Ο Κωνσταντίνος Καβάφης είναι πιο δημοφιλής από ποτέ, είναι ο έλληνας λογοτέχνης, ανάμεσα σε όλους τους νεοέλληνες πεζογράφους και ποιητές, με τον οποίο ασχολείται περισσότερο η διεθνής κριτική. Σήμερα, 81 χρόνια μετά τον θάνατό του, συνεχίζει να μεταφράζεται αδιαλείπτως, να συζητιέται στο Διαδίκτυο όσο κανείς άλλος Ελληνας στον χώρο των γραμμάτων. Γίνεται αντικείμενο διαλέξεων και συμποσίων, μεγάλα ξένα ονόματα μιλούν με θαυμασμό γι’ αυτόν και τον αποκαλούν «ποιητή του 21ου αιώνα».

Πρόκειται για ένα φαινόμενο που ξεπερνά, χωρίς αμφιβολία, το κοινό μέτρο και δεν μπορεί να ερμηνευτεί, σε έναν βαθμό, μόνο με παραδοσιακά επιχειρήματα, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις, κοινωνικές και επιστημονικές, πέραν του χώρου της φιλολογίας. Ο Δημήτρης Παπανικολάου (φωτογραφία δεξιά), αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στην Οξφόρδη, έγραψε ένα βιβλίο που μεταφέρει εντός συνόρων μια συζήτηση που στην Ελλάδα έχει αποδειχθεί δύσκολη, από τα χρόνια του Παλαμά μέχρι σήμερα, αλλά που στον αγγλοσαξονικό χώρο, κυρίως, γίνεται από χρόνια.

Το βιβλίο λέγεται «Σαν κ’ εμένα καμωμένοι» με τον διαφωτιστικό υπότιτλο «Ο ομοφυλόφιλος Καβάφης και η ποιητική της σεξουαλικότητας» (Εκδ. Πατάκη). Η βασική θεωρητική γραμμή του βιβλίου εμπνέεται από τον Φουκό («Ιστορία της σεξουαλικότητας»), τη θεωρία του κοινωνικού φύλου, την κουίρ θεωρία. Εξετάζει, δηλαδή, από μία γωνία που εκκινεί από τις λεγόμενες gender studies, το πώς η ομοφυλόφιλη ταυτότητα αποτελεί κομμάτι (όχι βέβαια αποκλειστικό) του ποιητικού εαυτού του Καβάφη και πώς συνέβαλε, με τη δοκιμασία στην οποία τον είχε υποβάλει, να συλλάβει πληρέστερα άλλες εύθραυστες ταυτότητες (ιστορικές, κοινωνικές, ακόμα και εθνικές) κάτι που τον κατέστησε και κατ’ εξοχήν επίκαιρο και διαχρονικό. Επίσης το πώς η σεξουαλικότητα πια, και όχι μόνο ο ερωτισμός, αποτέλεσε καίριο και ριζοσπαστικό στοιχείο της ποίησής του.

«Είναι πολλά τα στοιχεία εκείνα που τον καθιστούν σήμερα δημοφιλή», λέει στο «Βιβλιοδρόμιο» ο συγγραφέας. «Εχω παρατηρήσει ότι πάρα πολύς κόσμος χρησιμοποιεί τον Καβάφη για να αφηγηθεί τη δική του ιστορία. Τα ζητήματα μνήμης, ταυτότητας, επιθυμίας που υπάρχουν στην ποίησή του την καθιστούν ποίηση αγαπητική. Αναδύεται από εκεί ένας ιδιαίτερα προσωπικός λόγος. Εχει δημιουργηθεί στο Διαδίκτυο μια τεράστια βιοτεχνία προσωπικής εκφοράς λόγου εμπνευσμένης από τον Καβάφη. Η gay πρόσληψη παίζει ρόλο, αλλά όχι μόνο. Η άνοδος επίσης των Σπουδών φύλου τον φέρνουν στο επίκεντρο. Ενώ και η αρχαιότητα, την οποία αντιμετώπισε με καινούργιους όρους επίσης τον καθιστούν εξαιρετικά μοντέρνο, να συμβαδίζει σήμερα με τη λεγόμενη επιστήμη της πρόσληψης. Βγαίνουν όμως και άλλα βιβλία, όπως το “Καβάφης και εξουσία. Ο βάρβαρος και ο άλλος”, που δείχνουν το εύρος των θεμάτων τα οποία ανοίγει η ποίησή του».

