Οι βαλκανικές εθνικές – κυρίως – επαναστάσεις του 19ου αιώνα μπήκαν στο μικροσκόπιο μεγάλου διεθνούς συνεδρίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο που οργανώνει το Κέντρο Ερευνας Νεότερης Ιστορίας και ολοκληρώνεται σήμερα. Η ελληνική επιστημονική κοινότητα, παρά τις αντιξοότητες, αποδεικνύεται θαλερή

Ολοκληρώνεται απόψε στο Πάντειο ένα τριήμερο Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας με θέμα «Revolutions in the Balkans. Revolts and Uprisings in the Era of Nationalism (1804-1908)» – «Επαναστάσεις στα Βαλκάνια. Στάσεις και εξεγέρσεις την εποχή των εθνικισμών (1804-1908)».

Συνολικά θα διαβαστούν 56 ανακοινώσεις ειδικών επιστημόνων από πολλές χώρες του κόσμου και αρκετές βαλκανικές: Ελλάδα, Τουρκία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία, Σλοβενία, Κύπρο, αλλά και Ηνωμένες Πολιτείες, Βρετανία, Γαλλία, Αυστρία, Γερμανία, Ιταλία. Οι Ουλφ Μπρούνμπαουερ και Χάνες Γκράντιτς από τη Γερμανία, ο Καρλ Κάζερ από την Αυστρία, η Ρουμάνα Μουργκέσκου, η Βουλγάρα Μίσκοβα, η Σέρβα Στογιάνοβιτς, οι Τούρκοι Μπερκτάι και Ελντέμ είναι μερικοί μόνο από τους σημαντικούς συμμετέχοντες.

Είναι ενδιαφέρον ότι οι συμμετοχές καθορίστηκαν έπειτα από διαδικασία ανοιχτής πρόσκλησης (call of papers), που σημαίνει ότι πρώτα κατατέθηκαν προτάσεις εισηγήσεων και βάσει αυτών έγινε η τελική επιλογή. Κάτι άλλο ενδιαφέρον είναι ότι το δραστήριο Κέντρο Ερευνας Νεότερης Ιστορίας (ΚΕΝΙ) του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου, που οργανώνει το συνέδριο, ξεπερνάει –οικονομικά –τον εαυτό του, αφού καταφέρνει να φέρει σημαντικούς ιστορικούς που πληρώνουν οι ίδιοι τα εισιτήριά τους -ελπίζοντας να πάρουν πίσω τα χρήματα από τα δικά τους πανεπιστήμια –ενώ υποχρεώνεται, με γλώσσα του συνεδρίου τα αγγλικά, να μην έχει ελληνική μετάφραση για το κοινό λόγω έλλειψης πόρων.

Αυτό θα ήταν μια μικρή λεπτομέρεια στην Ελλάδα της κρίσης, αν δεν αποτελούσε τροφή για πολλές άλλες παρατηρήσεις. Πρώτον, δεν είναι μόνον κάποια μέσα ενημέρωσης (αλλά και όλοι εκείνοι που έχουν άποψη επί παντός του επιστητού) που διψούν –επιλεκτικά, βέβαια –για Ιστορία. Ευτυχώς διψούν και οι ιστορικοί.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μία αμερικανίδα ιστορικός τέχνης που μετέχει στο συνέδριο και που επελέγη με βάση την παραπάνω διαδικασία χωρίς να γνωρίζει κανέναν οργανωτή ή σύνεδρο, η Ελίζαμπεθ Φρέιζερ, ήρθε εδώ από τη μακρινή Τάμπα της Φλόριδας για να μιλήσει (σήμερα το πρωί) για τους προεπαναστατικούς πίνακες του Γάλλου Λουί Ντιπρέ που βρέθηκε στην Ελλάδα το 1819. Η ίδια μας έλεγε ότι πρόσφατα ανακάλυψε πως υπάρχει ένα ιντερνετικό δίκτυο για επιστήμονες, με χαρακτηριστικά facebook, στο οποίο γίνονται ανταλλαγές ερευνητικών εργασιών. Και ότι είναι απίστευτο το γεγονός ότι αμέσως μόλις ανεβάσει ένα άρθρο, υπάρχουν άνθρωποι από το Ιράν, λ.χ., την Ιταλία ή την Ελλάδα που το κατεβάζουν να το διαβάσουν.

