Πρόκειται για την πρώτη μελέτη των δικαστικών αποφάσεων του Ειδικού Δικαστηρίου Δωσιλόγων, που λειτούργησε από το 1944 έως το 1949. Τελεσιδίκησαν 2.205 υποθέσεις. Στο 61,5% αυτών των υποθέσεων (1.356 συνολικά) οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν πλήρως των κατηγοριών. Ενώ ένας άλλος μεγάλος αριθμός κατηγορουμένων απαλλάχθηκε ήδη από την προανάκριση.

Οι καταδίκες σε θάνατο ανήλθαν στο 5,2% των περιπτώσεων (114), ωστόσο οι εκτελεσθέντες από την επίσημη δικαιοσύνη ήταν τελικά 25. Ο ιστορικός Δημήτρης Κουσουρής που έκανε τη διδακτορική διατριβή του πάνω στο θέμα και, με βάση αυτή, έγραψε βιβλίο που κυκλοφορεί από τις Εκδ. Πόλις, λέει ότι εκείνοι που συνεργάστηκαν με τις Αρχές κατοχής ήταν κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες. Μεταξύ τους και πολλοί οικονομικοί παράγοντες οι οποίοι, παρά το γεγονός ότι συνεργάστηκαν και κέρδισαν πολλά χρήματα, με το επιχείρημα ότι ήταν ήδη πλούσιοι προπολεμικά, δεν δικάστηκαν ως μη έχοντες πρόθεση πλουτισμού. Οσο για τους ένοπλους δωσίλογους, οι περισσότεροι ενσωματώθηκαν στον κρατικό μηχανισμό αφού ο Εμφύλιος αποτέλεσε αφορμή για συγχωροχάρτι.

Ο 40χρονος σήμερα συγγραφέας του βιβλίου, μετά τη γνωστή περιπέτειά του το 1998 οπότε λίγο έλειψε να πεθάνει (έμεινε ένα μήνα στην Εντατική) έπειτα από απρόκλητη επίθεση ομάδας χρυσαυγιτών με επικεφαλής τον «Περίανδρο», ακολουθεί μια αξιόλογη επιστημονική πορεία, εκπονώντας πρώτα τη διδακτορική του διατριβή στο Παρίσι (EHESS) και εργαζόμενος κατόπιν ως επισκέπτης καθηγητής και ερευνητής σε Ρέθυμνο, Παρίσι, Πρίνστον, Σικάγο κ.α.

Ο όρος «δωσίλογος» είναι επίσημος. Από πού προέρχεταικαι ποιος είναι ο «νονός»;

Σύμφωνα με τη «Συναγωγή» του Κουμανούδη, η λέξη πρωτοσυναντάται ως απόδοση του ιταλικού renditore di conto, στο Νομοτεχνικό Λεξικό των Οικονομίδη – Βλαντή το 1840, κατ’ αναλογία του αρχαίου δωσίδικος και του μεσαιωνικού δωσίπυγος. Παρεμπιπτόντως, από τον 19ο αιώνα και μέχρι πολύ πρόσφατα γραφόταν σχεδόν αποκλειστικά με όμικρον: γι’ αυτό και στο βιβλίο προτιμήσαμε αυτή τη γραφή. Η λέξη πέρασε στη δημόσια συζήτηση στα τέλη του 19ου αιώνα, γύρω από τη χρεοκοπία του 1893, για να περιγράψει όσους έπρεπε να λογοδοτήσουν για τη διαχείριση δημόσιου αξιώματος.

Το 1944, στις παραμονές της Απελευθέρωσης, ο όρος επικράτησε –και τελικά ταυτίστηκε με τους συνεργάτες των κατακτητών ως πιο «ουδέτερος» νομικός όρος, που χωρούσε τις διαφορετικές αντιλήψεις περί τιμωρίας των προδοτών (του ΕΑΜ και της κυβέρνησης του Καΐρου).

Η συνεργασία με τους Ναζί προέκυψε από υπολογισμούς της στιγμής ή ανάγεται και σε πρότερη γερμανοφιλία;

Και τα δύο και στις διάφορες παραλλαγές τους. Υπήρχαν ήδη πριν από τον πόλεμο γερμανόφιλοι ή φιλοναζί, ενώ την πρώτη περίοδο της Κατοχής σε αυτούς προστέθηκαν και όσοι συντάχθηκαν με τους κατακτητές ή με το δωσιλογικό κράτος, από ανάγκη ή από συμφέρον. Μετά το 1943, η επιλογή της συνεργασίας πολιτικοποιήθηκε. Οι παλιές συντηρητικές πολιτικές ελίτ και οι μηχανισμοί του αντικομμουνιστικού βαθέος κράτους ανέλαβαν ενεργό ρόλο απέναντι στην απειλή μιας εν εξελίξει κοινωνικής επανάστασης, του εαμικού κινήματος. Στο τέλος της Κατοχής το μπλοκ του δωσιλογισμού απέκτησε μαζική διάσταση, αναπτύσσοντας έναν ισχυρό ένοπλο βραχίονα (τα λογής Τάγματα Ασφαλείας).

