Ο Θανάσης Νιάρχος, εκτός από ποιητής, είναι και δεινός επιφυλλιδογράφος. Από τις επιφυλλίδες του των τελευταίων χρόνων στα «ΝΕΑ», που αγγίζουν τις τριακόσιες –για την ακρίβεια, από τις επιφυλλίδες των ετών 2008 έως 2013 -, επέλεξε ογδόντα και τις περιέλαβε σε έκδοση που κυκλοφορεί σε λίγο καιρό από τις εκδόσεις Ιωλκός με τον τίτλο «Ανταπόκριση απ’ το πεζοδρόμιο». Ο πρόλογος του Θανάση Βαλτινού, που προδημοσιεύει το «Βιβλιοδρόμιο», είναι από μόνος του ένα μικρό διήγημα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου ταυτόχρονα, από τις ίδιες εκδόσεις, θα εκδοθούν δύο ακόμη βιβλία με υλικό (επιφυλλίδες και άρθρα) δημοσιευμένο στα «ΝΕΑ». Πρόκειται για την έκδοση «Με μουσικές εξαίσιες, με φωνές» του Παύλου Αγιαννίδη, με πρόλογο του Μάνου Ελευθερίου, και για το «Ενα βότσαλο στη μνήμη» του Σταμάτη Φασουλή, με πρόλογο του Κώστα Μητρόπουλου.

Υπογραμμίζει αενάως, σχολιάζει διακριτικά

Πρόλογος από τον Θανάση Βαλτινό

«Με ενοχλεί ο ενικός του ταξιτζή» είπε η Αννα. «Κατά τον τρόπο που επισημαίνει ο Νιάρχος» πρόσθεσε.

Αναφερόταν στον ποιητή Θανάση Νιάρχο, στις επιφυλλίδες του. Ο Νιάρχος είναι φίλος μου και μου άρεσε αυτό. Δεν τη ρώτησα τι εννοούσε –υποθέτω τη λοξή ματιά του πάνω στη ζωή, στην ανθρώπινη καθημερινότητα.

Η Αννα διανύει τα 40 της, είναι συντηρήτρια έργων τέχνης, δουλεύει σε ένα από τα κεντρικά μουσεία της Αθήνας. Με αντιμετωπίζει πάντα ως συνομήλικό της και αυτό με κολακεύει ιδιαίτερα. Θα την έλεγα μοντέρνα γυναίκα, ήδη όμως ο χαρακτηρισμός είναι αρκετά βεβαρημένος. Αν την ενοχλεί ο ενικός του ταξιτζή, δεν είναι για λόγους κοινωνικής αγωγής αποκλειστικά. Είναι κατά τον τρόπο του Νιάρχου, και ίσως γι’ αυτό η ενόχλησή της αποκτάει ενδιαφέρον. Ποιος είναι ο τρόπος του Νιάρχου; Η λοξή ματιά του μάλλον. Κι αυτό τι θα πει; Ο Νιάρχος είναι ποιητής και οι ποιητές έχουν τη δική τους μεγαθυμία. Βλέπουν τη ζωή ως κάτι ιδιαίτερα σημαντικό στην ολότητά της κι αυτό δεν τους επιτρέπει μεροληψίες. Θυμώνουν, οργίζονται, απογοητεύονται –από τους άλλους· η ζωή είναι όμως πάντα αυτή, μοναδική, ανεπανάληπτη και την αντιμετωπίζουν με σεβασμό. Δεν χλευάζουν, δεν καταγγέλλουν, επισημαίνουν βεβαίως. Καμιά φορά εγκωμιάζουν –σπανίως. Πάντα με τον δικό τους τρόπο. Τους αρέσει επίσης η γκρίνια, είναι μια «δίκαιη» ανταπόδοση, ένα ισοζύγισμα στον πόνο της μοίρας τους που πρέπει να κουβαλήσουν.

Προσπαθώ να ερμηνεύσω την ενόχληση της Αννας. Κατά τον τρόπο του Νιάρχου φυσικά. Ο Νιάρχος υπογραμμίζει αενάως, έμμεσα πάντα, σχολιάζει διακριτικά. Καμιά φορά ξεχνιέται και τότε ρίχνει λάδι ζεματιστό. Οπως με τις κινήσεις του χοντρούλη που φορτώνει ξέχειλες σακούλες στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του στο πάρκινγκ του σουπερμάρκετ. Αυτή η τέλεια εικόνα Μπέκετ. Ο Μπέκετ στο σουπερμάρκετ.

Φυσικά δεν χάνει τον λυρισμό του. Ο Νιάρχος. Πριν απ’ το σούρουπο, όταν έχει μόλις βυθιστεί ο ήλιος και οι στρατιές όσων επιστρέφουν σπίτι τους επιδίδονται σε ασκήσεις μηχανικού σημειωτόν, εκεί στην άλλοτε κοίτη του Ιλισού ποταμού που τώρα λέγεται Λεωφόρος Μιχαλακοπούλου και στο ύψος της Βιοϊατρικής, το μάτι θ’ αρπάξει στην κορυφή μιας λυγερής λεύκας ένα περιστέρι να λικνίζεται στα κλαδιά της. Ο ουρανός είναι φωτεινός ακόμα, τον στίζουν άσπρα συννεφάκια και την ίδια ώρα στο Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς συζητάει προεκλογικά με διανοουμένους. Είναι Τετάρτη 4 Απριλίου 2012, αλλά αυτό το περιστέρι το αγνοεί. Επιμένει να λικνίζεται με φόντο τον ανοιξιάτικο κατακάθαρο ουρανό πλημμυρισμένον στο δυσμικό φως.