Ο ερευνητικός αυτός πυρετός, ευτυχώς, φαίνεται να υπάρχει και στην Ελλάδα. Δεν λείπουν βέβαια οι πανεπιστημιακοί με μηδενικό ερευνητικό έργο, δεν λείπουν όμως και οι άλλοι, εκείνοι που ζουν και αναπνέουν για την έρευνα. Ειδικά στο πεδίο της Ιστορίας, υπάρχει κινητικότητα. Μετά τις ομηρικές και όχι πάντα γόνιμες μάχες της προηγούμενης δεκαετίας περί του Εμφυλίου και της βίας του, δείγμα πάντως και αυτό μιας ζωηρής επιστημονικής κοινότητας, οι ιστορικοί δείχνουν να ξαναβρίσκουν το δάσος. Τα συνέδρια πολλαπλασιάζονται και νέα θέματα ανοίγονται που θα φωτίσουν καλύτερα τη νεότερη ελληνική Ιστορία, απεγκλωβίζοντάς την, όσο γίνεται, από επικαιρικές πολιτικές διαμάχες. Κάπως έτσι το Φόρουμ Κοινωνικής Ιστορίας, κοινότητα ιστορικών της νεότερης γενιάς από διάφορα ελληνικά πανεπιστήμια (με ονόματα όπως οι Πολυμέρης Βόγλης, Νίκος Βαφέας, Ιάσονας Χανδρινός, Μενέλαος Χαραλαμπίδης, Δημήτρης Κουσουρής, Φλώρα Τσίλαγα κ.ά.) οργάνωσε πρόσφατα, για πρώτη φορά, συνέδριο με αποκλειστικό θέμα την περίοδο Μεταξά, βγάζοντας σημαντικά συμπεράσματα. Ενώ έχει στο ενεργητικό του δύο ακόμη συνέδρια για τις κρίσιμες δεκαετίες του Μεσοπολέμου και του 1940, από τα οποία προέκυψαν αντίστοιχα βιβλία (λ.χ. «Η εποχή των ρήξεων», εκδ. Επίκεντρο).

Κάπως έτσι το ΚΕΝΙ, με οργανωτική επιτροπή τούς Χριστίνα Κουλούρη (διευθύντρια), Κώστα Κατσάπη, Αλεξάνδρα Πατρικίου, Ευδοξία Παπαδοπούλου, Χρύσα Τζαγκαρουλάκη αποφάσισε, παρά την επικαιρότητα του Μεσοπολέμου, να πάει πίσω στην Ελληνική Επανάσταση, τη θεμελιώδη αυτή στιγμή της νεότερης ελληνικής Ιστορίας, για την οποία ενδιαφέρονται λιγότερο οι νέοι ερευνητές και για την οποία, επίσης, δεν έχει ακόμα γραφεί μια συνολική και συνθετική ιστορία!

Ας ελπίσουμε ότι τουλάχιστον τα κείμενα του συνεδρίου, παρά την οικονομική ασφυξία, θα εκδοθούν αργότερα. Ούτως ή άλλως, το μεγάλο ζήτημα πια είναι το πώς οι διαρκείς έρευνες των ιστορικών, των ιστορικών όλων των τάσεων, θα είναι προσβάσιμες και αξιοποιήσιμες στον δημόσιο διάλογο. Και να προσθέσουμε κάτι τελευταίο: δεν έχει επαρκώς συνειδητοποιηθεί ότι τα τελευταία χρόνια, εκτός από τάγματα εφόδου με μαχαίρια, υπήρχαν και τάγματα εφόδου με πληκτρολόγια, που δρούσαν συντονισμένα από τις ίδιες διευθύνσεις, παρασύροντας πολλούς που δεν ήξεραν καν το θέμα συζήτησης. Πολλοί δέχθηκαν αήθεις επιθέσεις (κάποτε θα πρέπει να μελετηθεί ο ρόλος που έπαιξαν social media και μπλογκ, πέρα από τη γρήγορη και πλουραστική πληροφόρηση, και στην τρομοκράτηση και τον ευτελισμό του δημόσιου λόγου), ανάμεσά τους και η Κουλούρη, που τόσο πρόπερσι με την έκθεση «Δύο φορές ξένος. Εκτοπίσεις και ανταλλαγές πληθυσμών τον 20ό αιώνα» όσο και τώρα με το συνέδριο αυτό επιχειρεί να μελετήσει μεγάλα γεγονότα της ελληνικής Ιστορίας (Ελληνική Επανάσταση, Μικρασιατική Καταστροφή) και σε σχέση με το διεθνές πλαίσιο, βγάζοντάς τα από τον ιδιότυπο απομονωτισμό τους. Τα αυτονόητα δηλαδή, για όσους αντιλαμβάνονται την Ιστορία ως επιστήμη και όχι ως στοργική, προστατευτική μητέρα.