«Οι γονείς μου με έβγαλαν Λι Ερλ Ελρόι. Με καταδίκασαν σε γλωσσοδέτες με λ και ε –και σε «Λιρόι» εκ παραδρομής. Μισούσα τα ονόματά μου. Μισούσα να με λένε «Λιρόι». Ο πατέρας μου συμφώνησε ότι ο συνδυασμός «Λι Ερλ» και το «Ελρόι» βρωμούσε. Ηταν όνομα νέγρου νταβαντζή. Το αποφάσισα από νωρίς: κάποια μέρα θα παρατούσα το «Λι Ερλ» και θα κρατούσα το «Ελρόι»».

Το βιβλίο του Τζέιμς Ελρόι «Τα σκοτάδια μου» έπρεπε απαραιτήτως να μεταφραστεί. Για τους πολυάριθμους φαν του συγγραφέα της «Τετραλογίας του Λος Αντζελες» (περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη «Μαύρη Ντάλια» και το «Λος Αντζελες εμπιστευτικό») αλλά και μεταγενέστερων έργων του όπως το «Αμερικανικό ταμπλόιντ» το βιβλίο αυτό δεν είναι απλώς ένα αναγκαίο συμπλήρωμα. Καθώς πρόκειται ουσιαστικά για την αυτοβιογραφία του, αποδεικνύει πόσο βαθιά η ζωή του ενέπνευσε το έργο του και ακόμη περισσότερο πόσο η ζωή του Ελρόι –όχι πια μόνο η πραγματική που είναι από μόνη της πολύ εντυπωσιακή και τραγική, αλλά και η ζωή του όπως διαμορφώθηκε ως φαντασία και μνήμη –έγινε εντέλει ένα με το έργο του. Ενα έργο που, με τον μανδύα του σκληρού θρίλερ, αφηγείται ευρηματικά την αμερικανική ιστορία του 20ού αιώνα.

Διαβάζοντας μάλιστα το βιβλίο αυτό έχεις την αίσθηση ότι διαβάζεις ένα θρίλερ. Είναι σαν ο συγγραφέας να κάνει με τη σειρά του ένα δώρο στη ζωή του περιγράφοντάς την σαν μυθιστόρημα, αφού ακριβώς η ζωή του είναι αυτή που του έκανε δώρο την έμπνευση. Η μητέρα του που δολοφονήθηκε άγρια τον Ιούνιο του 1958, πιθανότατα από έναν εραστή της, τον οδήγησε ασυναίσθητα να ασχοληθεί με την περίπτωση της «Μαύρης Ντάλιας», της 22χρονης με τα μαύρα που δολοφονήθηκε περίπου όπως η μητέρα του, λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά. Αφού η «Μαύρη Ντάλια», κατά κόσμον Μπέτι Σορτ, τον στοίχειωσε ήδη από τα ένδεκά του, όταν διάβασε για την περίπτωσή της σε ένα βιβλίο, έφθασε πολύ αργότερα να ασχοληθεί με την καρδιά του προβλήματος που ήταν η μητέρα του. Με ύφος ακριβώς όπως και στα άλλα βιβλία του, ο Ελρόι αφηγείται πρώτα τη δική του ζωή του με τους γονείς του και χωρίς αυτούς, μετά τη ζωή ενός ντετέκτιβ του Εγκληματολογικού, του Μπιλ Στόουνερ, με τη βοήθεια του οποίου προσπάθησε να φθάσει στην εξιχνίαση του φόνου της μητέρας του και, τέλος, τη ζωή της μητέρας του, της Τζινίβα Χίλικερ – Ελρόι, μιας κοκκινομάλλας νοσηλεύτριας με πλούσια ερωτική ζωή.

Ολο το βιβλίο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, ωστόσο το κομμάτι που αφηγείται τη ζωή του ανάμεσα στον θάνατο της μητέρας του, όταν ήταν 10 ετών, και στον θάνατο του πατέρα του, όταν ήταν 17, έχει το περισσότερο «ψωμί», αναδεικνύοντας την πρώτη ύλη που τον έκανε συγγραφέα: τη φτώχεια, την εμπλοκή του σε εγκληματικές πράξεις, τις παρέες με τους σκληρούς και μια επιμονή σε ναζιστικά παραληρήματα, ενδεχομένως επηρεασμένος από το χαμηλό επίπεδο του περιβάλλοντος αλλά και από αντίδραση, για να κάνει φασαρία, στα σχολεία που πήγαινε και όπου φοιτούσαν αρκετοί Εβραίοι. Πολλοί στην Ευρώπη τον έχουν χαρακτηρίσει υπερσυντηρητικό ή και αντιδραστικό –ήταν και φανατικός υποστηρικτής των Ρίγκαν και Θάτσερ -, ωστόσο ο Ελρόι καταφέρνει αυτό που κάθε σπουδαίος συγγραφέας ξέρει να κάνει, ανεξαρτήτως πεποιθήσεων: να απογυμνώσει την κοινωνία και την εποχή του από τα ψιμύθια και να τη δείξει όπως είναι, μες στη διαφθορά και την υποκρισία της.