Σε ποιο ποσοστό οι δωσίλογοι είχαν ασπαστεί πραγματικά και τη ναζιστική ιδεολογία;

Οι διάφορες εκδοχές του εγχώριου αντικομμουνισμού μοιράζονταν κάποια επιμέρους κοινά στοιχεία με τη ναζιστική ιδεολογία. Ωστόσο οι ακραιφνείς ναζιστικές οργανώσεις (ΕΣΠΟ, ΟΕΔΕ, Μπουντ κ.ά.) ήταν μειοψηφικές και κατάφεραν να προσελκύσουν μερικές εκατοντάδες μέλη. Πολλοί από αυτούς στο τέλος της Κατοχής ενσωματώθηκαν στους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους των Αθηνών ως σύνδεσμοι – πληροφοριοδότες, π.χ., της Ειδικής Ασφάλειας και με διάφορες ιδιότητες μετά την Απελευθέρωση.

Ως προς τον οικονομικό δωσιλογισμό: η Κατοχή δημιούργησε νέα τζάκια που εδραιώθηκαν και μεταπολεμικά; Ή επωφελήθηκαν μόνο προϋπάρχοντες επιχειρηματίες που κατάφεραν να συνδεθούν με τις κατοχικές Αρχές; Και αυτοί που με όποιο τρόπο επωφελήθηκαν, διατήρησαν μεταπολεμικά το προβάδισμα που τους προσέφερε αυτή η συνεργασία;

Στις ακραίες συνθήκες της Κατοχής, πολλοί εκμεταλλεύτηκαν τη ρευστότητα που διέθεταν ή τις διασυνδέσεις τους για να πλουτίσουν. Υπήρξαν ασφαλώς πολλοί τυχοδιώκτες, που επιχείρησαν να επωφεληθούν.

Ο ρόλος των «νεόπλουτων της Κατοχής» μεγεθύνθηκε μετά τον πόλεμο από εκπροσώπους της παλαιάς αστικής τάξης, με προφανή στόχο την αποσιώπηση ή τον συμψηφισμό των δικών τους συναλλαγών με τους κατακτητές.

Σε γενικές γραμμές, οι εκπρόσωποι των προπολεμικών οικονομικών ελίτ γενικά αντιμετωπίστηκαν με το γάντι από τη Δικαιοσύνη, ενώ όσοι καταδικάστηκαν για οικονομική συνεργασία ήταν κάποιοι από τους αριβίστες και «μικρά ψάρια». Ετσι, η υπόθεση ανάδυσης μιας «νέας αστικής τάξης» στην Κατοχή που έχει προταθεί πιο πρόσφατα, δεν επιβεβαιώνεται εύκολα από την (ακόμα ελλιπή) σχετική έρευνα.

Λέτε στο βιβλίο ότι μέσω της Δικαιοσύνης εκείνη την εποχή λύθηκαν και δύο ζητήματα που εκκρεμούσαν από παλιά: δόθηκε τέλος στον εθνικό διχασμό (1916-1917) και νομιμοποιήθηκε η εκδίωξη εθνικών μειονοτήτων. Μπορείτε να εξηγήσετε με ποιους τρόπους συνέβη αυτό;

Σε ό,τι αφορά τη διαχωριστική γραμμή του εθνικού διχασμού, που αποτέλεσε κατά κάποιον τρόπο τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του σύγχρονου νεοελληνικού κράτους, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους βενιζελικούς και στους βασιλικούς είχε ξεθωριάσει με μεγάλη ταχύτητα από τα τέλη του 1943 και μετά, όταν ενόψει της Απελευθέρωσης οι διαφορετικές μερίδες του εγχώριου αντικομμουνισμού σταδιακά συγχωνεύτηκαν για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο κατάληψης της εξουσίας από το ΕΑΜ/ΚΚΕ. Αυτός ο «ιστορικός συμβιβασμός» σφραγίστηκε συμβολικά με τη δίκη των κυβερνήσεων την άνοιξη του 1945.

Η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου καταδίκαζε μεν τους περισσότερους από τους κατηγορουμένους –κάποιους σε βαριές ποινές –δεν έστειλε ωστόσο κανέναν στο απόσπασμα, κλείνοντας έτσι τον κύκλο του αίματος που είχε σφραγιστεί από τη «δίκη των έξι», 23 χρόνια νωρίτερα.