Και συνεχίζει ως προς την ερωτική ταυτότητα: «Στο βιβλίο επιχειρηματολογώ αρκετά σε σχέση με το ζήτημα της ταυτότητας, ιδίως της ερωτικής ταυτότητας, έτσι όπως αναδεικνύεται στο ποιητικό έργο και στις σημειώσεις του Καβάφη. Στην εποχή του, όπως δείχνω, δημιουργείται μια μεγάλη διεθνής συζήτηση γύρω από τη σεξουαλικότητα και την ομοφυλοφιλία. Στο καβαφικό εργαστήρι βλέπουμε και τον απόηχό της, και μια από τις πιο πρωτότυπες παρεμβάσεις σ’ αυτή τη συζήτηση. Ο Καβάφης, στρατηγικά, αναγνωρίζει τη νέα δυνατότητα για ομοφυλόφιλη ταυτότητα που εμφανίζεται στον καιρό του (εποχή επίσης, ας μην ξεχνάμε, του Ζιντ, του Ουάιλντ, του Προυστ, του Κάρπεντερ, του EM Forster, της Στάιν) και επεμβαίνει για να ανατοποθετήσει και επαναξιώσει την ομοφυλοφιλία μέσα στο ατομικό, ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο».

Οπως γράφει μάλιστα στο βιβλίο: «Νέες μελέτες αναδεικνύουν όλο και περισσότερο τη σχέση του Καβάφη με λογοτεχνικά κινήματα που προηγήθηκαν και έδωσαν χώρο στον ομοερωτισμό, κυρίως τους Αγγλους Ουρανικούς (Uranians), τη γαλλική decadence, τα κινήματα του αισθητισμού. Αναδεικνύεται επίσης όλο και περισσότερο η συνάφειά του και με τις συνήθειες ή τις τακτικές μιας ευρύτερης ομοφυλόφιλης υποκουλτούρας της εποχής εκείνης. Δεν χρειάζεται παρά ένα προσεκτικό μάτι για να προσέξει κανείς και στα ίδια τα καβαφικά ποιήματα το ενδιαφέρον του ποιητή να καταγράψει, έστω φευγαλέα, πρακτικές, τόπους συνάθροισης και ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης σεξουαλικής υποκουλτούρας που ο 20ός αιώνας έμαθε να ονομάζει ομοφυλόφιλη. Βλέπουμε, σε τόσο πολλά ποιήματα, την ιεροτελεστία της αναγνώρισης και της ερωτικής προσέγγισης ανδρών μεταξύ τους. Βλέπουμε χώρους περιστασιακής συνεύρεσης ανδρών. Αλλά και τόπους συνάθροισης και διασκέδασης όπου άνδρες κοιτούν και βρίσκουν ο ένας τον άλλον (ο Καβάφης, άλλωστε, είναι ο πρώτος ποιητής αυτού του μεγέθους που γράφει στα ελληνικά τη λέξη μπαρ και μάλιστα σε ποίημα)».

