράλληλη επίταση της ρύθμισης και εποπτείας τους για τη μείωση των ολιγοπωλιακών καταστάσεων και λοιπών στρεβλώσεων που εμποδίζουν την προσαρμογή της ανταγωνιστικότητας. Θα απαιτήσει επίσης θεσμικές μεταρρυθμίσεις, την οικονομική πειθαρχία, τη διαφάνεια και την κοινωνική και οικονομική αποτελεσματικότητα των δημοσίων δαπανών.

Είναι απαραίτητη όμως διότι, εάν η προσαρμογή του κόστους παραγωγής, οι μεταρρυθμίσεις και η αποκατάσταση της αξιοπιστίας βραδύνουν, θα μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα υψηλής ανεργίας και, πιθανότατα, μετανάστευσης εργασίας και κεφαλαίου προς τις πιο ανταγωνιστικές χώρες, με βαρύτατες συνέπειες για τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.

………………………..

H σημαντικότερη επιβοήθηση όμως είναι η συνέπεια στη διεκπεραίωση της δημοσιονομικής προσαρμογής, ως μόνος τρόπος για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της χώρας και άρα η πρόσβαση σε διεθνείς πηγές χρηματοδότησης. Η απροθυμία των διεθνών αγορών να χρηματοδοτήσουν τη χώρα, τις επιχειρήσεις και τις τράπεζές της σε λογικό κόστος μετά την απώλεια της αξιοπιστίας της, καθιστά δύσκολη τη διεξαγωγή επενδύσεων από εγχώριους φορείς, καθ’ όσον μειώνει τον αριθμό των επενδυτικών σχεδίων τα οποία έχουν θετική καθαρή παρούσα αξία. Σε μια τέτοια συγκυρία, είναι σημαντικότερο από ποτέ να προσελκυστούν Αμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ).

………………………..

Οι Αμεσες Ξένες Επενδύσεις δεν εξαρτώνται από τα υψηλά επιτόκια και τη χαμηλή ρευστότητα της εγχώριας αγοράς, καθώς και την αβεβαιότητα επιβίωσης που βιώνουν οι εγχώριοι επιχειρηματίες. Το είδος των επενδύσεων όμως που προάγουν την ανάπτυξη είναι αυτές που δημιουργούν εμπόριο και εξαγωγές και όχι αυτές που εξυπηρετούν την εγχώρια αγορά. Οσο πιο προηγμένοι τεχνολογικά είναι οι κλάδοι στους οποίους πραγματοποιούνται Αμεσες Ξένες Επενδύσεις τόσο μεγαλύτερες είναι και οι διαχύσεις τεχνολογίας και στις εγχώριες επιχειρήσεις και το όφελος στη συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας. Το Πρόγραμμα Ιδιωτικοποιήσεων αξίας 50 δισ. ευρώ, που αποτελεί μέρος του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος, μπορεί να αποτελέσει τον μοχλό για τη διεξαγωγή ΑΞΕ. Απαιτείται όμως να εκτελεστεί με τρόπο ο οποίος θα ενθαρρύνει την ενίσχυση των παραγωγικών δραστηριοτήτων και όχι με αποκλειστικό γνώμονα τον προσπορισμό ταμειακών οφελών για το κράτος

.

………………………..

Τελικά, σημαντικότερο για την ανάπτυξη και από το κεφαλαιουχικό απόθεμα είναι να προωθηθούν οι θεσμικές εκείνες παρεμβάσεις, οι οποίες θα βελτιώνουν τη χαμηλή συνολική παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας και θα δημιουργήσουν φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον. Κατ’ αυτή την έννοια, η μείωση του μεγέθους του κράτους αποτελεί καθαυτή τη σημαντικότερη διαρθρωτική μεταρρύθμιση ως ο μόνος τρόπος να αυξηθεί η συνολική παραγωγικότητα της οικονομίας και να περιοριστεί η παρασιτική πελατειοκρατική νοοτροπία που εμπότισε την ελληνική κοινωνία την τελευταία τριακονταετία. Η διαφθορά, η γραφειοκρατία και η συναλλαγή έχουν αποδεδειγμένα αντιαναπτυξιακή επίδραση. Η ελληνική κοινωνία οφείλει να απομακρυνθεί από τις αντιλήψεις της μαξιμαλιστικής διεκδίκησης και της κατανάλωσης κατά τα δυτικά πρότυπα – ανεξαρτήτως παραγωγικών επιδόσεων – και να ξαναθυμηθεί την ηθική της παραγωγικότητας και της αποταμίευσης»

.

………………………..

Ο Νικόλαος Καραμούζης είναι αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Εurobank και καθηγητής του Τμήματος Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

Ο δρ Τάσος Αναστασάτος είναι Senior Economist

της Εurobank.