Το 1986, στο «Τέταρτο» του Μάνου Χατζιδάκι και σε ειδικό ένθετο με τίτλο «Ποδόσφαιρο», ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης χαρακτήριζε τον εαυτό του «Βαμμένο παοκτσή, θεριό ανήμερο» και τα χρόνια που μεγάλωνε στη Θεσσαλονίκη δεν υπήρχε Κυριακή που να μην πάει στο γήπεδο. Αργότερα, με το ψευδώνυμο Αλ. Καμής, έγραψε στην «Αυγή» κείμενο για τον Αγιαξ. Το ψευδώνυμό του ήταν φόρος τιμής σε έναν άλλο σπουδαίο λογοτέχνη και ποδοσφαιρόφιλο, τον γάλλο νομπελίστα Αλμπέρ Καμί, που έλεγε ότι η παρακολούθηση του ποδοσφαίρου τον βοήθησε στην κατανόηση του κόσμου.

Στην Αθήνα ο Αναγνωστάκης συμπαθούσε τον Απόλλωνα και πήγαινε τακτικά στη Ριζούπολη. Φανατικός οπαδός του Απόλλωνα Αθηνών ήταν και ο Κώστας Κάππος, το στέλεχος του ΚΚΕ – και βουλευτής του από το 1974 μέχρι το 1989 – και αυτό δεν ήταν ίσως άσχετο ούτε με την ιστορία του συλλόγου ούτε με το γεγονός ότι ο πρόεδρός του Κώστας Αλαμάνος παραχωρούσε το γήπεδο για τις κάθε είδους εκδηλώσεις του κόμματος.

Ο γιος του Κώστα Κάππου, ο Θανάσης Κάππος, έγραψε τώρα ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες, το «Ποδόσφαιρο και Αριστερά». Ιστορίες γνωστές και άγνωστες, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, για ανθρώπους που τίμησαν με τις ιδέες και τη στάση τους το άθλημα, που έφτασαν ακόμη και να δώσουν τη ζωή τους υπερασπιζόμενοι τις αρχές τους. Και που έρχονται να αμφισβητήσουν, με την ίδια τη συμπεριφορά τους, το δόγμα εκείνο της Αριστεράς που λέει, εντελώς σε άλλο μήκος κύματος, ότι το ποδόσφαιρο είναι «το όπιο του λαού».

Πολλοί θα θυμούνται λ.χ. ότι ο σπουδαίος και ποδοσφαιρικά άτυχος Βασίλης Χατζηπαναγής, ακέραιος χαρακτήρας, ήταν παιδί πολιτικών προσφύγων του Εμφυλίου και ότι γι’ αυτόν τον λόγο γεννήθηκε στην Τασκένδη. Οτι ο ιδεολόγος Γιώργος Δεληκάρης, που κάποτε άφησε «άγαλμα» τον γερμανό τερματοφύλακα Ζεπ Μάγερ, προτιμούσε «να δίνονται ρούχα σε παιδιά που κρυώνουν» παρά βραβεία στους ποδοσφαιριστές και πρωτοστάτησε στην απεργία των παικτών του Ολυμπιακού το 1975. Οτι ο Νίκος Χρηστίδης, ο γκολκίπερ του Αρη που έπιανε τα μισά πέναλτι, αποκλείστηκε επί χούντας από τα γήπεδα με πρόσχημα μια υπόθεση «μειωμένης απόδοσης», αλλά μάλλον για πολιτικούς λόγους.

Ολοι ξέρουν την πορεία του Ντιέγκο Μαραντόνα και τη φιλία του με τον Ούγκο Τσάβες και τον Φιντέλ Κάστρο. Την αριστερή ιδεολογία του Βραζιλιάνου Σόκρατες και την αγάπη του για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία, που είχε κάνει την Κορίνθιανς χώρο όπου όλα αποφασίζονταν σε καθεστώς άμεσης δημοκρατίας, με ψηφοφορίες, ακόμη και τα μενού των ποδοσφαιριστών. Υπάρχουν όμως και ιστορίες λιγότερο γνωστές, συχνά συγκλονιστικές.

