«Ο Αχμέντ, με τα μισόκλειστα μάτια του στραμμένα στον ουρανό, νιώθει την πρώτη σταγόνα να πέφτει στο πρόσωπό του. Η δεύτερη προσγειώνεται στο άσπιλο μανίκι της κελεμπίας που του έχει χαρίσει ο ξάδερφος Μοχάμεντ. Σκύβει το κεφάλι, παρατηρεί την πορφυρή κηλίδα που απλώνεται στο λευκό βαμβακερό. Δεν είναι βροχή. Η τρίτη σταγόνα τον πετυχαίνει στην άκρη της μύτης. Τη γεύεται: αίμα». Είναι το αίμα της Λορά, που σταλάζει καθώς το άψυχο κορμί της κρέμεται δύο μέτρα πάνω από το μπαλκόνι του Αχμέντ Ταρουντάν.

Ο Αχμέντ είναι νυχτοφύλακας. Εχει πάρει άδεια λόγω ασθενείας και ζει απομονωμένος σε μια μικρή γκαρσονιέρα στο 19ο διαμέρισμα του Παρισιού, σε μια γειτονιά με σούσι, κοσέρ και τουρκικές ταβέρνες, άραβες ράπερ, εβραίους κουρείς και αρμένηδες βιβλιοπώλες. Αγαπάει την ποίηση και την αστυνομική λογοτεχνία. Του αρέσει ο Μποντλέρ, ο Βαν Γκογκ, ο Αρτό, ο Ντεμπόρ και οι τοίχοι του σπιτιού του είναι καλυμμένοι με τόνους βιβλία. Αγγλοαμερικανικά αστυνομικά μαζικής παραγωγής των Ελρόι, Κόνελι, Κόρνγουελ, Κομπέν. «Τα προμηθεύεται από το παλαιοβιβλιοπωλείο της οδού Πετί. Ενα μικροσκοπικό μαγαζί βγαλμένο από άλλη εποχή, που κατάφερε παραδόξως να επιβιώσει ανάμεσα στο σχολικό συγκρότημα λουμπάβιτς (χασιδικό κίνημα του ορθόδοξου ιουδαϊσμού, το μεγαλύτερο εβραϊκό κίνημα σήμερα), την αίθουσα προσευχής των σαλαφιστών (σουνίτες μουσουλμάνοι που έχουν συνδέσει το όνομά τους με τη σκληρή, αυστηρή και πουριτανική πλευρά του Ισλάμ) και την Εκκλησία των Ευαγγελικών». Ο κύριος Πολ, ένας αρμένης γεροαναρχικός, «πουλάει τη βέβηλη λογοτεχνία του με το κιλό, κάτι που τον φέρνει πιο κοντά σε μπακάλη παρά σε έμπορο σατανικών βιβλίων», γράφει ο Καρίμ Μισκέ καθώς πλάθει τους ήρωες που παρελαύνουν από τις σελίδες του βιβλίου του.

Το «Arab Jazz» είναι ένα νουάρ μυθιστόρημα που ξεχειλίζει από αισθησιασμό, αρώματα και αγαπημένες μουσικές. Οι ήρωές του ακούνε (σε iPod) τα «Pissing in a River» της Πάτι Σμιθ, «It’s Magic» της Ντάινα Ουάσιγκτον, «La femme des uns sous le corps des autres» του Σερζ Γκενσμπούρ αλλά και το «Sympathy for the Devil» των Ρόλινγκ Στόουνς, και άλλα κομμάτια που περιλαμβάνονται σε play list την οποία παραθέτει ο συγγραφέας στο τέλος του βιβλίου.

Με τον τίτλο αυτόν αποτίνει φόρο τιμής στη «Λευκή τζαζ» του Τζέιμς Ελρόι (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αγρα). Λευκή τζαζ, σύμφωνα με τον Ελρόι, σημαίνει «δουλειά που στράβωσε, στημένη από λευκούς» και ο Μισκέ αποφασίζει να γράψει κάτι ανάλογο, μια δουλειά που στράβωσε, στημένη αυτή τη φορά από άραβες φανατικούς μουσουλμάνους, οι οποίοι όμως δεν διστάζουν να συνεργαστούν με θρησκόληπτους Εβραίους, τρελαμένους μάρτυρες του Ιεχωβά και διεφθαρμένους μπάτσους για το παράνομο χρήμα που τους αποφέρει το γκοντζγουίλ, ένα χαπάκι που σε κάνει να αισθάνεσαι θεός. Πάντα όμως κρυμμένοι πίσω από τη μάσκα της αθωότητας που τους προσφέρει η θρησκεία.

Το θύμα, η αεροσυνοδός Λορά Βινιολά, κόρη μαρτύρων του Ιεχωβά –οι γονείς της την έχουν αποκηρύξει ως αμαρτωλή που «λερώνει το σπίτι τους» όταν τους επισκέπτεται -, είναι φίλη του Αχμέντ Ταρουντάν. Ο Αχμέντ έχει το κλειδί του διαμερίσματός της και φροντίζει τις ορχιδέες της όταν εκείνη λείπει ταξίδι. Και όταν βρίσκει το κατακρεουργημένο πτώμα της, αντιλαμβάνεται αμέσως ότι είναι ο ιδανικός ύποπτος. Η φρίκη τον ξυπνάει από τον λήθαργο –πάσχει από βαριά κατάθλιψη -, επιστρέφει στο γραφείο του ψυχοθεραπευτή του και αποφασίζει να εκδικηθεί για τον θάνατό της και να αποκαλύψει τους δολοφόνους της. Και ενώ αρχικά παριστάνει ότι δεν ξέρει τίποτα, συνεργάζεται τελικά με τους δύο τριαντάρηδες αστυνόμους που αναλαμβάνουν να εξιχνιάσουν την υπόθεση, με τη φλογερή κοκκινομάλλα Ρασέλ Κούπφερσταϊν και τον μελαχρινό Ζαν Αμλό, γιο κομμουνιστή από τη Βρετάνη. «Μια εβραία ασκενάζι, ένας Βρετόνος χαμένος στον κόσμο του και ένας Αραβας με οριακή διαταραχή προσωπικότητας. Η ντριμ τιμ του 19ου!».

Αυτοί οι τρεις θα λύσουν το μυστήριο του θανάτου της Λορά και θα αποκαλύψουν τους σκηνοθέτες του μακάβριου σκηνικού που έστησαν μέσα στο διαμέρισμά της μετά τον φόνο: «Ενα ανοιγμένο μπουκάλι μπορντό, ποτήρια γεμισμένα κατά τα δύο τρίτα με κρασί. Μέσα σ’ ένα πιάτο από λευκή πορσελάνη ένα κομμάτι χοιρινό σε δίχτυ κολυμπάει ωμό σε κόκκινο ζουμί και ένα κουζινομάχαιρο με μαύρη λαβή είναι μπηγμένο ακριβώς στο κέντρο».

Το «Arab Jazz», το οποίο τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας 2012, είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Καρίμ Μισκέ με το οποίο ο συγγραφέας «αποτίνει μεν φόρο τιμής στους δασκάλους του αστυνομικού μυθιστορήματος, αλλά φλερτάρει και με το κοινωνικό χρονικό», γράφει η γαλλική «Ουμανιτέ». Με χιούμορ λεπτό, γραφή άνετη και ποιητική, και ύφος που ακολουθεί τον ρυθμό της τζαζ, ο Μισκέ αγγίζει το ανοίκειο και ξεφεύγει από τον ρεαλισμό με τρόπο παράδοξο και γοητευτικό.