Το ζήτημα των εθνικών μειονοτήτων στις Νέες Χώρες ήταν μια άλλη κληρονομιά των πολέμων της δεκαετίας του 1912-1922.

Τα Ειδικά Δικαστήρια ήρθαν και εδώ κατόπιν εορτής, να νομιμοποιήσουν π.χ. την απέλαση Τσάμηδων της Θεσπρωτίας και σλαβόφωνων της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας, με συνοπτικές δίκες που καταδίκαζαν ερήμην ολόκληρα χωριά σε ισόβια υπερορία και δήμευση περιουσιών των κατοίκων τους.

Λευκή τρομοκρατία

Η στρατηγική της έντασης διασφάλιζε τη διαιώνιση των δικτύων της Κατοχής

Μπορείτε να εξηγήσετε τα βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου της λευκής τρομοκρατίας και πώς λειτούργησε σε σχέση με την ενσωμάτωση του ένοπλου δωσιλογισμού;

Να υπενθυμίσω κατ’ αρχάς την έκταση του φαινομένου: μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας και τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και για περίπου ενάμιση χρόνο, μέχρι την παλινόρθωση της μοναρχίας το φθινόπωρο του 1946, οι συμμορίες των βασιλοφρόνων διέπραξαν εκατοντάδες δολοφονίες και χιλιάδες επιθέσεις, τραμπουκισμούς, σπασίματα γραφείων, ληστείες και λοιπές μορφές πολιτικής τρομοκρατίας ενάντια σε μέλη και οπαδούς του ΕΑΜ αλλά και ευρύτερα του αντιμοναρχικού στρατοπέδου. Η ανάπτυξη της λευκής τρομοκρατίας περιγράφει τη συγκρότηση του μπλοκ της «εθνικοφροσύνης». Η «στρατηγική της έντασης» διασφάλιζε τη διαιώνιση των δικτύων και των μηχανισμών συσσώρευσης πλούτου που είχαν εμφανιστεί στην Κατοχή, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπε σε οικονομικούς παράγοντες και κρατικούς λειτουργούς που ελέγχονταν για το κατοχικό τους παρελθόν να κερδίσουν χρόνο και να εδραιώσουν τις θέσεις τους. Σε αντάλλαγμα, οι πρώην ταγματασφαλίτες και οι λογής παραστρατιωτικές συμμορίες της Ακρας Δεξιάς ενσωματώθηκαν σταδιακά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στους μηχανισμούς ασφαλείας του καθεστώτος.

Πολλά διαφορετικά κομμάτια ενός παζλ

Εχετε πει ότι οι διάφορες εκδοχές του εγχώριου φασισμού συγκρότησαν θυλάκους στο εσωτερικό του κρατικού μηχανισμού και σχέσεις αλληλεξάρτησης με παρασιτικά στρώματα του ελληνικού κεφαλαίου. Υπάρχουν κάποιοι τομείς του ελληνικού κεφαλαίου με τους οποίους η εν λόγω συνεργασία είναι διαχρονικά στενότερη;

Τα στοιχεία που έχουμε είναι πολλά και διάσπαρτα, δεν είμαι όμως βέβαιος ότι είμαστε ακόμα σε θέση να συναρμολογήσουμε τα διαφορετικά κομμάτια του παζλ. Εξάλλου, σε αυτό το πεδίο η δημοσιογραφική ή ιστορική έρευνα τέμνονται με το έργο της Δικαιοσύνης, αφού όποιος θέλει να παρακολουθήσει τα οικονομικά στηρίγματα του εγχώριου φασισμού καλείται να εστιάσει εν πολλοίς σε κόμβους της παραοικονομίας όπως λαθρεμπόριο, μαύρη αγορά, προστασία κ.λπ., στις οποίες επιδόθηκαν παραδοσιακά μηχανισμοί του ακροδεξιού χώρου, αξιοποιώντας τις διασυνδέσεις τους με τις διωκτικές Αρχές.

