Παρά την προχωρημένη ηλικία του και τα προβλήματα όρασης (έβλεπε μόνο από το ένα μάτι) ο Γιασάρ Κεμάλ συνέχισε έως το τέλος του να γεμίζει λευκές σελίδες χαρτιού με κείμενα που θα συνέθεταν την αυτοβιογραφία του. Ο απόγονος μιας οικογένειας κούρδων αρχόντων, περιβόητων ληστών και περιπλανώμενων ποιητών ήθελε να καταγράψει έναν μακρόχρονο βίο αγώνων και στράτευσης. Υπήρξε για πολύ καιρό ο πλέον αναγνωρισμένος στο εξωτερικό τούρκος λογοτέχνης και ο πιο πολυμεταφρασμένος, όπως γράφει στο σημείωμά του για τη χθεσινή «Λιμπερασιόν» ο Μαρκ Σεμό. Και πολλά χρόνια πριν από τον Ορχάν Παμούκ, ο οποίος τιμήθηκε με Νομπέλ Λογοτεχνίας το 2006, ο Κεμάλ ήταν εκείνος που στη δεκαετία του ’70 ακουγόταν ως ο πλέον κατάλληλος.

«Ολα τα ποιήματα, τα έπη και τα τραγούδια μας μαρτυρούν μια καταπίεση προερχόμενη από την εξουσία» δήλωνε ο συγγραφέας, που τόνιζε πάντα την αγάπη του για την ελευθερία, τον αγώνα των Κούρδων και το μωσαϊκό των πολιτισμών που συνέθεταν το οροπέδιο της Ανατολίας. Ηδη από τα 17 του χρόνια είχε συλληφθεί ως ύποπτος για κομμουνιστική δράση, καθώς υπήρξε μέλος του μαρξιστικού εργατικού κόμματος. Το πιο δημοφιλές και επαναστατικό έργο του «Μεμέτ, γεράκι μου» (1955) μπήκε στα κλασικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ο Μεμέτ, ένας νεαρός χωρικός που διψά για δικαιοσύνη, αντιστέκεται στην αλαζονεία του αγά που διαφευντεύει το μετόχι και ξεσηκώνεται γνωρίζοντας ότι είναι δρόμος χωρίς επιστροφή. Το 1984 το βιβλίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Πίτερ Ουστίνοφ («Το γεράκι» ο τίτλος της στα ελληνικά) και τη μουσική της υπέγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις. Στα ελληνικά κυκλοφόρησαν πέντε βιβλία από τις εκδόσεις Θεμέλιο (ανάμεσά τους «Η θυμωμένη θάλασσα» και η «Ιστορία ενός Νησιού»), «Ο τσακιτζής» (Αγρα), «Ο μεσόστύλος» (Κέδρος).

ΓΗ ΚΑΙ ΒΙΑ. Το λογοτεχνικό περιβάλλον του Γιασάρ Κεμάλ έχει τις ρίζες του βαθιά στη γη και τη βία. Η γη είναι τα χώματα της Τσουκούροβα, της μεγάλης πεδιάδας στα νότια της οροσειράς του Ταύρου, απέναντι από τη Μεσόγειο. Εκεί όπου εγκαταστάθηκαν οι γονείς του όταν διέφυγαν από την ανατολική περιοχή της Ανατολίας για να απομακρυνθούν από την επέλαση των ρωσικών στρατευμάτων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η βία στα έργα του έχει τη μορφή της βεντέτας. Της εμμονής με την τιμή του αίματος μέσα στην οποία εκείνος μεγάλωσε μετά τον θάνατο του πατέρα του, γρονθοκοπημένος σε ένα τζαμί μπροστά στα μάτια του τετράχρονου γιου του. Σε κατάσταση σοκ ο μικρός Κεμάλ θα τραυλίζει έως τα 12 του.

«Οταν ήμουν παιδί, ένα μέρος μου κολυμπούσε στο αίμα και ένα άλλο μέσα στη μαγεία των ονείρων» διηγούνταν ο αυτοδίδακτος λογοτέχνης. «Ενα κομμάτι του εαυτού μου ήταν στοιχειωμένο από τους αλογοκλέφτες και τους ληστές βαμμένους στο αίμα. Κι ένα άλλο ήταν κυριευμένο από τους αφηγητές των μεγάλων επών» έλεγε ο Κεμάλ που υπήρξε βοσκός και στη συνέχεια οδηγός τρακτέρ πριν δοκιμάσει την πένα του στη δημοσιογραφία, στα τέλη του 1950, ως συντάκτης της «Τζουμχουριέτ», της καθημερινής τουρκικής εφημερίδας. «Ημουν μάρτυρας μιας τραγωδίας. Είναι η αληθινή τραγωδία της τουρκικής νεωτερικότητας που εξακολουθεί να στοιχειώνει τη μνήμη μας: οι πόλεμοι, οι βίαιοι εκτοπισμοί πληθυσμών, οι σφαγές και οι γενοκτονίες αλλά και η καταστροφή της φύσης» ήταν το μήνυμα που διαπερνούσε και το έργο του.