Ο Εκερμαν ήταν ένα παιδί φανατικό για γράμματα που του έλαχε η μεγάλη ευκαιρία της ζωής του, προσελήφθη ως γραμματέας και συνοδός στους περιπάτους του, του γέροντα σοφού, του μεγαλοφυούς τέκνου του 19ου αιώνα Γκαίτε.

Ο Γκαίτε, γύρω στα 80, φορτωμένος με πείρα, γνώση, κατανόηση των ανθρωπίνων, ανοχή αλλά και αυστηρότητα στην κριτική ιδεών, αξιών και ηθών στις ώρες της μοναξιάς, στις αϋπνίες, στους περιπάτους, στον ρεμβασμό των ώρα του δειλινού, άφηνε τις μνήμες του, τις αντιδράσεις στις προκλήσεις της καθημερινότητας να εκφράζονται αβίαστα και ο νεαρός συνοδός του να τα εισπράττει. Πολύ γρήγορα συνειδητοποίησε πως παρίσταται και μετέχει σε μια ανεπανάληπτη στιγμή στην ιστορία του πνεύματος της Ευρώπης. Είχε μπροστά του και άκουγε τη συνείδηση της ευρωπαϊκής πνευματικής ιστορίας. Και άρχισε να καταγράφει ό,τι άκουγε. Ημερολογιακά. Με τον καιρό έλαβε το θάρρος όχι μόνο παθητικά να ακούει αλλά και να θέτει ερωτήματα, απορίες, ακόμη και αντιρρήσεις ώστε να προκαλεί τον γέροντα σοφό να απαντά. Και τα ερωτήματα του Εκερμαν είχαν κυρίως την τόλμη και όχι σπάνια το θράσος της νεότητας. Ηταν ωμά, καίρια, επιθετικά και «παιδικά» στην απλοϊκή τους απολυτότητα.

Οταν ο Γκαίτε πέθανε (1832), ο Εκερμαν δημοσίευσε το ημερολόγιό του, διάσημο σήμερα ως πρότυπο του είδους, εργαλείο μελέτης και συνάμα κατόρθωμα ύφους, αφού θεωρείται θεμελιώδες κείμενο του γερμανικού ρομαντικού διαφωτισμού. Προκλητικός τίτλος: «Οι συνομιλίες μου με τον Γκαίτε».

Τον Μάρτιο του 1821, λίγες μέρες αφού ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, ο Εκερμαν επηρεασμένος και από την ιστορική μοίρα των ευρωπαϊκών επαναστάσεων (ο Γκαίτε λέγεται όπως και ο Καντ παρακολουθούσαν εκ του σύνεγγυς την πορεία του Ναπολέοντα κυρίως μετά την καθοριστική Μάχη της Ιένας) κι ενώ μιλούσαν στο πρωινό με τον σοφό γέροντα για την αρχαία τραγωδία, ρώτησε: «Τι είναι, σεβαστέ μου δάσκαλε, για σας η έννοια Ειμαρμένη;». Ο Γκαίτε έκανε μια πλατιά και βαθιά συνάμα ανάλυση του όρου, μίλησε για την αρχαία Μοίρα, για την Ανάγκη, στην οποία υπέκυπταν ακόμη και οι ολύμπιοι θεοί, αφού όρισε την Ειμαρμένη ως την κινητήρια για τους αρχαίους δύναμη της ιστορίας, την άτεγκτη νομοτέλεια και τον έσχατο λόγο της υπάρξεως.

Ο Εκερμαν σημειώνει στο ημερολόγιό του την κατάθεση του Γκαίτε, απόρροια της βαθιάς κατάδυσής του στον πολιτισμό και στην ιστορική πορεία του πνεύματος μέσα στους αιώνες. Υστερα από μια σημαίνουσα σιωπή ο σοφός γέροντας, και το σημειώνει χωρίς σχόλια ο νεαρός μαθητής του, συμπληρώνει: «Αγαπητέ μου Εκερμαν, σήμερα η Ειμαρμένη ονομάζεται Ναπολέων»!