Πόσοι θυμούνται τον αγώνα των Μακρονησιωτών με τον Ολυμπιακό, το 1948, που υπήρξε ιδέα καθεστωτική αλλά γύρισε μπούμερανγκ αφού οι Μακρονησιώτες κέρδισαν; Πόσοι θυμούνται το αστέρι του Ολυμπιακού Νίκο Γόδα που εκτελέστηκε ως κομμουνιστής στο Λαζαρέτο, στην Κέρκυρα; Οτι ο Ανδρέας Μουράτης, αρχηγός του Ολυμπιακού και της Εθνικής, είχε πολεμήσει με τον ΕΛΑΣ «για να ζουν όλοι οι άνθρωποι ίσα;». Ή ότι οι θαρραλέοι ουκρανοί ποδοσφαιριστές του Κιέβου, που ενέπνευσαν την ταινία «Η απόδραση των έντεκα», έπαιξαν εναντίον της Λουφτβάφε ξέροντας ότι αν νικούσαν απειλούνταν με εκτέλεση, όμως νίκησαν και πολλοί εκτελέστηκαν; Ενώ ελάχιστοι γνωρίζουν και τη φιλανθρωπική δράση μιας σημερινής ελληνικής ομάδας, της Hasta La Victoria Siempre, που δίνει αγώνες ανά την Ελλάδα με ζωγραφισμένο στο μπλουζάκι τον Τσε.

Τόσο κατά την Αντίσταση όσο και στα Δεκεμβριανά, μεταξύ των θυμάτων –κάτι που δεν έχει συζητηθεί ιδιαίτερα ώς τώρα –ήταν και αριστεροί ποδοσφαιριστές. Οι Γαβριήλ Γαζής (ΠΑΟ) και Γιώργος Κοντούλης (ΑΕΚ), μέλη της αντιστασιακής φιλοεαμικής οργάνωσης Ενωση Ελλήνων Αθλητών, εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς. Στα Δεκεμβριανά σκοτώθηκαν δύο γνωστοί ποδοσφαιριστές της εποχής, ο Μιχάλης Αργυρός του Εθνικού στη μάχη του Μακρυγιάννη και ο Μιχάλης Αναματερός του Ολυμπιακού στη μάχη των Εξαρχείων. Πολλοί ήταν οργανωμένοι στην ΕΠΟΝ: οι ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού Μουράτης, Γόδας, Αποστολόπουλος, Φερλέμης και Γεωργάτος, οι Παντινιώτης και Κασίσογλου του Εθνικού, ο Καψής και ο Παπαγεωργίου της ΑΕΚ, ο Τσολακίδης του Ατρομήτου.

Ανάμεσα στους κρατούμενους της Μακρονήσου, αργότερα, υπήρχαν επίσης κάποιοι ποδοσφαιριστές. Αρκετοί ώστε να συγκροτηθεί ενδεκάδα αξιώσεων.Το Α’ και Γ’ Τάγμα Σκαπανέων αιτήθηκε, διά των αξιωματικών του, αγώνα με τον Ολυμπιακό. Σκοπός, ο εξωραϊσμός της εικόνας της Μακρονήσου. Το ματς ορίστηκε για το απόγευμα της 26ης Ιανουαρίου 1949. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας οι μακρονησιώτες ποδοσφαιριστές οδηγήθηκαν με πλοιάριο στο Λαύριο και από εκεί στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας που προτιμήθηκε ως τόπος διεξαγωγής. Στις κερκίδες ήταν χίλια διακόσια άτομα, μεταξύ των οποίων συγγενείς και φίλοι των εκτοπισμένων, αλλά και ο υπουργός Στρατιωτικών Παναγιώτης Κανελλόπουλος, που είχε αποκαλέσει τη Μακρόνησο «νέο Παρθενώνα». Στην ενδεκάδα τους ξεχώριζε ο «κανονιέρης» του Ολυμπιακού Γιώργος Δαρίβας, αλλά υπήρχαν και άλλοι πολύ γνωστοί εκτοπισμένοι: Παπαντωνίου (Παναθηναϊκός), Παντινιώτης (Εθνικός), Μαλαμόπουλος (Ολυμπιακός), Παπαδόπουλος (Απόλλων), Ιωαννίδης (Ηρακλής), Γεωργάτος (Ολυμπιακός), Λιάρος (Εθνικός). Ο Ολυμπιακός διέθετε Ρωσίδη, Μουράτη, Μινάρδο, Βασιλειάδη κ.ά.

