Το αφήγημα της ελληνικής τηλεόρασης είναι μυθιστορηματικό. Ο δημοσιογράφος Παύλος Τσίμας περιγράφει τις πρώτες προσπάθειές της να γεννηθεί μετά τον πόλεμο, σε μία χώρα που είχε μόλις ιδρύσει τελευταία και την εθνική της ραδιοφωνία

Ενα από τα καίρια ερωτήματα που θέτει στο εξαιρετικά πρωτότυπο και συναρπαστικό του βιβλίο «Ο φερετζές και το πηλήκιο» ο Παύλος Τσίμας, είναι γιατί τόσο η ραδιοφωνία όσο και η τηλεόραση ιδρύθηκαν ουσιαστικά από δικτατορίες – το ραδιόφωνο ήρθε επί Μεταξά -, και κυρίως γιατί και οι δύο άργησαν απελπιστικά να ιδρυθούν.

Για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτών των ερωτημάτων αρκεί να θυμηθούμε κάποιες βασικές παραμέτρους της διεθνούς τηλεοπτικής ιστορίας:

Στις ΗΠΑ η πρώτη εκπομπή τηλεόρασης πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1927 στο Σαν Φρανσίσκο. Τη δεκαετία του 1930 έγιναν στην Ευρώπη τα πρώτα τηλεοπτικά βήματα της Μεγάλης Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Πολωνίας και της Σοβιετικής Ενωσης. Η εξάπλωση του νέου μέσου άρχισε σε κάθε περίπτωση αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1945 στις ΗΠΑ υπήρχαν μόλις επτά χιλιάδες οικιακοί τηλεοπτικοί δέκτες και το 1951 είχαν φτάσει τα 12 εκατομμύρια. Μέχρι το 1958 όλη η Δυτική Ευρώπη είχε τηλεόραση ενώ τελευταία των Βαλκανίων – πλην Ελλάδας, βέβαια – ακολούθησε η Αλβανία, το 1960.

«Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60 είχαν αποκτήσει τηλεοπτικά δίκτυα χώρες που είχαν μόλις κατακτήσει την ανεξαρτησία τους, όπως η Ακτή του Ελεφαντοστού, η Ουγκάντα, η Γκάνα, το Κονγκό ή η Σενεγάλη, καθώς και χώρες όπως το Πακιστάν, η Ινδονησία και η Τζαμάικα. Αλλά όχι η Ελλάδα», γράφει ο Παύλος Τσίμας. Το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1966 στην Αγγλία ήταν το πρώτο αληθινά τηλεοπτικό: το είδαν 400 εκατ. τηλεθεατές. Οχι βέβαια στην Ελλάδα. Και μια ιστορία που μοιάζει με ανέκδοτο: «Τον Φεβρουάριο του 1958 ο Πάπας είχε ανακηρύξει ως προστάτιδα της τηλεόρασης την Αγία Κλαίρη της Ασσίζης. Οι ιταλοί πιστοί τοποθετούσαν ένα εικόνισμα της αγίας πάνω στη συσκευή τους για να έχουν πιο καθαρή λήψη. Ή να σκανδαλίζονται λιγότερο». Για «πολιτικό μυθιστόρημα» μιλάει ο συγγραφέας του βιβλίου. Και όχι άδικα αφού το μυθιστορηματικό μενού έχει τα πάντα: βασίλισσες, δικτάτορες, κομματάρχες, μεγάλες ξένες εταιρείες όπως η Telefunken, έρωτες, ξένους ανταγωνισμούς – μεταξύ Αμερικανών και Γερμανών – αλλά και τον έλληνα ενδιάμεσο, τον σκιώδη παράγοντα που λεγόταν Ιωάννης Βουλπιώτης, γαμπρό του φον Ζίμενς, αντιπρόσωπο στην Ελλάδα της Siemens, Telefunken AEG. Και διευθυντή ραδιοφωνίας επί Κατοχής. Ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο και στη ραδιοφωνική αλλά και στην τηλεοπτική μας πραγματικότητα, καθώς προσπάθησε να κάνει «γερμανικά» και τα δύο μαζικά μέσα επικοινωνίας, προκαλώντας σκάνδαλα και μεγάλες πολιτικές αναταραχές τη δεκαετία του 1950.