Η εκπληκτική διαπίστωση του Γκαίτε μάς οδηγεί πίσω σε μιαν άλλη μεγάλη στιγμή της Ιστορίας του πνεύματος, την αποτυπώνει στο τρίτο μέρος της «Ορέστειας» ο Αισχύλος, στις «Ευμενίδες». Είναι η δίκη του μητροκτόνου Ορέστη ενώπιον τού για πρώτη φορά συγκροτημένου δικαστηρίου (του Αρείου Πάγου) όπου την απόφαση λαμβάνουν άνθρωποι. Προεδρεύει η Αθηνά αλλά είναι η τελευταία φορά που οι θεοί καθορίζουν, τιμωρούν ή ευνοούν τις ανθρώπινες πράξεις όπως αυτό το αφηγήθηκε ο Ομηρος, αφού οι θεοί, ορατοί και αόρατοι, συμπολεμούν, συνωμοτούν, χαρίζονται, βασανίζουν τους μαχόμενους ήρωες ή διευκολύνουν, όπως η Αθηνά, καλύπτουν, εξυπηρετούν, προφυλάσσουν τον Οδυσσέα στη δεκάχρονη πορεία επιστροφής στην πατρίδα. Μετά από αυτή τη δίκη και την απόσυρση των θεών από το παιχνίδι της περιπλάνησης όπως το κατέγραψε σε βάθος στις μέρες μας ο αείμνηστος φίλος Κώστας Αξελός, η Ειμαρμένη, η Μοίρα έδωσαν τη σκυτάλη στο Εικός του Θουκυδίδη, την Εικασία, το λογικώς και φυσικώς γεγονός και σε λίγο στα χρόνια του Αλεξάνδρου στο Τυχαίο, αυτό πλέον ώς τις μέρες μας, αφού η τυχαιότητα είναι πλέον θεμελιώδες συστατικό της φυσικής και της φιλοσοφίας της ιστορίας.

Αλλά το απροσδόκητο επιχείρημα του Γκαίτε, μια ιστορική προσωπικότητα να καθορίζει την πορεία της ανθρώπινης περιπέτειας, προϋπάρχει ήδη μέσα στο ελληνικό ιστορικό διάνυσμα. Οταν ο Μέγας Αλέξανδρος έφτασε στο Γόρδιον, όπως αφηγείται ο Αρριανός, του υπέδειξαν σε έναν χώρο της πόλης την πρόκληση ενός απεθαμένου σοφού, ο οποίος είχε εκθέσει δημόσια ένα αίνιγμα προς λύση. Με ένα ναυτικό παλαμάρι είχε δημιουργήσει έναν περίπλοκο ναυτικό κόμβο και προκαλούσε τους πάντες να τον λύσουν, προσθέτοντας πως όποιος το αποπειραθεί και το επιτύχει θα γίνει κύριος της Ασίας. Ο Αλέξανδρος ατένισε για λίγο το έωλο αίνιγμα και αφού έβγαλε από τη θήκη το σπαθί του έκοψε τον κόμβο στα δύο, με αποτέλεσμα να διαλυθεί. Εν συνεχεία επικεφαλής της στρατιάς του όρμησε και κατέκτησε την Ασία. Είχε πολλά χρόνια πριν τον Ναπολέοντα, πριν τον Τζέκινς Χαν, πριν τον Οδόακρο, πριν τον Μεγάλο Φρειδερίκο, πριν τη λαιμητόμο της Γαλλικής Επανάστασης, που έκοβε λαιμούς κι όχι κόμβους, πριν τον Λένιν και τον Χίτλερ, είχε προχωρήσει σε αντιποίηση εξουσίας, αφού αφαιρούσε από τη θεία Δικαιοσύνη , την Ειμαρμένη, τη Μοίρα, το Πεπρωμένο το δικαίωμα να διαχειρίζονται την Ιστορία. Τώρα πλέον η θεία βούληση έδωσε τη θέση της στην Ισχύ, στη Σπάθη, στην Επιστήμη, στο Χρήμα.

Ετσι, η ταυτότητα του Γκαίτε «Ειμαρμένη ίσον Ναπολέων» και προς τα πίσω και μετά σημαίνει Θεμιστοκλής, Αλκιβιάδης, Νέρων, Αττίλας, Βουλγαροκτόνος, Ροβεσπιέρος, Στάλιν, Μπίσμαρκ, Μάο, Χομεϊνί και, βέβαια, Κρουπ, Ρότσιλδ, Ρόμελ, Κριστίν Λαγκάρντ, Σόιμπλε, Ντράγκι.

Το τραγικότερο όμως συμπέρασμα βρίσκεται πλέον σε αρχαϊκότερα κιτάπια. Αναβιώνει ξανά η τυφλή Ειμαρμένη, το Πεπρωμένο με τη μορφή Κισμέτ και Τζιχάντ, που έρχεται να εγκαθιδρύσει στην Ιστορία ξανά την απόλυτη θεόθεν νομοτέλεια σε μια τραγωδία που δεν φαίνεται να ανέχεται τον έλεο και τον φόβο και να μην αφήνει καμιά πιθανότητα να υπάρξει κάθαρση. Διότι βρικολάκιασε ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Θουκυδίδη ο Κλέων, ο σφαγέας της Μήλου ηβηδόν!!

Πόσο νερό θα κυλήσει ακόμη στον ποταμό της Ιστορίας ώστε οι λύτες των αινιγμάτων και των γόρδιων δεσμών αντί της σπάθης να χρησιμοποιούν τον νου;