Οι Μακρονησιώτες κέρδισαν 2-1! Ισως και ο Ολυμπιακός να μην έπαιξε με φουλ τις μηχανές. Υστερα από αυτό, πάντως, η ποδοσφαιρική ομάδα Μακρονήσου δεν ξανακούστηκε. Διαλύθηκε.

Δύο μήνες νωρίτερα, ημέρα Κυριακή, ένα άλλο αστέρι του Ολυμπιακού, ο 27χρονος Νίκος Γόδας, Μικρασιάτης που ζούσε στη Νίκαια, λοχαγός του ΕΛΑΣ, εκτελέστηκε ως κομμουνιστής στο Λαζαρέτο, ένα μικρό νησάκι κοντά στο λιμάνι της Κέρκυρας. Είχε περάσει προηγουμένως από τις φυλακές Αβέρωφ και Κέρκυρας. Του έδιναν την ευκαιρία να υπογράψει και να γλιτώσει, αλλά αρνήθηκε και εκτελέστηκε φορώντας τη φανέλα και το σορτς του Ολυμπιακού.

Πολλά στοιχεία ο Θανάσης Κάππος τα έχει αντλήσει από το αρχείο του αείμνηστου δημοσιογράφου των «ΝΕΩΝ» Πάνου Γεραμάνη. Αλλα αντλήθηκαν από απευθείας συναντήσεις με ποδοσφαιρικές προσωπικότητες, συχνά με τη διαμεσολάβηση του Νίκου Μάλλιαρη.

Ιδιαίτερη περίπτωση στις μέρες μας είναι αυτή της ομάδας Hasta La Victoria Siempre. Εχει έντονο πολιτικό στίγμα, δεν παίζει ποτέ με σκοπό το κέρδος, έχει αγωνιστεί στην Κούβα, την Παλαιστίνη, έχει δώσει αγώνες αλληλεγγύης προς τους απεργούς της Χαλυβουργικής και την Κωνσταντίνα Κούνεβα, έχει επισκεφθεί τη Μαριναλέδα, μικρή κοινότητα στην Ανδαλουσία με αυτόνομη, σοσιαλιστική δομή και δρα, καταστατικά, με βάση τις αρχές του Τσε Γκεβάρα, που απεικονίζεται στις φανέλες –οι οποίες αναγράφουν επίσης το όνομα κάποιου κοινωνικού αγωνιστή, από τον Γρηγόρη Λαμπράκη μέχρι τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Η δημιουργία της ομάδας ήταν ιδέα του ηθοποιού Τάκη Βαμβακίδη και του φροντιστή της ΑΕΚ Νίκου Κορομηλά. Και συμμετέχουν σε αυτήν παίκτες όπως οι Μάλλιαρης, Λέκκας, Κάκκος, Κωφίδης, Ατματζίδης, Πουρσανίδης, Σαραβάκος, Μήνου, Βαλαώρας, Δαμανάκης, Τσιαντάκης, Μαλουμίδης, Παπαπαναγής, Στέλιος Σεραφείδης, Μίμης Παπαϊωάννου αλλά και ο Χουάν Ραμόν Ρότσα, στον οποίο το βιβλίο αφιερώνει και ειδικό κεφάλαιο.

Ακτιβιστές όμως έχουν και οι Γερμανοί: ο Εβαλντ Λίνεν, γνωστός και ως «Λένιν», παίκτης της θρυλικής Γκλάντμπαχ και προπονητής αρκετών ελληνικών ομάδων μέχρι πρόσφατα, δούλεψε μαζί με τους κομμουνιστές σε κινήματα ειρήνης και κατά των πυρηνικών. Σύμφωνα με τον Θανάση Κάππο, αυτό του στοίχισε τη μη συμμετοχή του στην εθνική ομάδα της Γερμανίας, αλλά και ένα βίαιο μαρκάρισμα που τον έστειλε στο νοσοκομείο με τριάντα ράμματα από αμυντικό της Βέρντερ, ο οποίος, σύμφωνα με δημοσιεύματα, είχε εντολή από τον προπονητή του (τον Οτο Ρεχάγκελ!) να τον «τελειώσει». Οταν ήταν προπονητής στην Τενερίφη, απολύθηκε μόλις ανέλαβε πρόεδρος ο ακροδεξιός Βίκτορ Πέρεθ ντε Ασάνιο.