«Αυτό που λείπει σήμερα είναι η ανάλυση των σύγχρονων συνθηκών και αντιθέσεων»

Οι αναλογίες με την ατιμωρησία των εγκλημάτων του φρανκισμού στην Ισπανία

Θα βρίσκατε αναλογίες με την ατιμωρησία των εγκλημάτων του φρανκισμού στην Ισπανία;

Με την ατιμωρησία του φρανκισμού, όπως και της χούντας και άλλων πολλών δικτατορικών καθεστώτων. Οι δίκες των δωσιλόγων που έλαβαν χώρα σε 17 χώρες της Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο διαμόρφωσαν ένα μοντέλο πολιτειακής μετάβασης, που αναπτύχθηκε και προσαρμόστηκε αργότερα σε «δημοκρατικές» μεταβάσεις σε χώρες της περιφέρειας και σε πρώην αποικίες. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η χρήση δικαιικών και δικαστικών μέσων για τη θεμελίωση και τη νομιμοποίηση μιας πολιτειακής μεταβολής περιγράφεται με την έννοια της «μεταβατικής δικαιοσύνης» και συμπεριλαμβάνει ένα ευρύ πλέγμα δικαιικών αλλά και ευρύτερων πολιτιστικών πρακτικών που αποκλείουν εκ των προτέρων την τιμωρία των ενόχων, όπως οι επιτροπές Αλήθειας και Συμφιλίωσης.

Πόσο βαθύ ήταν το ρήγμα στην κοινωνία, όπως προέκυψε τόσο από την ατιμωρησία των δωσιλόγων όσο και από τον Εμφύλιο; Η εκλογή σήμερα στην κυβέρνηση ενός κόμματος της Αριστεράς σηματοδοτεί κάτι ως προς αυτό;

Είναι κοινός τόπος πως το ρήγμα ήταν τόσο βαθύ που από πολιτιστικής και πολιτικής σκοπιάς ο Εμφύλιος έλαβε τέλος το 1974, και για άλλους το 1981 ή το 1989. Ενα κόμμα της Αριστεράς έρχεται στην εξουσία για πρώτη φορά μετά το 1944 και αυτό έχει μεγάλη πολιτική και συμβολική αξία, ικανή να εμπνεύσει τους σημερινούς αγώνες των εργαζομένων στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά ας μην μπερδεύουμε τα πράγματα, οι διαφορές είναι πολύ περισσότερες από τις ομοιότητες. Οι αναλογίες με το παρελθόν αφθονούν, η δεκαετία του 1940, εκείνη του 1930 και τα Λαϊκά Μέτωπα, η Χιλή του Αλιέντε ή και το ΠΑΣΟΚ του 1981 κ.ο.κ. Αυτό που μας λείπει κυρίως σήμερα δεν είναι ιστορικοί συμβολισμοί αλλά συγκεκριμένη ανάλυση των σύγχρονων συνθηκών και αντιθέσεων, σε μια στιγμή που η χώρα είναι στη δίνη του κυκλώνα μιας παγκόσμιας κρίσης.

Η Δικαιοσύνη εκείνη την εποχή περιόρισε τον κύκλο των ενόχων δρώντας κατευναστικά στο αίτημα τιμωρίας του οικονομικού και του ένοπλου δωσιλογισμού. Ταυτόχρονα καταδίκασε σε θάνατο (μέσω των έκτακτων στρατοδικείων) κάπου 3.000 Κομμουνιστές. Σήμερα, με αριστερή κυβέρνηση για πρώτη φορά, πώς περιμένετε να συμπεριφερθεί η Δικαιοσύνη τόσο στις δίκες της Χρυσής Αυγής όσο και σε τυχόν δίκες πολιτικοοικονομικών σκανδάλων του προηγούμενου διαστήματος; Πόσο αισθάνεστε ότι θα επηρεάσει, αν επηρεάσει, τους δικαστές η πολιτική αλλαγή και προς ποια κατεύθυνση;

Δύσκολο να προβλέψει κανείς. Είναι γνωστό τοις πάσι πως η ελληνική Δικαιοσύνη αποδείχθηκε απρόθυμη να τιμωρήσει την εγκληματική δράση των ακροδεξιών συμμοριών και των φασιστικών οργανώσεων, στο παρελθόν αλλά και πιο πρόσφατα. Σας θυμίζω μόνο πως μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα εμφάνισαν φακέλους εβδομήντα και πλέον υποθέσεων, που μέχρι τότε κοιμούνταν στο συρτάρι κάποιου ανακριτικού γραφείου. Ξέρουμε επίσης πως μέλη των δικαστικών μηχανισμών διατηρούν μακρά παράδοση διασυνδέσεων με ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες και ακροδεξιούς κύκλους, που φτάνει μέχρι τις ημέρες μας. Η αβεβαιότητα της κατάστασης προσδίδει στη λειτουργία της Δικαιοσύνης μια άμεση πολιτική διάσταση και μάλλον θα επηρεάσει το έργο της. Το αν και σε ποιο βαθμό θα υπερισχύσουν λογικές σύγκρουσης και αποσταθεροποίησης ή συμβιβασμού και εδραίωσης μιας νέας διάταξης του πολιτικού συστήματος, μένει να το δούμε στην πράξη.