Αλλά μας λέει επίσης ως προς το ζήτημα της ταυτότητας: «Το καβαφικό κείμενο δείχνει ότι ταυτότητα είναι όχι κάτι που κατέχουμε μόνοι μας, αλλά αυτό που μοιραζόμαστε. Και ότι, κάθε ταυτότητα, πάντα, είναι ρευστή, αφενός διότι συνδέεται απολύτως με την ιστορική στιγμή και τη συγκυρία και αφετέρου διότι συνυπάρχει με άλλες ταυτότητες και ταυτίσεις. Αν όλα αυτά φαίνονται πάρα πολύ καλά στο καβαφικό κείμενο ως προς το ζήτημα της ερωτικής ταυτότητας, υπονοούνται σαφώς και για μια σειρά άλλες ταυτότητες, όπως την εθνοτική ή εθνική ταυτότητα. Φαίνεται δηλαδή πως η ερωτική ταυτότητα γίνεται για τον Καβάφη η πλατφόρμα συγκρότησης μιας πολύ ριζοσπαστικής άποψης για την ταυτότητα γενικώς. Κι αν παρακολουθήσεις με προσοχή αυτό που έχει να πει ο ομοφυλόφιλος Καβάφης, καταλαβαίνεις ότι και ο «ελληνικός Καβάφης» μιλάει, ομοίως, για ρευστότητα, ιστορική σχετικότητα, συγκρητισμό και τη δυναμική της ταύτισης».

Για να προσθέσει στο βιβλίο: «Να ίσως κι ένας βαθύτερος λόγος για τον οποίο προκαλεί άγχος η ομοφυλοφιλία του Καβάφη σε φορείς μιας κάπως εθνοκεντρικής άποψης για τη λογοτεχνία. Διότι, αν κανείς ακολουθήσει τις γραμμές του ως ποιητή του ευάλωτου εαυτού, καταλήγει να σχετικοποιεί το γνωστό σχολικό τοτέμ που ορίζει τον Καβάφη ως ποιητή του μείζονος ελληνισμού (με τον τόνο στο «μείζονος» και εσάνς ανιστορικής ανωτερότητας στη λέξη «ελληνισμού»). Ο Καβάφης της τεχνολογίας του εαυτού σε μαθαίνει να κοιτάς και τον ελληνισμό ως διαδικασία. Οχι ως αξία απόλυτη».

Δίνει φωνή στους ηττημένους

Υποστηρίζει μάλιστα ο Δ. Παπανικολάου ότι στην ποίηση του Καβάφη υπάρχει ένα ενδιαφέρον δίπολο: από τη μια, η σχετικότητα, από την άλλη η ανάληψη της ηθικής ευθύνης –αυτό που ο συγγραφέας αποκαλεί «ηθική του ευάλωτου εαυτού».

«Ο Καβάφης είναι ο ποιητής που προσπαθεί να δώσει φωνή και στους ηττημένους της ιστορίας, και σε αυτούς που πρόκειται να ηττηθούν –το ξέρουν δεν το ξέρουν -, και σε όσους η ιστορική καταγραφή και η εξουσία ξεχνούν, υποτιμούν ή απορρίπτουν», λέει στο «Βιβλιοδρόμιο». Το ίδιο ενδιαφέρον αναπτύσσεται και στα ερωτικά ποιήματα, όπου όμως βλέπουμε και μια πιο εξελιγμένη εκδοχή του. Γιατί εκεί ο Καβάφης εμβαθύνει στο τι σημαίνει να χειρίζεσαι τη ζωή ενός άλλου, με μοχλό είτε την εξουσία της περιγραφής, είτε την εξουσία της κοινωνικής διαφοράς, είτε την εξουσία του έρωτα. Δείχνει πώς οι εξουσίες αυτές διαπλέκονται. Αλλά όλο αυτό το κάνει από μια καινούργια οπτική γωνία, αυτή του εκ των πραγμάτων έκκεντρου και αντικανονικού: επικεντρώνεται σε ζωές ομοφυλοφίλων ανδρών που βρίσκονται κάτω από την πίεση της κοινωνίας, και εξελίσσει τη δική του ποιητική φωνή ως μια φωνή που ταυτίζεται μαζί τους ως «καμωμένος σαν κι αυτούς». Η ηθική του ευάλωτου εαυτού έρχεται έτσι να εξισορροπήσει και να απαντήσει σε όλες τις άλλες εξουσίες. Γίνεται ένας τρόπος κατανόησης του εαυτού και του Αλλου, της ταυτότητας, της ετερότητας και της διαφοράς».