Στο βιβλίο καταγράφονται αναλυτικά πολλές ακόμη περιπτώσεις, όπως του «Λεφτέρ», του έλληνα Κωνσταντινουπολίτη Λευτέρη Αντωνιάδη που διέπρεψε στην Εθνική Τουρκίας, του Αργεντίνου Κάρλος Τέβες (ή «Απάτσι») που γεννήθηκε σε μια πολύ δύσκολη γειτονιά του Μπουένος Αϊρες, του χιλιανού θρύλου Κάρλος Καζέλι ή «Κόκκινου», που όταν πέρασε μπροστά του ο Πινοτσέτ δεν άπλωσε το χέρι του να τον χαιρετήσει. Και αν οι κοινωνικές καταβολές της Μπαρτσελόνα είναι γνωστές, λιγότερο γνωστές είναι οι πολύ φιλικές σχέσεις της Ιντερ με τους Ζαπατίστας –άλλο ένα ενδιαφέρον κεφάλαιο του βιβλίου.

Ο «Αγώνας του θανάτου»

Η αλήθεια πίσω από την «Απόδραση των έντεκα»

Από τα πλέον συγκλονιστικά κεφάλαια του βιβλίου είναι αυτό που περιγράφει τον «Αγώνα του θανάτου». Στην κατεχόμενη Ουκρανία, προγεφύρωμα του Χίτλερ για την τελική επίθεση στη Μόσχα, ανασυστήνεται η παλιά Ντιναμό Κιέβου με το όνομα FC Start Kiev. Οι Ναζί το βλέπουν με καλό μάτι στην αρχή, στήνουν μάλιστα και ένα μίνι πρωτάθλημα. Το πρόβλημα είναι ότι η Σταρτ σάρωνε όλες τις άλλες ομάδες. Οταν οι Ουκρανοί παίζουν με τους Γερμανούς, την Flakelf, ομάδα με ποδοσφαιριστές που υπηρετούσαν στη Λουφτβάφε, τους κερδίζουν 5-1. Αναπτερώνεται το ηθικό του ουκρανικού λαού που στέκεται στο πλευρό της ομάδας και την προμηθεύει, από το υστέρημά του, με τρόφιμα και αθλητικό υλικό. Ορίζεται επαναληπτικός στο στάδιο Ζενίτ του Κιέβου για τις 9 Αυγούστου 1942. Αξιωματικοί του γερμανικού στρατού κατέβηκαν στα αποδυτήρια για να απειλήσουν τους Ουκρανούς ακόμη και με ποινή θανάτου. Εκείνοι βγήκαν όμως στον αγωνιστικό χώρο σηκώνοντας τα χέρια προς τον ουρανό και φωνάζοντας «Hura!» (Ζήτω). Οι Γερμανοί προηγήθηκαν με γκολ οφσάιντ. Λίγο νωρίτερα είχαν χτυπήσει και αφήσει αναίσθητο τον εμβληματικό τερματοφύλακα Τρούσεβιτς. Οι Ουκρανοί αντιδρούν και ισοφαρίζουν με απευθείας χτύπημα φάουλ. Και στο τριακοστό λεπτό ο Μακάρ Γκοντσαρένκο παίρνει την μπάλα από το κέντρο του γηπέδου, περνάει όποιον βρίσκει μπροστά του, περνάει και τον τερματοφύλακα, φτάνει στη γραμμή της εστίας, σταματάει και δεν βάζει γκολ αλλά σουτάρει προς το κέντρο του γηπέδου! Ο ίδιος παίκτης όμως, αργότερα, σημειώνει δύο γκολ. Νέες απειλές στο ημίχρονο αλλά οι Ουκρανοί κερδίζουν 5-3. Το αποτέλεσμα ήταν βασανιστήρια και εκτέλεση για τους περισσότερους παίκτες. Τα πτώματα πετάχτηκαν από τον βράχο Μπάμπι Γιαρ, από όπου εκσφενδονίστηκαν συνολικά εκατό χιλιάδες εκτελεσμένοι. Το 1971 τοποθετήθηκε γλυπτό του Ιβάν Χόροβι στη μνήμη τους και από το 1981 το Ζενίτ μετονομάστηκε σε Start Stadium.

Θανάσης Κ. Κάππος

Το ποδόσφαιρο

και η Αριστερά

Ιστορίες μέσα και

έξω από τα γήπεδα

Εκδ. Καστανιώτη, σελ. 184

Τιμή: 10,65 ευρώ